Ποιο είναι το όριο για την έκπτωση αλλά και η διαδικασία εκκαθάρισης
Με τις διατάξεις του άρθρου 36 του ν.4387/2016 (Α' 85), ρυθμίστηκε το καθεστώς ασφαλιστικών εισφορών των ασφαλισμένων που, από την 1η Ιανουαρίου 2017 και μετά, ασκούν πολλαπλή επαγγελματική δραστηριότητα, οι οποίοι υπάγονται στην ασφάλιση δύο ή περισσότερων πρώην φορέων κύριας ασφάλισης ή του Δημοσίου, καθώς και των ασφαλισμένων που παρέχουν εξαρτημένη εργασία και, συγχρόνως, ασκούν ελεύθερο επάγγελμα και υπάγονται στην ασφάλιση ενός πρώην φορέα κύριας ασφάλισης.
Σύμφωνα με απόφαση του υφυπουργού Κοινωνικής Ασφάλισης Τάσου Πετρόπουλου, η οποία αναρτήθηκε στη «Διαύγεια», το συνολικό εισόδημα που υπόκειται σε ασφαλιστικές εισφορές σε περίπτωση πολλαπλής άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας (μισθωτής και μη μισθωτής ή πολλαπλής μη μισθωτής) δεν μπορεί αθροιστικά να υπερβαίνει σε μηνιαία βάση το 10πλάσιο του βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών (σήμερα 5.860,80 ευρώ).
Ως προς το κατώτατο όριο, το μηνιαίο εισόδημα μη μισθωτού δεν μπορεί αθροιστικά να υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί στο βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών (σήμερα 586,08 ευρώ) ή του 70% αυτού για τους ασφαλισμένους του πρώην ΟΓΑ και τους ασφαλισμένους του πρώην ΟΑΕΕ και του ΕΤΑΑ κάτω 5ετίας (σήμερα 410,26 ευρώ). Για τους μισθωτούς με πλήρη απασχόληση άνω ή κάτω των 25 ετών, ο μηνιαίος μισθός δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού 586,08 ευρώ ή 510,95 ευρώ, αντίστοιχα.
Διαδικασία εκκαθάρισης
Μέχρι σήμερα, οι υπηρεσίες του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ) έχουν ολοκληρώσει τη διαδικασία εκκαθάρισης των ασφαλιστικών εισφορών έτους 2017 στις περιπτώσεις ασφαλισμένων που ασκούν αποκλειστικά μη μισθωτή δραστηριότητα ή ασκούν πολλαπλή μη μισθωτή δραστηριότητα και εκκρεμεί η εκκαθάριση των ασφαλιστικών εισφορών σε περίπτωση μισθωτής απασχόλησης και μη μισθωτής απασχόλησης.
Για την εκκαθάριση των ασφαλιστικών εισφορών σε περιπτώσεις ασφαλισμένων που ασκούν μισθωτή και μη μισθωτή απασχόληση, ελέγχεται σε μηνιαία βάση, εάν ασκήθηκε ταυτόχρονα μισθωτή και μη μισθωτή απασχόληση. Στις περιπτώσεις που εντός του ίδιου μήνα προκύπτει χρόνος ασφάλισης μισθωτού λιγότερος των 25 ημερών και χρόνος ασφάλισης μη μισθωτού για το σύνολο του μήνα, το γεγονός ότι οι ημέρες ασφάλισης για τη μισθωτή απασχόληση είναι λιγότερες των 25 δεν μεταβάλλει τον τρόπο εφαρμογής του άρθρου 36 παρ. 1 του ν. 4387/2016.
Για τη διενέργεια της εκκαθάρισης, λαμβάνονται οι μηνιαίες Αναλυτικές Περιοδικές Δηλώσεις (ΑΠΔ) που έχουν υποβληθεί και αφορούν τους μήνες του 2017, στις οποίες περιλαμβάνονται οι τρέχουσες για το έτος 2017 αποδοχές. Για το ασκούμενο ελεύθερο επάγγελμα ή την αυτοαπασχόληση ή την αγροτική δραστηριότητα (οποιαδήποτε δραστηριότητα δημιουργεί υποχρέωση ασφάλισης στον πρώην ΟΓΑ), λαμβάνεται το εισόδημα από την άσκηση της επαγγελματικής δραστηριότητας κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος, δηλαδή του έτους 2016. Σε περίπτωση που ο ασφαλισμένος έχει καταβάλει, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, ασφαλιστικές εισφορές, βάσει του άρθρου 38 του ν. 4387/2016, το σχετικό εισόδημα αφαιρείται για τον υπολογισμό της εισφοράς μη μισθωτού.
