Στα 234 δις ευρώ η «βόμβα» του ιδιωτικού χρέους
Ένα νέο πλαίσιο διαχείρισης του ιδιωτικού χρέους το οποίο φτάνει στη χώρα μας στο εφιαλτικό επίπεδο των 234 δισ. ευρώ αναμένεται να τεθεί σε ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 2021 με την ενεργοποίηση του νομοσχεδίου για το νέο Πτωχευτικό Πλαίσιο.
Οι νέες ρυθμίσεις επιχειρούν να βάλουν φρένο στις εξώσεις ευάλωτων νοικοκυριών σε περίπτωση που λόγω χρεών χάσουν μετά από πλειστηριασμό την πρώτη κατοικία τους.
Από τη «βόμβα» των 234 ευρώ των χρεών ιδιωτών, τα 91,7 δισ. ευρώ ή ποσοστό 39,3% αφορούν σε μη εξυπηρετούμενα δάνεια που ανήκουν στον ευρύτερο χρηματοπιστωτικό τομέα, 105,6 δισ. ευρώ ή ποσοστό 45,2% αφορά σε οφειλές προς τη φορολογική αρχή και 36,3 δισ. ευρώ ή ποσοστό 15,5% αφορά σε οφειλές προς τα ασφαλιστικά ταμεία. Οι επιχειρήσεις καταλαμβάνουν περίπου τα 2/3 του χρέους, ενώ το υπόλοιπο 1/3 αφορά ιδιώτες. Αναφορικά με την προστασία της πρώτης κατοικίας από τις διατάξεις του νομοσχεδίου προκύπτει ότι στη βάση συγκεκριμένων εισοδηματικών και περιουσιακών κριτηρίων, για τα ευάλωτα νοικοκυριά , εφόσον οι πιστωτές προβούν σε ενέργειες ρευστοποίησης της πρώτης κατοικίας, τότε το κράτος παρεμβαίνει με σκοπό να αποφευχθεί η έξωση.
Η στήριξη της πολιτείας έρχεται μέσω της δημιουργίας ενός ιδιωτικού φορέα για την απόκτηση των ακινήτων, ο οποίος θα επιλεγεί από το Κράτος, μέσω διαγωνιστικής διαδικασίας. Ο εν λόγω φορέας θα υποχρεούται να αποκτήσει το ακίνητο που συνιστά την πρώτη κατοικία ευάλωτων κοινωνικά ομάδων, η οποία έχει δρομολογηθεί σε διαδικασία πλειστηριασμού, κατόπιν κήρυξης πτώχευσης ή αναγκαστικής εκτέλεσης. Επιπρόσθετα, ο φορέας υποχρεούται να παραχωρήσει την κατοικία προς χρήση στο ευάλωτο νοικοκυριό για 12 έτη, κατόπιν της καταβολής μισθώματος, το οποίο θα υποστηρίζεται από το Κράτος, με τη μορφή επιδόματος ενοικίου. Έτσι, αποφεύγεται μια έξωση που θα επερχόταν εάν αποκτούσε κάποιος τρίτος το ακίνητο. Επίσης, ο φορέας υποχρεούται να προσφέρει στον οφειλέτη τη δυνατότητα επαναπόκτησης του ακινήτου εντός 12 ετών.
Σύμφωνα με το υπουργείο Οικονομικών το νέο πτωχευτικό πλαίσιο περιλαμβάνει σειρά σημαντικών καινοτομιών, με κυριότερες τις εξής:
1. Εισάγεται, προληπτικός μηχανισμός για την έγκαιρη προειδοποίηση του οφειλέτη, έτσι ώστε να μην οδηγηθεί σε διαδικασίες αφερεγγυότητας. Ο μηχανισμός έγκαιρης προειδοποίησης θεσπίζει διαδικασίες ενημέρωσης και παροχής στήριξης στα φυσικά και τα νομικά πρόσωπα, προκειμένου να μπορέσουν να καλύψουν ή να αναδιαρθρώσουν τις οφειλές τους για να αποφύγουν τις διαδικασίες ρευστοποίησης.
