ΣΕΒ και ΣΕΤΕ τάσσονται υπέρ της αύξησης του κατώτατου μισθού και η ΓΣΕΕ ζητά άμεση επαναφορά του στα 751 ευρώ
Μείωση της φορολογίας, των ασφαλιστικών εισφορών και αποσύνδεση του κατώτατου από τον μέσο μισθό ζητούν μεταξύ άλλων σε κοινή ανακοίνωσή τους ο ΣΕΒ και ο ΣΕΤΕ με αφορμή την ανακοίνωση του πρωθυπουργού για αύξηση του κατώτατου μισθού. Άμεση επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ ζητά η ΓΣΕΕ.
Ειδικότερα, ΣΕΒ και ΣΕΤΕ τάσσονται υπέρ της αύξησης του κατώτατου μισθού, υποστηρίζοντας ωστόσο πως προκειμένου να μην υπάρχουν επιπτώσεις στην ανάκαμψη της οικονομίας και της απασχόλησης, ιδιαίτερα στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, είναι πλέον επιτακτική η ανάγκη:
- Να μειωθεί η φορολογία της εργασίας.
- Να συγκρατηθεί το μη μισθολογικό κόστος με τη μείωση των εισφορών.
- Να αποσυνδεθεί η αύξηση του κατώτατου μισθού από τον μέσο μισθό, με τον εξορθολογισμό της υποχρεωτικής διαιτησίας.
«Το ύψος των μισθών που μπορεί να πληρώνει μία οικονομία και μια κοινωνία στα εργαζόμενα μέλη της δεν είναι κάτι που εξαρτάται από τις επιθυμίες ή τις καλές προθέσεις της κυβέρνησης. Η πραγματικότητα είναι ότι το ύψος των μισθών, και μεταξύ αυτών το ύψος των κατώτατων μισθών, που μπορεί να αντέξει η οικονομία, συνδέεται με την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητά της, το μέγεθος της ανεργίας και της αδήλωτης εργασίας» αναφέρουν σε ανακοίνωσή του ΣΕΒ και ΣΕΤΕ.
Η θέση της ΓΣΕΕ
«Η αύξηση του κατώτατου μισθού που ανακοινώθηκε, χρησιμοποιείται ως φύλλο συκής για τη μη αποδοχή του κυρίαρχου αιτήματος της ΓΣΕΕ, για άμεση επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ, χωρίς διακρίσεις και με ταυτόχρονη νομοθέτηση της αποκατάστασης της αρμοδιότητας του εφεξής καθορισμού του κατώτατου μισθού και ημερομισθίου, για όλους τους εργαζόμενους με σχέση εξαρτημένης εργασίας στην Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας (ΕΓΣΣΕ)».
Αυτό τονίζει μεταξύ άλλων η ΓΣΕΕ, σε ανακοίνωσή της σχετικά με την αύξηση του κατώτατου μισθού και την κατάργηση του υποκατώτατου, όπως ανακοινώθηκε σήμερα από τον πρωθυπουργό. Ακόμη η ΓΣΕΕ αναφέρει ότι θεωρεί «επί της αρχής, ότι η αύξηση του κατώτατου μισθού είναι επιβεβλημένη και κινείται σε θετική κατεύθυνση», θέτει όμως «για μία ακόμα φορά τα ερωτήματα που αναδεικνύουν την πραγματικότητα».
Τα έξι ερωτήματα που απευθύνει η ΓΣΕΕ είναι τα εξής :
- Είναι πραγματική η αύξηση;
- Λαμβάνει υπόψη τις ανάγκες βιοπορισμού των εργαζομένων
- Η αύξηση αυτή θα έχει αναδρομικό χαρακτήρα για το 2018; -
- Διασφαλίζονται θεμελιώδεις συλλογικές κατακτήσεις των εργαζομένων;
- Ποια είναι η πραγματικότητα για την κατάργηση του υποκατώτατου μισθού σε βάρος των νέων εργαζομένων έως 25 χρονών;
- Η αύξηση αυτή διασφαλίζει συνολικά την έννοια του κατώτατου μισθού και του κατώτατου ημερομισθίου για όλους τους εργαζόμενους;».
Παράλληλα, η Συνομοσπονδία κάνει λόγο για «πλήγμα στην Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας (ΕΓΣΣΕ) και στις κατακτήσεις των εργαζομένων που συντελέσθηκε το 2012 παραμένει καίριο παρά την πολυδιαφημιζόμενη έξοδο από τα μνημόνια και την επιστροφή στην κανονικότητα».
«Είναι πλήγμα σε έναν θεσμό διασφάλισης των ορίων ασφαλείας στην αμοιβή και τους όρους εργασίας όλων των εργαζομένων στην ελληνική επικράτεια, που μέσω αυτού κατορθώθηκε στη δίνη της κρίσης να διατηρηθούν αρχικά τα 751,39 ευρώ (βασικός μισθός) και τα 33,57 ευρώ (βασικό ημερομίσθιο) χωρίς ηλικιακό κριτήριο και υποκατώτατο μισθό, με το επίδομα γάμου και με 3 τριετίες για τους υπαλλήλους και 6 για τους εργατοτεχνίτες», καταλήγει η ανακοίνωση.