Όπως αναφέρεται στην υπουργική απόφαση, τα Δώρα Εορτών και το Επίδομα Αδείας που καταβάλλονται στους μισθωτούς αθροίζονται και τα ποσά επιμερίζονται ισομερώς στους μήνες για τους οποίους προκύπτει μισθωτή απασχόληση. Κατά τον ίδιο τρόπο, αντιμετωπίζονται και τυχόν ποσά που καταβάλλονται εφάπαξ στον απασχολούμενο μισθωτό, τα οποία δεν αφορούν συγκεκριμένους μήνες απασχόλησης, αλλά συνολικά την παροχή μισθωτής εργασίας, (για παράδειγμα bonus, επίδομα ισολογισμού, κ.λπ.).
Ως προς την εισφορά ανεργίας, στις περιπτώσεις παράλληλης απασχόλησης μισθωτού και μη μισθωτού, καταβάλλεται υπέρ του Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ) μία εισφορά και, συγκεκριμένα, η προβλεπόμενη ποσοστιαία εισφορά μισθωτού. Η μηνιαία εισφορά, ύψους 10,00 ευρώ, υπέρ του Ειδικού Λογαριασμού Ανεργίας Αυτοτελώς και Ανεξαρτήτως Απασχολουμένων για τα πρόσωπα που εμπίπτουν στις ρυθμίσεις του άρθρου 44 παρ. 2 του ν. 3986/2011, όπως ισχύει, εισπράττεται στις περιπτώσεις πολλαπλής απασχόλησης μόνο εφόσον δεν προκύπτει υποχρέωση καταβολής εισφοράς υπέρ του ΟΑΕΔ για τη μισθωτή απασχόληση.
Σε περίπτωση πολλαπλής απασχόλησης όπου προκύπτει για το υπό εκκαθάριση έτος εισόδημα από άσκηση αγροτικής δραστηριότητας μικρότερο των 4.923,12 ευρώ, ετησίως, δεν έχουν εφαρμογή οι ρυθμίσεις του άρθρου 36 παρ. 1 του ν. 4387/2016. Συνεπώς, δεν προκύπτει υποχρέωση καταβολής ασφαλιστικών εισφορών για την ασκούμενη αγροτική δραστηριότητα. Όσον αφορά στην εισφορά για τον Λογαριασμό Αγροτικής Εστίας (ΛΑΕ), σε περίπτωση πολλαπλής απασχόλησης, η προβλεπόμενη από άρθρο 40 παρ. 10 του ν. 4387/2016 εισφορά δεν καταβάλλεται, εφόσον έχει καταβληθεί ασφαλιστική εισφορά υπέρ ΟΑΕΔ από ασκούμενη μισθωτή ή μη μισθωτή απασχόληση.
Τα ανωτέρω εφαρμόζονται αντίστοιχα για τα πρόσωπα που απασχολούνται στο Δημόσιο ή τον ευρύτερο δημόσιο τομέα (τακτικοί και μετακλητοί υπάλληλοι, αιρετά όργανα, μέλη διοίκησης) και συγχρόνως ασκούν και άλλη δραστηριότητα. Σε περίπτωση που για μία εκ των ασκούμενων επαγγελματικών δραστηριοτήτων προκύπτει υποχρέωση ασφάλισης στον ΕΦΚΑ, βάσει των σχετικών διατάξεων του πρώην ΝΑΤ, τα ανωτέρω εφαρμόζονται για ναυτολόγια που χορηγούνται από 1/7/2017 και εφεξής.
