Ενθαρρυντικά είναι τα μηνύματα για τον τραπεζικό τομέα, σύμφωνα με το διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος
Ενθαρρυντικά είναι τα μηνύματα για τον τραπεζικό τομέα, σύμφωνα με το διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννη Στουρνάρα. Όπως τόνισε σε ομιλία του στο Οικονομικό Συνέδριο που διεξάγεται από το πρωί στην Κεντρική Τράπεζα, μετά από τρεις γύρους ανακεφαλαιοποιήσεων, οι ελληνικές τράπεζες έχουν από τους υψηλότερους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας στη ζώνη του ευρώ και διαθέτουν επαρκή κεφαλαιακά αποθέματα ασφαλείας για να απορροφήσουν επιπλέον πιστωτικές ζημίες, όπως έδειξε και η πανευρωπαϊκή άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων (stress test) που ολοκληρώθηκε πρόσφατα.
Επίσης, οι ελληνικές τράπεζες έχουν βελτιώσει σημαντικά τη ρευστότητά τους, περιορίζοντας την εξάρτησή τους από την κεντρική τράπεζα για χρηματοδότηση, ανακτώντας την πρόσβαση στη διατραπεζική αγορά κι εκδίδοντας καλυμμένες ομολογίες. Παράλληλα, οι καταθέσεις πελατών αυξάνονται σταδιακά.
Ωστόσο, σύμφωνα με τον κ. Στουρνάρα, ο λόγος των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων προς το σύνολο των ανοιγμάτων παραμένει υψηλός και αποτελεί τη σημαντικότερη πρόκληση για τον ελληνικό τραπεζικό τομέα. Σύμφωνα με τα στοιχεία που επικαλέστηκε, οι προσπάθειες των τραπεζών για την μείωσή τους έχουν αρχίσει ν' αποδίδουν, καθώς στο τέλος Ιουνίου του 2018, το απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων έφθασε τα 88,6 δισ. ευρώ (47,6% του συνόλου των ανοιγμάτων), μειωμένο κατά 17,3% ή 18,6 δισ. ευρώ από το ανώτατο επίπεδο που είχε καταγραφεί το Μάρτιο του 2016.
Όπως είπε, μέχρι σήμερα, η μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων προέρχεται κατά κύριο λόγο από διαγραφές δανείων. Κατά την προσεχή περίοδο, αυξημένη συμβολή αναμένεται να έχουν οι πωλήσεις και οι τιτλοποιήσεις μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, σε συνδυασμό με τις εισπράξεις, τη ρευστοποίηση εξασφαλίσεων και τις επιτυχείς ρυθμίσεις δανείων. Ο ρυθμός μείωσης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων αναμένεται να επιταχυνθεί, με βάση τους αναθεωρημένους, πιο φιλόδοξους στόχους των τραπεζών για τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα που έχουν τεθεί για την περίοδο έως το 2021.
Αναφερόμενος στην πρόσφατη κρίση, την χαρακτήρισε ως τη σοβαρότερη των τελευταίων 75 ετών. Επεσήμανε ότι οι Κεντρικές Τράπεζες ανταποκρίθηκαν ικανοποιητικά, πρόσθεσε δε, ότι παρά τις πρωτοβουλίες που έχουν ήδη αναληφθεί, πολλές προκλήσεις παραμένουν και χρειάζεται να γίνουν ακόμη πολλά, καθώς ακόμη και σήμερα, μεγάλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα τα οποία ασκούν δραστηριότητες παρόμοιες με αυτές των τραπεζών, χωρίς να έχουν άδεια να λειτουργούν ως τράπεζες, δεν υπόκεινται σε επαρκή παρακολούθηση και εποπτεία. Προκλήσεις επίσης υπάρχουν πέραν του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Μιλώντας στο ίδιο συνέδριο, ο διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Φιλανδίας Ολ. Ρεν, υποστήριξε ότι η νομισματική πολιτική θα πρέπει να παραμείνει χαλαρή, προκειμένου να συμβάλει στην ανάκαμψη της ευρωπαϊκής οικονομίας. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά, η ευρωπαϊκή νομισματική πολιτική έχει μπροστά της ακόμη αρκετό δρόμο.