Ο Ευρωπαίος Επίτροπος αναφέρθηκε και στις τέσσερις προκλήσεις των επόμενων εβδομάδων
Τα νέα για την Ελλάδα είναι καλά, η εμπιστοσύνη αποκαθίσταται, η 20η Αυγούστου του 2018 είναι μια ιστορική ημέρα, αλλά πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην προεκλογική περίοδο, η κυβέρνηση να μην υπαναχωρήσει από τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει και το ίδιο πρέπει να συνεχίσει και η επόμενη κυβέρνηση, όποια κι αν θα είναι αυτή. Αυτό είναι το μήνυμα που έστειλε ο Ευρωπαίος Επίτροπος αρμόδιος για τις Οικονομικές και Νομισματικές Υποθέσεις Πιερ Μοσκοβισί στην ομιλία που εκφώνησε στο δείπνο που παρέθεσε προς τιμήν του το Ελληνογαλλικό Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο σε κεντρικό ξενοδοχείο της Αθήνας.
Επίσημος προσκεκλημένος του Επιμελητηρίου, ο κ. Μοσκοβισί χαριτολόγησε λέγοντας ότι λόγω των πολιτικών εξελίξεων στο ελληνικό κοινοβούλιο έχουμε την ευκαιρία να συζητήσουμε χωρίς τη συνήθη πίεση των ΜΜΕ. Για τον ίδιο λόγο ωστόσο, είπε ότι θα συντομεύσει την επίσκεψή του στη χώρα μας, προκειμένου να μη συνδεθεί με τις συζητήσεις που διεξάγονται στο ελληνικό κοινοβούλιο. Εξάλλου, όπως διευκρίνισαν από το περιβάλλον του, είχε δεχθεί την πρόσκληση για τη σημερινή επίσκεψη, πριν από τα Χριστούγεννα.
«Να εφαρμοστούν οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις»
Η Ελλάδα εδώ και λίγους μήνες, «συνεχίζει στο δρόμο της οικονομικής ομαλότητας», σημείωσε ο Ευρωπαίος Επίτροπος «και τα νέα είναι καλά». Στις πρώτες θετικές εξελίξεις κατέγραψε «την επιτυχή είσοδο της χώρας στο Ευρωπαϊκό Εξάμηνο, παρουσιάζοντας ένα σχέδιο προϋπολογισμού για το 2019 με πρωτογενές πλεόνασμα 3,5%, το οποίο επέτρεψε να αποφύγουμε τις περικοπές των συντάξεων που προβλέπονταν για το 2019», τις οποίες όπως είπε, «η Επιτροπή και εγώ δεν θεωρούσαμε απαραίτητες».
Χαιρέτισε επίσης το γεγονός ότι «το σχέδιο προϋπολογισμού έχει μέτρα υπέρ της ανάπτυξης και της κοινωνικής συνοχής» και χαρακτήρισε σταθμούς-κλειδιά τις προσπάθειες που γίνονται για την απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας και για το κτηματολόγιο. Παράλληλα μίλησε για την ανάγκη να εφαρμοστούν οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για τον εκσυγχρονισμό της οικονομίας και διαβεβαίωσε για τον σεβασμό εκ μέρους της Κομισιόν των δικών της υποχρεώσεων.
Συνοψίζοντας τα αποτελέσματα πέντε μήνες μετά το τέλος του τρίτου προγράμματος, σημείωσε ότι «τα συμπεράσματα δεν είναι ιδιαιτέρως ανησυχητικά αλλά διαφέρουν από τομέα σε τομέα».
Αναφέρθηκε ιδιαίτερα στην ανάγκη να ενταθούν οι προσπάθειες για τη μεταρρύθμιση της κοινωνικής ασφάλειας, της αύξησης του κατώτατου μισθού και της εφαρμογής του Νόμου Κατσέλη, προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Τόνισε ωστόσο την αποφασιστικότητα του πρωθυπουργού κατά τη σημερινή συνάντησή τους, όπως είπε, να νομοθετήσει σε αυτά τα θέματα προσθέτοντας ότι υπολογίζει στην αποφασιστικότητα των ελληνικών αρχών.
