«Η ΝΔ ψήφισε τη ρύθμιση επειδή αναγκάστηκε κι όχι επειδή ήθελε»
Τη θέση πως η Νέα Δημοκρατία ψήφισε τη ρύθμιση για τις 120 δόσεις επειδή αναγκάστηκε και όχι επειδή το ήθελε εξέφρασε ο υφυπουργός Κοινωνικής Ασφάλισης Τάσος Πετρόπουλος, στον ραδιοφωνικό σταθμό του Αθηναϊκού-Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων «Πρακτορείο 104,9 FM», σχολιάζοντας τις δηλώσεις του τομεάρχη Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης της ΝΔ Γιάννη Βρούτση.
Νωρίτερα σε συνέδριο για το ασφαλιστικό, ο τομεάρχης Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης της ΝΔ, Γιάννης Βρούτσης ανέφερε, μεταξύ άλλων πως «η ρύθμιση των 120 δόσεων, όπως κάθε ρύθμιση, υπονομεύει την εθνική οικονομία, αλλάζει την κουλτούρα των πληρωμών και όσον αφορά στον υγιή ανταγωνισμό γίνεται τροχοπέδη για τις συνεπείς επιχειρήσεις και τον συνεπή πολίτη».
Ο υφυπουργός Κοινωνικής Ασφάλισης σημείωσε ότι «πριν καλά καλά κλείσει μία εβδομάδα, έχουν υποβληθεί ήδη περίπου 24.000-25.000 αιτήσεις και από αυτούς είναι περίπου 1.200 που θα πάρουν σύνταξη».
«Αυτήν τη ρύθμιση την κάναμε γιατί οι άνθρωποι πνίγηκαν στο πέλαγος των χρεών που τους δημιούργησαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις, διότι το 97% (σ.σ. των χρεών) δημιουργήθηκε μέχρι τον Δεκέμβριο του 2014 στις οφειλές και οι αυξήσεις παραπέρα -για να φτάσουμε στα 32-33 δισ. σήμερα -είναι γιατί ''τρέχουν'', όπως προβλέπεται νομίμως, τα χρέη προσαυξανόμενα με τις προσαυξήσεις και τους τόκους» τόνισε ο κ. Πετρόπουλος. Όπως επισήμανε, «δεν δημιουργήθηκαν τα παραπάνω χρέη από τη δική μας πολιτική. Το ελάχιστο, περίπου 2%-3% όλων των οφειλών δημιουργήθηκαν στην περίοδο της δικής μας διακυβέρνησης. Γιατί, πράγματι, τα απόνερα της κρίσης υπάρχουν, δεν τελείωσαν, όταν έχεις τέτοια ανεργία και τα μαγαζιά όλα δεν άνοιξαν όλα την επόμενη ημέρα που ήρθε ο ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση. Τα λουκέτα όμως και οι δρόμοι στις πόλεις από καταστήματα που έκλεισαν, ερήμωσαν όταν προηγήθηκε αυτή η πολιτική. Όταν λοιπόν υπάρχει αυτό, οφείλουμε να ρίξουμε ένα σωσίβιο να σωθεί ο κόσμος που πνίγεται. Η ΝΔ θέλει να τους το αφαιρέσει γιατί είναι ξένο προς τη δική τους νοοτροπία (...) αντίληψη μόνιμη, νεοφιλελεύθερη».
Για τη δήλωση του κ. Βρούτση ότι «εκκρεμούν πάνω από 250.000 κύριες και επικουρικές συντάξεις», ο κ. Πετρόπουλος υπογράμμισε: «Είναι περίπου 42.000 ληξιπρόθεσμες αιτήσεις. Πρέπει να επαναλάβω ότι πολλές φορές χορηγούνται συντάξεις, οι οποίες κακώς χορηγούνται διότι υπάρχουν οφειλές. Εν συνεχεία μετά από μήνες ή μετά από χρόνια σε ορισμένες περιπτώσεις ζητείται η επιστροφή των συντάξεων διότι υπηρχαν οφειλές. Ήδη στον νόμο που βάλαμε τώρα προβλέπουμε κάποιος που πήρε κακώς τη σύνταξη διότι δεν είχε πληρώσει όλες τις εισφορές ή (δεν είχε) όλες τις προϋποθέσεις και ζητείται από το σύστημα - πάντα ζητούνταν, πάντα, να επιστρέψει 50, 100, 150 και 300 χιλιάδες ευρώ και οι άνθρωποι παθαίνουν εγκεφαλικό- να μπορούν να ρυθμίσουν τις οφειλές αυτές με έναν τρόπο που ειναι πραγματικά βιώσιμος».
Όσον αφορά τις αιτιάσεις του διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος, Γιάννη Στουρνάρα, ότι τα περιθώρια χρηματοδότησης των συντάξεων από τα κρατικά ταμεία είναι πλέον στενά, ο υφυπουργός Κοινωνικής Ασφάλισης σημείωσε: «Έχει γίνει αναλογιστική μελέτη με τη συμμετοχή του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας που έχει εγκριθεί από τους δανειστές στο πλαίσιο της τρίτης αξιολόγησης ως ορθή αναλογιστική μελέτη που βγάζει το σύστημα όπως έχει δομηθεί -και θέλει να καταργήσει η ΝΔ -ως σύστημα βιώσιμο. Υπάρχει αναλογιστική μελέτη, η οποία κρίθηκε ως αποδεκτή από την Κομισιόν. Και έρχεται η ΝΔ αυτό που αποτελεί επιτυχία για τη χώρα και τον λαό μας που δεινοπάθησε τα προηγούμενα χρόνια, να το θέσει σε αμφισβήτηση. Η ΝΔ που θέλει να γίνει κυβέρνηση αμφισβητεί αυτό που αποδέχθηκαν οι δανειστές μας για να μη γίνουν άλλες μειώσεις συντάξεων».
«Και επειδή στη βάση αυτή της αναλογιστικής μελέτης συνεχίζουμε μία θετική πορεία με τους συνταξιούχους, ας περιμένουν οι συνταξιούχοι ότι μετά από αυτήν την αμφισβήτηση της αναλογιστικής μελέτης ακολουθεί η στόχευση της ΝΔ για μείωση συντάξεων που θα επέλθουν αναπόφευκτα, διότι, τυχόν μείωση από το 20% στο 15% των εισφορών θα επιφέρουν 2,5 δισ. έλλειμμα από την πρώτη χρονιά, το οποίο μπορεί να καλυφθεί μόνο με μείωση των συντάξεων(...)» πρόσθεσε.