Ενθαρρύντική και θετική χαρακτήρισαν οι αρμόδιοι για την οικονομία Επίτροποι την έκθεση για τη χώρα
Την άποψη ότι μια «ξεκάθαρη τάση» για τη βελτίωση της βιώσιμοτητας του ελληνικού χρέους, θα μπορούσε να «αντικατοπτριστεί» στη μείωση του στόχου των πρωτογενών πλεονασμάτων, εξέφρασε ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Βάλντις Ντομπρόβσκις.
Ο Ευρωπαίος Επίτροπος χαρακτήρισε «ενθαρρυντική και θετική» την έκθεση για την Ελλάδα, κατά τη σημερινή παρουσίαση των αποφάσεων της Επιτροπής για τους προϋπολογισμούς των χωρών της Ευρωζώνης. «Πολλοί θυμόμαστε ακόμα την κρίση χρέους του 2015 και σήμερα είμαι ιδιαίτερα ευχαριστημένος, που δημοσιεύουμε μια ενθαρρυντική και θετική έκθεση για την Ελλάδα», επισήμανε ο κ. Ντομπρόβσκις, προσθέτοντας ότι το Eurogroup θα συζητήσει το Δεκέμβριο την έκθεση και την ενεργοποίηση της επόμενης δέσμης των μέτρων για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους.
Όπως είπε, η Ελλάδα για έκτο συνεχόμενο έτος θα ξεπεράσει το στόχο για το πλεόνασμα και αναμένεται να εκπληρώσει το στόχο και το 2020. Ερωτηθείς σχετικά με το κατά πόσο η θετική έκθεση της Κομισιόν θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση του στόχου 3,5%, ο κ. Ντομπρόφσκις υπενθύμισε, ότι η Ελλάδα ξεπερνάει για πέμπτη συνεχή χρονιά τον στόχο της, κάτι που όπως είπε, «ανοίγει το δρόμο» για την καταβολή των κερδών των ευρωπαϊκών κεντρικών τραπεζών από τα ελληνικά ομόλογα, ANFA και SMP. Αναφέρθηκε επίσης στην πρόθεση της κυβέρνησης, να χρησιμοποιήσει μέρος των κεφαλαίων αυτών για επενδύσεις και όχι για την αποπληρωμή του χρέους, για το οποίο όμως, η τελική απόφαση ανήκει στους πιστωτές.
Επιπλέον, αναφέρθηκε στους κεφαλαιακούς ελέγχους που έχουν σταδιακά καταργηθεί, ενώ τόνισε, ότι η κυβέρνηση έχει κάνει «σημαντικά βήματα» για την αντιμετώπιση των κόκκινων δανείων, κάτι που θα έχει ως αποτέλεσμα την ενίσχυση των τραπεζών, προκειμένου να μπορούν να δίνουν πιστώσεις σε επιχειρήσεις και πρόσωπα. Σημείωσε δε, ότι έχει ενισχυθεί το επιχειρηματικό περιβάλλον και οι δράσεις που έχει αναλάβει η κυβέρνηση, εκπληρώνουν τις δεσμεύσεις της για το 2019, εκφράζοντας την ελπίδα να συνεχιστούν προς την ολοκλήρωση της «φιλόδοξης ατζέντας» της.
Αναφερόμενος στην περίοδο μετά το 2020, εξήγησε πως ο βασικός λόγος για τον οποίο η Ελλάδα έχει δεσμευτεί σε συγκεκριμένους στόχους, είναι ότι έχει «κατά πολύ» το μεγαλύτερο λόγο χρέους/ΑΕΠ, «κοντά στο 180%». Ως εκ τούτου, σημείωσε, θα πρέπει να μειωθεί σε επίπεδα που επιφυλάσσουν «λιγότερους κινδύνους» για την ελληνική οικονομία. «Το επίπεδο του δημόσιου χρέους δεν δίνει πολλά περιθώρια για λάθη πολιτικής. Πρέπει να είμαστε προσεκτικοί. Αλλά οι στόχοι στηρίζονται σε μια ανάλυση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους και αν δούμε ξεκάθαρες θετικές τάσεις, φαντάζομαι ότι αυτές θα αντικατοπτριστούν και στους στόχους», κατέληξε.
Μοσκοβισί: Όλα τώρα βαίνουν προς τη σωστή κατεύθυνση
Από την πλευρά του και ο Επίτροπος Οικονομικών, Πιερ Μοσκοβισί, εξέφρασε την ικανοποίησή του για τα «θετικά» συμπεράσματα της έκθεσης, στη βάση των οποίων θα κριθεί και η καταβολή στην Ελλάδα περαιτέρω κεφαλαίων, των κερδών των ευρωπαϊκών κεντρικών τραπεζών από τα ελληνικά ομόλογα. «Η νέα ελληνική κυβέρνηση έκανε τα απαραίτητα προκειμένου να επιτύχει όλες τις δεσμεύσεις της για τα μέσα του 2019», είπε, σημειώνοντας επίσης και την εποικοδομητική συνεργασία των ελληνικών αρχών με τους θεσμούς.
Ο ίδιος αξιολόγησε ότι σε σύντομο χρονικό διάστημα προχώρησαν σημαντικές μεταρρυθμίσεις που θα έχουν «θετικό» αντίκτυπο στις «επενδύσεις και στην ανάπτυξη». Τέλος, υπενθύμισε το δρόμο που έχει διανύσει η Ελλάδα από το 2015, εκφράζοντας ωστόσο την επιθυμία, να είχε κάνει «περισσότερα» η Επιτροπή για τη χώρα, προκειμένου να έχουν αποφευχθεί κάποια «μέτρα του Eurogroup».
Παρόλα αυτά, είπε πως η Επιτροπή θα πρέπει να είναι «περήφανη» για το έργο της καθώς αποφεύχθηκε το Grexit, κάτι που αποτελούσε «πολιτική στάση» της Επιτροπής Γιούνκερ, η οποία όπως είπε, στάθηκε στη «σωστή πλευρά της ιστορίας», προκειμένου «να παραμείνει η Ελλάδα στην καρδιά της ευρωζώνης και να διατηρηθεί η ακεραιότητα της ευρωζωνης». «Αυτό ήταν από τα βασικά επιτεύγματα αυτής της Επιτροπής», υπογράμμισε και χαρακτήρισε «θετικό» το τελικό αποτέλεσμα, αφού «όλα τώρα βαίνουν στη σωστή κατεύθυνση» προς «μεγαλύτερη ανάπτυξη» και «περισσότερες θέσεις εργασίας» προς όφελος του ελληνικού λαού.