«Είναι προτεραιότητα οι μεταρρυθμίσεις που περιέχονται στη συμφωνία της 22ας Ιουνίου 2018 να εκπληρωθούν στην ώρα τους», υπογράμμισε, γιατί αποτελεί δέσμευση της Ελλάδας έναντι των εταίρων της -έναντι της εκταμίευσης μιας πρόσθετης ελάφρυνσης του χρέους, ύψους 750 εκατομμυρίων ευρώ τον Μάρτιο και δεύτερον γιατί παρά την αδιαμφισβήτητη βελτίωση της ελληνικής οικονομίας- η οποία πρέπει να συνεχίσει να αναπτύσσεται ως το 2020- οι κίνδυνοι παραμένουν.
Εξηγώντας τους κινδύνους ανέφερε πρώτον ότι το ποσοστό ανεργίας παραμένει υψηλό και στους νέους φτάνει το 38%, σημειώνοντας ότι πρέπει να αναστραφεί το brain drain και δεύτερον επειδή το τραπεζικό σύστημα αν και βελτίωσε τη θέση του τα τελευταία χρόνια, είναι εύθραυστο. Τέλος σημείωσε ότι το επίπεδο των spreads στο δημόσιο χρέος συνεχίζει να αυξάνεται γεγονός που υποδηλώνει την ανησυχία των αγορών ως προς την τρωτότητα της οικονομίας.
Ενόψει της άφιξης των εκπροσώπων των θεσμών την επόμενη εβδομάδα είπε ότι η Ελλάδα πρέπει να εφαρμόσει 16 μεταρρυθμίσεις για να διασφαλίσει την εκταμίευση της πρώτης δόσης των μέτρων ελάφρυνσης του χρέους που θα αποφασιστεί στο Eurogroup της 11ης Μαρτίου.
Οι τέσσερις προκλήσεις
Μάλιστα αναφερόμενος στη δεύτερη έκθεση στο πλαίσιο της ενισχυμένης εποπτείας στα τέλη Φεβρουαρίου, είπε ότι οι προσεχείς εβδομάδες θα είναι κρίσιμες παραθέτοντας τέσσερις προκλήσεις:
Η πρώτη αφορά τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και κυρίως τις συνθήκες επενδύσεων. Είναι ένα θέμα που όπως τόνισε, συζήτησε σήμερα με πολλούς επιχειρηματίες. Για να δοθεί νέο ξεκίνημα στις επενδύσεις επιβάλλεται η ολοκλήρωση της εφαρμογής του l'Asset Development Plan για τις ιδιωτικοποιήσεις που θα προσελκύσουν νέους επενδυτές, θα δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας και θα συμβάλουν στην οικονομική ανάπτυξη.
Η δεύτερη πρόκληση αφορά την πλήρη ανόρθωση του τραπεζικού κλάδου ώστε να διευκολύνουν τις πιστώσεις. Και αυτό το θέμα ήταν στο επίκεντρο των συζητήσεων που είχε σήμερα με εκπροσώπους των τραπεζών. Πρέπει να γίνουν πολλά στο επίπεδο των μη εξυπηρετούμενων δανείων ώστε να φτάσουν τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, επανέλαβε.
Το τρίτο είναι ο εκσυγχρονισμός της δημόσιας διοίκησης και του δικαστικού συστήματος. Στο σημείο αυτό επέμεινε η πρόοδος να επικεντρωθεί στην ποιότητα της διοίκησης.
Το τέταρτο είναι η εξασφάλιση ότι η ανόρθωση της οικονομίας να είναι επωφελής για όλους τους πολίτες. Είμαστε όλοι στο πλευρό της Ελλάδας, είπε εμφατικά, θυμίζοντας τη χτεσινή δήλωση του προέδρου Γιούνκερ.
