Να μην γίνει άλλοθι τόνισε ο Γιάννης Δραγασάκης
Ρύθμιση στην οποία κυριαρχεί η έννοια του κοινωνικού συμφέροντος και η οποία διέπεται από τρεις βασικές αρχές, την κοινωνική, τη δημοσιονομική και την τραπεζική (κατάσταση), χαρακτήρισε την τροπολογία για την προστασία της α' κατοικίας, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης, Γιάννης Δραγασάκης.
Το θέμα έθεσαν τα κόμματα της αντιπολίτευσης κατά την έναρξη της συζήτησης στην Επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου του νομοσχέδιου για το εμπορικό απόρρητο και τα βιομηχανικά πάρκα, στο οποίο έχει κατατεθεί η σχετική τροπολογία.
Οι εισηγητές των κομμάτων της αντιπολίτευσης ζήτησαν να δοθεί χρόνος ώστε να γίνει εκτενής συζήτηση επί της τροπολογίας, καθώς, όπως τόνισαν, και σημαντική είναι και αφορά χιλιάδες πολίτες.
Τελικά, η Επιτροπή ομόφωνα έκανε δεκτή τη συμβιβαστική πρόταση του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου της ΔΗΣΥ, Γιάννη Κουτσούκου, ώστε να κληθούν σήμερα στις 17:00 αρμόδιοι φορείς για να εκφράσουν τις απόψεις τους.
Έτσι, αποφασίστηκε να έρθουν εκπρόσωποι της Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών, της Ένωσης Καταναλωτών, του Δικηγορικού Συλλόγου, της Ένωσης Δανειοληπτών και της Τράπεζας Ελλάδος.
«Η τροπολογία που κατέθεσε η κυβέρνηση διέπεται από τρεις αρχές. Την κοινωνική διάσταση, τη δημοσιονομική και τι πόρους μπορεί να διαθέσει το κράτος στα φτωχά νοικοκυριά, καθώς και την κατάσταση των τραπεζών. Γι' αυτό χρειάστηκε αυτός ο χρόνος. Η κυβέρνηση ενήργησε ως εκπρόσωπος των δανειοληπτών και γι' αυτό καθυστέρησε η κατάθεση της ρύθμισης. Αν ενεργούσαμε ως εκπρόσωποι των θεσμών θα είχαμε κλείσει προ πολλού τη συμφωνία», τόνισε χαρακτηριστικά ο κ. Δραγασάκης.
Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης χαρακτήρισε κατανοητές τις αντιδράσεις για την περιορισμένη συζήτηση της τροπολογίας, σημειώνοντας ότι και ο ίδιος θα ήθελε περισσότερο χρόνο, ωστόσο, θα πρέπει, όπως είπε, το θέμα να ρυθμιστεί πριν από τη συνεδρίαση του Eurogroup.
«Το καινούργιο στοιχείο, που μόνο η χώρα μας το κάνει, είναι ότι η ρύθμιση αφορά δάνεια που έχουν συνάψει έμποροι με εγγύηση την πρώτη κατοικία», τόνισε ο κ. Δραγασάκης και πρόσθεσε: «Η κυβέρνηση εκπροσώπησε με συνέπεια τις ανάγκες των δανειοληπτών στην πολύμηνη διαπραγμάτευση που έγινε με τις τράπεζες και τους θεσμούς ώστε να βοηθήσει εκείνα τα νοικοκυριά που πήραν δάνεια, αλλά λόγω ειδικών συνθηκών είναι σε δυσκολία να τα εξυπηρετήσουν. Γι' αυτό και για πρώτη φορά εγγράφει ένα ποσό στον προϋπολογισμό ώστε να βοηθήσει εκείνους που δεν μπορούν να πληρώσουν τη δόση».
«Στόχος μας είναι η μείωση των δόσεων, ώστε ο κόσμος να μπορεί να εξυπηρετεί τα δάνεια του και όχι να τα μεταφέρουμε από τις τράπεζες κάπου αλλού. Εμείς θα ψηφίσουμε την τροπολογία και, από ΄κει και πέρα, η ευθύνη θα είναι των τραπεζών να τρέξουν το πρόγραμμα», επισήμανε ο κ. Δραγασάκης.
Απαντώντας στο σχόλιο του εισηγητή του ΚΚΕ, Σάκη Βαρδαλή, που έκανε λόγο για συμβιβασμό της κυβέρνησης με τις τράπεζες και τους θεσμούς, ο κ. Δραγασάκης αντέτεινε ότι «στο θέμα των τραπεζών υπάρχει εποπτεία, είτε με μνημόνια είτε χωρίς μνημόνια».
«Μας ενδιαφέρει η κατάσταση των τραπεζών, δεκαετίες πληρώσαμε για να μην καταστραφούν και αυτό που κάνει η κυβέρνηση είναι να μη θυσιάσει τα πάντα και να βρούμε μια χρυσή τομή ξεκινώντας με τις ανάγκες αυτών που δεν έχουν να πληρώσουν. Η πρότασή μας είναι ένας συμβιβασμός, δεν είναι παράδοξο, στην οποία όμως κυριαρχεί η έννοια του κοινωνικού συμφέροντος», σημείωσε ο κ. Δραγασάκης.
«Η κυβέρνηση προσπάθησε να προασπίσει τα συμφέροντα των δανειοληπτών. Το θέμα θα είχε λήξει προ πολλού αν η προσπάθειά μας δεν ήταν να βρούμε μια λύση που να εξυπηρετεί τους δανειολήπτες. Από τον Νοέμβριο είχε αρχίσει ο δημόσιος διάλογος. Εμείς θεωρούμε ότι με βάσει τα ευρύτερα συμφέροντα της χώρας και των δανειοληπτών, ειδικά αυτών που δεν μπορούν πράγματι να εξυπηρετήσουν τα δάνεια τους, η κυβέρνηση έπρεπε να φέρει μια τροποποίηση με ποιοτικά στοιχεία που θα την καθιστούν ένα βήμα μπροστά από τα δεδομένα που υπήρχαν», υπογράμμισε ο κ. Δραγασάκης.
Αναφερόμενος στους στρατηγικούς κακοπληρωτές, ο κ. Δραγασάκης σημείωσε ότι είναι δύσκολο να τους ξεχωρίσεις, αλλά σύμφωνα με εκτιμήσεις των τραπεζών υπολογίζεται ότι είναι γύρω στο 25% αυτοί που έχουν τη δυνατότητα, αλλά συνειδητά αποφεύγουν να πληρώσουν.
«Αυτό, όμως, εμείς δεν θέλουμε να γίνει άλλοθι. Γιατί μπορεί σκόπιμα να μην πληρώνει κάποιος ενώ έχει τη δυνατότητα, ελπίζοντας να διαγραφεί το χρέος του αλλά δίπλα μας υπάρχει και το δράμα για αυτόν που πραγματικά δεν μπορεί να είναι εντάξει στις υποχρεώσεις του. Γι' αυτό μίλησα για τρεις αρχές», κατέληξε.