Είναι πλέον θέμα των πολιτικών της και της υπευθυνότητάς τους να ενισχύσουν περαιτέρω το επενδυτικό κλίμα, υποστήριξε σε ομιλία του ο Γερούν Ντάισελμπλουμ
H Ελλάδα μετά την ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος, είναι πλέον μια ανεξάρτητη χώρα και θα πρέπει να είναι ανεξάρτητη και οικονομικά. Είναι πλέον θέμα των πολιτικών της και της υπευθυνότητάς τους να ενισχύσουν περαιτέρω το επενδυτικό κλίμα και γενικότερα να ενισχύσουν περισσότερο την εμπιστοσύνη στο εσωτερικό της χώρας αλλά και στο εξωτερικό. Την άποψη αυτή εξέφρασε ο Γερούν Ντάισελμπλουμ, σε ομιλία του κατά τη διάρκεια παρουσίασης του βιβλίου του με τίτλο «Η κρίση του ευρώ - η Ιστορία εκ των έσω σε Ευρώπη, Ελλάδα και Κύπρο».
Ο Γερούν Ντάισελμπλουμ έδωσε έμφαση στην περαιτέρω ενίσχυση του επενδυτικού κλίματος και στην ανάγκη επίτευξης ακόμη υψηλότερων αναπτυξιακών ρυθμών και προσέλκυσης νέων επενδύσεων. Μιλώντας γενικότερα για την κρίση του ευρώ, επισήμανε ότι θα πρέπει να διδαχθούμε από το πώς φθάσαμε μέχρι εκεί, από τους χειρισμούς που έγιναν και την γενικότερη αντιμετώπισή της, επισημαίνοντας ότι θα πρέπει να μην επαναληφθούν λάθη του παρελθόντος.
Ερωτηθείς για τους υψηλούς φορολογικούς συντελεστές στην Ελλάδα, ο πρώην πρόεδρος του Eurogroup εξέφρασε τον προβληματισμό του για το γεγονός ότι καθώς θα πλησιάζουν οι εκλογές στην Ελλάδα, πολιτικοί από τη δεξιά και την αριστερά, θα προχωρούν σε διάφορες εξαγγελίες, μεταξύ των οποίων και για μειώσεις φόρων. «Ρωτήστε τους πώς θα χρηματοδοτήσουν αυτές τις μειώσεις» είπε ο Γερούν Ντάισελμπλουμ.
«Στόχος οι πολίτες να χαίρονται που ζουν σε αυτή τη χώρα»
Μιλώντας στην εκδήλωση, ο Δημήτρης Λιάκος, υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ, αναφερόμενος στο τρίτο πρόγραμμα προσαρμογής της ελληνικής οικονομίας, είπε ότι η συμφωνία πέτυχε και ολοκληρώθηκε - και τώρα θα πρέπει να συνεχισθεί η προσπάθεια να γίνουν πράγματα που δεν έχουν τελειώσει. Στόχος - επεσήμανε - είναι όλοι οι πολίτες να χαίρονται που ζουν σε αυτή την χώρα.
Ο κ. Λιάκος ανέφερε μεταξύ άλλων, πως αν στο τρίτο πρόγραμμα είχαν ενσωματωθεί και εισακουσθεί ιδέες, όπως η δημιουργία ενός οργανισμού για την διαχείριση των «κόκκινων» δανείων, τα πράγματα θα ήταν καλύτερα σήμερα. Αναφερόμενος στον Γερούν Ντάισελμπλουμ και στην θητεία του ως επικεφαλής στο Eurogroup, είπε ότι αφήνει ένα θετικό πρόσημο, καθώς συνέβαλε στην αποφυγή της διάλυσης της Ευρωζώνης.
«Οι Έλληνες έγιναν περισσότερο ορθολογιστές»
Από την πλευρά του ο Γκίκας Χαρδούβελης, καθηγητής του Πανεπιστημίου Πειραιώς και πρώην υπουργός Οικονομικών, ανέφερε ότι η κρίση ξεγύμνωσε τους λαϊκιστές και έκανε τους Έλληνες πιο ορθολογιστές. Χαιρέτισε επίσης το ρόλο του Γερούν Ντάισελμπλουμ στην παραμονή της χώρα μας στην Ευρωζώνη. Ο πρώην υπουργός Οικονομικών στάθηκε μεταξύ άλλων «στην προσβολή ότι η χώρα μας δεν μπήκε στην Ευρωζώνη με το σπαθί της», αναφέροντας τις ευθύνες της ευρωπαϊκής στατιστικής υπηρεσίας.
«Η Ελλάδα έγινε πιο ανταγωνιστική»
Ο Νίκος Βέττας, γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ και καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, ανέφερε ότι η Ελλάδα δεν παράγει πλέον δίδυμα ελλείμματα και έχει γίνει πιο ανταγωνιστική, επισημαίνοντας όμως ότι πρέπει να είμαστε σε εγρήγορση, Επισήμανε επίσης ότι χάθηκε η ευκαιρία να αλλάξει δομικά η ελληνική οικονομία, παρά το γεγονός ότι σωθήκαμε από την καταστροφή.
«Λάθος το μείγμα της πολιτικής των προγραμμάτων»
Ο πρόεδρος του ΣΕΒ, Θεόδωρος Φέσσας, σημείωσε ότι έχουν γίνει σημαντικά βήματα προόδου, που σταδιακά εκσυγχρονίζουν την ελληνική οικονομία και την κάνουν πιο ανταγωνιστική. Στάθηκε ιδιαίτερα στο γεγονός, ότι και τα τρία προγράμματα προσαρμογής και - ειδικά το τελευταίο - χτίστηκαν με την συμμετοχή των εταίρων μας πάνω σε ένα λάθος μείγμα πολιτικής, με την υπερφορολόγηση κάθε παραγωγικής δραστηριότητας και «δυστυχώς αυτό το λάθος μείγμα πολιτικής συνεχίζεται και σήμερα μετά τη λήξη των μνημονίων».
«Πρώτη προτεραιότητα της οικονομικής πολιτικής, οφείλει να είναι η τόνωση της παραγωγής κυρίως μέσω της στοχευμένης μείωσης της υπερφορολόγησης της εργασίας, που με τη σειρά της θα φέρει πραγματική αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος των εργαζομένων, των επενδύσεων και των θέσεων απασχόλησης. Αποδέκτες αυτής της μείωσης φόρων και εισφορών, πρέπει να είναι πρωτίστως οι εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα, που βλέπουν μεγάλο τμήμα του εισοδήματός τους να κατευθύνεται σε μη ανταποδοτικούς φόρους και εισφορές» κατέληξε ο κ. Φέσσας.