2. Ενσωματώνονται όλα τα επιμέρους εργαλεία ρύθμισης οφειλών που υπάρχουν σήμερα (υπερχρεωμένα νοικοκυριά, προστασία 1ης κατοικίας, εξωδικαστικός μηχανισμός κλπ) σε ένα ενιαίο πλαίσιο και μια ενιαία διαδικασία.
3. Οι οφειλέτες που αποδεδειγμένα βρίσκονται σε οικονομική δυσκολία ή αδυναμία έχουν τη δυνατότητα να κάνουν ένα νέο ξεκίνημα, με δύο τρόπους:
- Είτε θα ρυθμίζουν όλες τις οφειλές τους.
- Είτε θα αποκτούν μία «δεύτερη ευκαιρία» μέσω της απαλλαγής από τα χρέη τους, εντός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος, ύστερα όμως από τη ρευστοποίηση όλων των περιουσιακών τους στοιχείων. Η δεύτερη ευκαιρία διασφαλίζει ότι τα χρέη της μιας γενιάς δεν θα μεταφέρονται στην επόμενη, διαιωνίζοντας το πρόβλημα της υπερχρέωσης.
4. Εισάγεται ένα ολοκληρωμένο και αυτοματοποιημένο πλαίσιο αντιμετώπισης της αφερεγγυότητας, μέσω του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών, τόσο για φυσικά όσο και για νομικά πρόσωπα. Η διαδικασία είναι αμιγώς εξωδικαστική και εμπιστευτική μεταξύ οφειλέτη και πιστωτών. Διεξάγεται μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας και παρέχει τη δυνατότητα για την αναδιάρθρωση των οφειλών, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας «κουρέματος» της οφειλής. Η παροχή ρύθμισης αποφασίζεται από την πλειοψηφία των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, και, στην περίπτωση που ακολουθηθεί η πρόταση ρύθμισης που προέκυψε από υπολογιστικό εργαλείο, είναι υποχρεωτική η εφαρμογή της από το Δημόσιο και τους ασφαλιστικούς φορείς. Η διαδικασία διαρκεί για μέγιστο χρονικό διάστημα δύο μηνών, εντός των οποίων είτε επιτυγχάνεται ρύθμιση, είτε τερματίζεται η διαδικασία με την τυχόν άρνηση των τραπεζικών ιδρυμάτων να προτείνουν ρύθμιση ή με την άρνηση του οφειλέτη προς την προτεινόμενη ρύθμιση. Κατά το χρονικό αυτό διάστημα, προβλέπεται αναστολή της αναγκαστικής ρευστοποίησης των εξασφαλιστικών στοιχείων του οφειλέτη.
5. Στο πλαίσιο της αντιμετώπισης οφειλών και με σκοπό να αποφύγουν την πτώχευση, οι επιχειρήσεις δύνανται να προσφύγουν στη διαδικασία της εξυγίανσης, της οποίας το πλαίσιο εκσυγχρονίζεται, κατ’ εφαρμογή της Οδηγίας 1023/2019. Χρειάζεται η συναίνεση δύο κατηγοριών πιστωτών, αυτών που έχουν εμπράγματες εξασφαλίσεις και των υπολοίπων πιστωτών, σε ποσοστό 50% της κάθε κατηγορίας. Ωστόσο, η επιτευχθείσα με τον τρόπο αυτό συμφωνία επικυρώνεται από το δικαστήριο, μόνον εάν συναινέσει ποσοστό 60% πιστωτών όλων των κατηγοριών, οπότε στην περίπτωση αυτή επέρχεται και αναστολή των καταδιωκτικών μέτρων των ενέγγυων πιστωτών. Οι πιστωτές που μειοψήφησαν δεσμεύονται από τη συμφωνία, εφόσον ικανοποιείται η βασική αρχή της μη χειροτέρευσης της θέσης και της ίσης μεταχείρισης των πιστωτών που ανήκουν στην ίδια κατηγορία (εκτός εάν συντρέχουν σοβαροί εμπορικοί ή κοινωνικοί λόγοι). Σημαντικό επίσης είναι ότι τα δικαιώματα των εργαζομένων δεν επηρεάζονται από τη συμφωνία εξυγίανσης και οι απαιτήσεις τους δεν καταλαμβάνονται από αναστολή καταδιωκτικών μέτρων.
