Τι επισημαίνει για τις επιπτώσεις στον ιδιωτικό τομέα
Τις ενστάσεις του σχετικά με τον προϋπολογισμό 2019 διατυπώνει η Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας (ΓΣΕΒΕΕ), επισημαίνοντας τις βλαπτικές συνέπειες για τον ιδιωτικό τομέα από τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, τον περιορισμό των προγραμμάτων δημοσίων επενδύσεων και την ιδιαίτερα υψηλή φορολόγηση.
Η ΓΣΕΒΒΕ αναφέρει, ότι ο κρατικός προϋπολογισμός για το 2019 είναι ο πρώτος κρατικός προϋπολογισμός μετά το 2009, που διαμορφώνεται από την ελληνική κυβέρνηση, χωρίς την άμεση εμπλοκή των δανειστών και ως εκ τούτου έχουν διαμορφωθεί σοβαρές προσδοκίες για χαλάρωση, τουλάχιστον, του αυστηρού μακροοικονομικού πλαισίου. Προσθέτει ωστόσο, ότι τα περιθώρια χάραξης της οικονομικής πολιτικής περιορίζονται σοβαρά λόγω του κύκλου συντονισμού οικονομικής και δημοσιονομικής πολιτικής του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου και του πλαισίου ενισχυμένης εποπτείας.
Επιπλέον, κατά την εκτίμηση της ΓΣΕΒΕΕ, η συνεχής επιδίωξη πρωτογενών πλεονασμάτων πάνω από τα συμφωνημένα επίπεδα του 3,5% του ΑΕΠ πιθανότατα θα συμπιέσουν τον ιδιωτικό τομέα, τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, γεγονός που αποτυπώνεται και από τον περαιτέρω περιορισμό των προγραμμάτων δημοσίων επενδύσεων.
Παρότι η ελληνική οικονομία κατορθώνει να επιτύχει και φέτος θετικό δημοσιονομικό πλεόνασμα, σημαντικές εκκρεμότητες παραμένουν, όπως η αποπληρωμή ληξιπρόθεσμων οφειλών προς τον ιδιωτικό τομέα για τις οποίες, όπως εκτιμά η ΓΣΕΒΕΕ, κάθε νέα καθυστέρηση οδηγεί σε απώλεια της αναπτυξιακής δυναμικής και περιορίζει τις προοπτικές της ελληνικής επιχειρηματικότητας. Επιπλέον και δεδομένου ότι η επιχειρηματική δραστηριότητα συντελείται σε περιβάλλον ιδιαίτερα υψηλής φορολόγησης, το μέρισμα από τη μεγέθυνση της ελληνικής οικονομίας δεν διαχέεται στο σύνολο της επιχειρηματικότητας.