Τα τρία βήματα στην οικονομία που πρότεινε στην εαρινή σύνοδο του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας
Η άρση των αυστηρών δημοσιονομικών κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας θα πρέπει να γίνει, όταν οι εμβολιασμοί προχωρήσουν, αλλά και λυθούν τα ζητήματα με τις καθυστερήσεις στη λειτουργία του Ταμείου Ανάκαμψης.
Το ζήτημα αυτό έθεσε ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας σε κλειστή διαδικτυακή συζήτηση με θέμα «Τρέχουσες προκλήσεις πολιτικής στις ανεπτυγμένες οικονομίες της Ευρώπης», στο πλαίσιο της Εαρινής Συνόδου του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Παγκόσμιας Τράπεζας. O Έλληνας υπουργός υπογράμμισε, ότι οι επόμενοι μήνες θα είναι δύσκολοι και η επιστροφή στην κανονικότητα θα είναι σταδιακή, ενώ η μετά- κορονοϊό εποχή θα φέρει στο προσκήνιο νέες προκλήσεις, που σχετίζονται με τη δομή της οικονομίας, τον μετασχηματισμό της αγοράς εργασίας και την ψηφιακή μετάβαση.
Με αυτά τα δεδομένα, τόνισε την ανάγκη να γίνουν γρήγορα και αποφασιστικά βήματα σε τρία, καθοριστικής σημασίας, πεδία:
1. Τη συνέχιση της συνετής δημοσιονομικής χαλάρωσης και την απαραίτητη προετοιμασία, ώστε η επάνοδος στη δημοσιονομική ισορροπία να γίνει στον κατάλληλο χρόνο και με τρόπο που θα στηρίξει την οικονομική δραστηριότητα και θα προστατεύσει την απασχόληση. «Υπό την προϋπόθεση ότι οι εμβολιασμοί θα εξελιχθούν με βάση τον σχεδιασμό, οι επόμενοι μήνες δίνουν την ευκαιρία να προχωρήσουμε, σταδιακά και προσεκτικά, στην εφαρμογή μέτρων με πιο αναπτυξιακό χαρακτήρα, τα οποία θα στηρίξουν τη μετάβαση στη μετά- κορονοϊό εποχή. Τέτοιου είδους πολιτικές πρέπει να παραμείνουν σε ισχύ τουλάχιστον μέχρι το Ταμείο Ανάκαμψης να αποκτήσει ρυθμό», ανέφερε ο κ. Σταϊκούρας.
2. Την ταχύτερη δυνατή εκταμίευση πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης και, κυρίως, τη βέλτιστη αξιοποίησή τους κατά τρόπο που θα ενισχύσει την ανάπτυξη και την κοινωνική συνοχή. Ο υπουργός επισήμανε ότι «η ελληνική κυβέρνηση έχει προχωρήσει σημαντικά το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, ένα ρεαλιστικό φιλόδοξο, σύγχρονο και εξωστρεφές σχέδιο, που θα λειτουργήσει ως καταλύτης για τον αναπροσανατολισμό της οικονομίας μας προς ένα νέο, καινοτόμο, ανταγωνιστικό και κοινωνικά δίκαιο παραγωγικό πρότυπο».
3. Την επιτυχή αντιμετώπιση της φτώχειας και της ανισότητας, μέσω παρεμβάσεων, όπως η μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης της εργασίας, η λήψη πρόσθετων μέτρων αύξησης της συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό, ιδίως για κοινωνικές ομάδες με μικρότερη συμμετοχή (π.χ. γυναίκες, μετανάστες, νέοι), η υλοποίηση σημαντικών μεταρρυθμίσεων που θα βελτιώσουν την ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης και θα συμβάλουν στη γεφύρωση του «ψηφιακού χάσματος», μια αποτελεσματική κοινωνική πολιτική, που θα διασφαλίζει όχι μόνο ότι το «δίχτυ» κοινωνικής προστασίας είναι όσο ισχυρό και ευρύ απαιτείται, αλλά και ότι αποτρέπει «παγίδες φτώχειας» οι οποίες θα διαιωνίσουν την άνιση κατανομή εισοδήματος, καθώς και η διεύρυνση της φορολογικής βάσης, για τη δημιουργία ισχυρής οικονομίας, χωρίς κοινωνικούς αποκλεισμούς.
Στην κλειστή διαδικτυακή συζήτηση συμμετείχαν: η γενική διευθύντρια του ΔΝΤ Kristalina Georgieva, η πρόεδρος της ΕΚΤ Christine Lagarde, ο Ευρωπαίος Επίτροπος Οικονομικών Paolo Gentiloni, ο πρόεδρος του Eurogroup Paschal Donohoe, καθώς και οι υπουργοί Οικονομικών της Γερμανίας Olaf Scholz, της Γαλλίας Bruno Le Maire, της Ιταλίας Daniele Franco, της Ισπανίας Nadia Calvino, της Πορτογαλίας Joao Leao, του Λουξεμβούργου Pierre Gramegna, της Σουηδίας Magdalena Andersson, της Νορβηγίας Jan Tore Sanner, της Φινλανδίας Matti Vanhanen, της Δανίας Nicolai Wammen και της Ελβετίας Ueli Maurer.