6. Σε περίπτωση που δεν είναι δυνατή η επίτευξη προληπτικής αναδιάρθρωσης οφειλών, τότε προβλέπεται η δυνατότητα πτώχευσης, τόσο των φυσικών όσο και των νομικών προσώπων. Στην περίπτωση αυτή, δρομολογείται η διαδικασία συλλογικής ικανοποίησης των πιστωτών, με ταυτόχρονη απαλλαγή του οφειλέτη από τα υπόλοιπα των οφειλών του. Στην περίπτωση των νομικών προσώπων, ήδη με την απόφαση κήρυξης της πτώχευσης αποφασίζεται η ρευστοποίηση είτε του συνόλου της επιχείρησης είτε των επιμέρους περιουσιακών στοιχείων αυτής, και αν δεν επιτευχθεί η πώληση ως σύνολο εντός 18 μηνών, εκποιούνται τα επιμέρους περιουσιακά στοιχεία. Στην περίπτωση των φυσικών προσώπων, αυτά οφείλουν να συνεισφέρουν και με τα εισοδήματά τους που υπερβαίνουν τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης, πέραν της ρευστοποίησης των λοιπών περιουσιακών στοιχείων τους, μέχρι να επέλθει η απαλλαγή τους. Οι διαδικασίες της πτώχευσης συστηματοποιούνται και απλοποιούνται προς τον σκοπό της ταχείας διεκπεραίωσης. Στο πλαίσιο αυτό, προβλέπεται μια σειρά καινοτομιών, όπως η χρήση ηλεκτρονικών μέσων που διασφαλίζουν διαφάνεια και δημοσιότητα, η κατάργηση προσκόμισης δικαιολογητικών (τα οποία θα ανακτώνται ηλεκτρονικά), η εισαγωγή ποσοτικών κριτηρίων που θα καθορίζουν ευχερέστερα την παύση πληρωμών, η άμεση έναρξη των διαδικασιών ρευστοποίησης, η αυτόματη αναπροσαρμογή της τιμής πρώτης προσφοράς στις διαδικασίες πλειστηριασμού, εφόσον αναδειχθούν άγονοι, η βελτίωση του θεσμού των διαχειριστών αφερεγγυότητας. Επίσης, θεσπίζονται απλοποιημένες διαδικασίες για τις πτωχεύσεις «μικρού αντικειμένου», έτσι ώστε να κινούνται και να περαιώνονται με ταχύτητα οι διαδικασίες κήρυξης της πτώχευσης, ρευστοποίησης και συλλογικής ικανοποίησης των πιστωτών.
7. Η πτώχευση συνοδεύεται απαρέγκλιτα από την απαλλαγή οφειλών. Αυτή η διαδικασία υλοποιείται γρήγορα, μέσα σε 1 έτος, εάν οι οφειλέτες απωλέσουν την περιουσία τους, εκτός αν προβληθούν ενστάσεις για δόλια πτώχευση ή απόκρυψη στοιχείων από τους πιστωτές. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις που οι οφειλέτες δεν διαθέτουν περιουσία, τότε η απαλλαγή οφειλών πραγματοποιείται σε 3 έτη, οπότε και θα πρέπει να καταβάλουν το υπόλοιπο του εισοδήματός τους που περισσεύει μετά την κάλυψη των εύλογων δαπανών διαβίωσης.
8. Δεν θα δίδεται απαλλαγή από τα χρέη σε στρατηγικούς κακοπληρωτές. Διενεργούνται ειδικοί έλεγχοι και διασταυρώσεις (π.χ. για μεταφορά περιουσίας), στην Ελλάδα και το εξωτερικό, με σκοπό την εύρεση περιουσίας.
9. Θεσπίζονται προστατευτικές πρόνοιες για δανειολήπτες που ανήκουν σε ευάλωτες κοινωνικά ομάδες. Το κράτος ασκεί επιδοματική πολιτική, τόσο προληπτικά μέσω της επιδότησης δόσης δανείου, όσο και κατασταλτικά μέσω της επιδότησης ενοικίου.