Μιλώντας για την προσωπική του συμβολή είπε ότι αγωνίστηκε ώστε το τελευταίο πρόγραμμα να περιέχει στοιχεία ενίσχυσης του δικτύου της κοινωνικής ασφάλειας και την πλήρη κάλυψη ιατρικής περίθαλψης για όλους καθώς και για ένα εισόδημα κοινωνικής αλληλεγγύης. Ωστόσο σημείωσε ότι πρέπει να γίνουν περισσότερα κι αυτό προϋποθέτει να συνεχιστούν οι μεταρρυθμίσεις για τον εκσυγχρονισμό του συστήματος υγείας και των οικογενειακών επιδοτήσεων.
«Η επόμενη κυβέρνηση να μην εγκαταλείψει τις δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί»
Κλείνοντας επεσήμανε τη σπουδαιότητα των επόμενων εβδομάδων «γιατί θα γίνουν σε ιδιαίτερο πολιτικό περιβάλλον και εννοώ τις βουλευτικές εκλογές», είπε χαρακτηριστικά, επισημαίνοντας ότι «κατά την προεκλογική περίοδο η Ελλάδα δεν πρέπει να εγκαταλείψει τις υπεύθυνες πολιτικές και την ατζέντα των μεταρρυθμίσεων». Είναι απολύτως κρίσιμο, είπε κλείνοντας, η επόμενη κυβέρνηση όποια και να είναι να συνεχίσει τον εποικοδομητικό διάλογο με την Κομισιόν και να μην εγκαταλείψει τις δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί.
Πριν την ομιλία του κ. Μοσκοβισί, απηύθυνε χαιρετισμό ο Πρόεδρος του Επιμελητηρίου Λοράν Τιλιέ και ο πρέσβης της Γαλλίας στην Ελλάδα Κριστόφ Σαντεπί. Και οι δύο μίλησαν με θερμά λόγια για τη συνεργασία της Ελλάδας και της Γαλλίας στη διάρκεια της κρίσης, τόσο σε πολιτικό επίπεδο όσο και με τη στάση που έδειξαν οι γαλλικές επιχειρήσεις οι οποίες παρέμειναν εδώ παρά τις δυσκολίες τα χρόνια της κρίσης. Σύμφωνα με τα στοιχεία που ανέφερε, στην Ελλάδα δραστηριοποιούνται περισσότερες από 100 θυγατρικές γαλλικών επιχειρήσεων και απασχολούν 13.000 εργαζόμενους.
Ο κ. Σαντεπί είπε ακόμη ότι με την έξοδο της Ελλάδας από τα οικονομικά προγράμματα και την επιστροφή στην ομαλότητα ξεπαγώνουν σχέδια νέων γαλλικών επενδύσεων που βρίσκονταν τα τελευταία χρόνια στα συρτάρια και υποστήριξε με θερμά λόγια το καινοτόμο ανθρώπινο δυναμικό που διαθέτει η Ελλάδα.
Η Ελλάδα βρίσκεται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος για την ασφάλεια και την ενέργεια στην Μεσόγειο και γίνεται βασικός παράγοντας σταθερότητας των βαλκανικών χωρών με τη Συμφωνία των Πρεσπών που θα ψηφισθεί τις ημέρες αυτές στην Βουλή, δήλωσε ο κ. Σαντεπί.
Κλείνοντας ο κ. Μοσκοβισί επεσήμανε την απειλή του λαϊκισμού ενόψει των ευρωεκλογών, είπε ότι η Ευρώπη έχει ανάγκη από μια οραματική ηγεσία και τέλος, υπενθυμίζοντας ότι διανύει το τέλος της θητείας του ως Επιτρόπου κι υπογράμμισε ότι «ως σοσιαλδημοκράτης αυτό που με απασχολεί και πρέπει να απασχολήσει και τους υπέρμαχους της Ευρώπης είναι το πρόβλημα των ανισοτήτων».