Με βάση την υπουργική απόφαση, θα ελέγχεται, εάν υπάρχει υπέρβαση του ανώτατου ορίου μηνιαίου εισοδήματος (5.860,80 ευρώ) και, σε περίπτωση που προκύπτει ότι έχουν καταβληθεί ασφαλιστικές εισφορές επί υψηλότερου μηνιαίου εισοδήματος, το σχετικό επιπλέον ποσό θα επιστρέφεται ως αχρεωστήτως καταβληθέν.
Ως προς το κατώτατο όριο μηνιαίου εισοδήματος, όπως αυτό ισχύει κατά περίπτωση ασφαλισμένου (ασφαλισμένος άνω ή κάτω 5ετίας), σε περίπτωση που προκύπτει ότι ο ασφαλισμένος έχει καταβάλει χαμηλότερη της προβλεπόμενης ελάχιστη εισφορά, η προκύπτουσα διαφορά καταβάλλεται από τον ασφαλισμένο.
Επίσης, θα πρέπει να καταβληθεί και η προβλεπόμενη εισφορά για τον Ειδικό Λογαριασμό Ανεργίας Αυτοτελώς και Ανεξάρτητα Απασχολουμένων.
Όσον αφορά στον έλεγχο που απαιτείται, προκειμένου να διαπιστωθεί ότι το εισόδημα του ασφαλισμένου που έχει υπαχθεί στις διατάξεις του άρθρου 39 παρ. 9 του ν. 4387/2016, προέρχεται αποκλειστικά από τους δύο, κατ' ανώτατο όριο, αντισυμβαλλόμενους, και, συνεπώς, δεν ασκείται παράλληλα ελεύθερο επάγγελμα ή αυτοαπασχόληση, αυτός θα διενεργηθεί μεταγενέστερα.
Ασφαλιστικές εισφορές υγειονομικών αμειβόμενων με ΔΠΥ
Από τις διατάξεις του άρθρου 39 παρ. 9 του ν. 4387/2016 εξαιρούνται οι υγειονομικοί (ασφαλισμένοι του πρώην ΕΤΑΑ-ΤΣΑΥ) που αμείβονται με Δελτίο Παροχής Υπηρεσιών (ΔΠΥ), για τους οποίους εξακολουθεί να εφαρμόζεται το άρθρο 4 του ν. 982/1979, Α' 239.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την ανωτέρω διάταξη, τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που απασχολούν υγειονομικούς, καθώς και οι επιχειρήσεις και τα νομικά πρόσωπα που εξομοιώνονται με το Δημόσιο, υποχρεούνται σε καταβολή εργοδοτικής εισφοράς, υπολογιζόμενη επί των αποδοχών. Στις αποδοχές υπολογίζεται και κάθε ποσό που καταβάλλεται από τον εργοδότη, ασχέτως εξαρτημένης ή μη σχέσης προς το πρόσωπο που λαμβάνει την αμοιβή και ανεξαρτήτως του τρόπου πληρωμής του κατά χρονική μονάδα ή κατ' επίσκεψη ή σε ποσοστό ή με οποιαδήποτε άλλη μορφή.
Με βάση την ανωτέρω καταστατική διάταξη του πρώην ΕΤΑΑ-ΤΣΑΥ, για τους υγειονομικούς που απασχολούνται με ΔΠΥ προβλέπεται επιμερισμός της ασφαλιστικής εισφοράς μεταξύ ασφαλισμένου και αντισυμβαλλομένου. Στην περίπτωση αυτή, όμως, δεν τίθεται περιορισμός ως προς τον αριθμό αντισυμβαλλομένων και ως προς την ύπαρξη ή μη εισοδήματος από άσκηση άλλης επαγγελματικής δραστηριότητας. Σε κάθε, όμως, περίπτωση ελέγχεται η καταβολή της ελάχιστης μηνιαίας εισφοράς αυτοαπασχολουμένου και, εάν αυτή δεν έχει καλυφθεί, η σχετική διαφορά καταβάλλεται από τον ασφαλισμένο. Επίσης, θα πρέπει να καταβληθεί και η προβλεπόμενη εισφορά για τη Στέγη Υγειονομικών και για τον Ειδικό Λογαριασμό Ανεργίας Αυτοτελώς και Ανεξάρτητα Απασχολουμένων-Κλάδος ασφαλισμένων του πρώην ΕΤΑΑ.