Έφθασε το 24,52%, το υψηλότερο επίπεδο από τότε που ανήλθε στην εξουσία ο Ερντογάν
Στο υψηλότερο επίπεδο από τότε που αναρριχήθηκε ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην εξουσία το 2003 ανήλθε ο πληθωρισμός τον Σεπτέμβριο στη γειτονική μας χώρα, σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποίησε η Turkstat.
Συγκεκριμένα, οι τιμές καταναλωτή αυξήθηκαν στο 24,52% σε ετήσια βάση, στο υψηλότερο επίπεδο από τον Αύγουστο του 2003, καθώς ο αντίκτυπος της νομισματικής κρίσης στην Τουρκία συνεχίζει να πλήττει την οικονομία. Μάλιστα, η αύξηση αυτή του πληθωρισμού επήλθε παρά την αύξηση του βασικού επιτοκίου της Κεντρικής Τράπεζας στις 6 Σεπτεμβρίου κατά 6,25% στο 24%, σε μια προσπάθεια να δοθεί στήριξη στην λίρα, η συναλλαγματική ισοτιμία της οποίας καταγράφει μεγάλες απώλειες από τις αρχές του 2018.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Turkstat, η αύξηση του πληθωρισμού οφείλεται στην άνοδο των τιμών στα τρόφιμα και τα μη αλκοολούχα ποτά στο 27,70% έναντι 19,75% τον Αύγουστο, των μεταφορών στο 36,61% έναντι 27,13%, στη στέγαση και τις υπηρεσίες κοινής ωφέλειας στο 21,84% έναντι 16,30%, στην επίπλωση και τον οικιακό εξοπλισμό στο 37,28% έναντι 23,76%, στις τιμές ξενοδοχείων και καταστημάτων καφέ και εστίασης στο 19,09% έναντι 14,83%, στην ένδυση και υπόδυση στο 17,16% έναντι 13,59%, στις τιμές των αλκοολούχων ποτών και του καπνού στο 1,88% έναντι 1,81% και στις τιμές διάφορων αγαθών και υπηρεσιών στο 30,61% έναντι 23,23% τον Αύγουστο.
Ο ετήσιος ρυθμός του πυρήνα του πληθωρισμού, στον οποίο εξαιρούνται οι τιμές στην ενέργεια, τα τρόφιμα, τα αλκοολούχα και μη αλκοολούχα ποτά, τον καπνό και τον χρυσό, σημείωσε άνοδο 24,05% τον Σεπτέμβριο από 17,22% τον Αύγουστο. Σε μηνιαία βάση οι τιμές καταναλωτή σημείωσαν άνοδο 6,30% το Σεπτέμβριο, πολύ υψηλότερες από τις προσδοκίες της αγοράς για άνοδο 3,60% και μετά από αύξηση κατά 2,3% που είχε καταγραφεί τον Αύγουστο. Οι μεγαλύτερες αυξήσεις σημειώθηκαν στις τιμές επίπλων και οικιακού εξοπλισμού (11,41%), στις μεταφορές (9,15%), στα διάφορα αγαθά και υπηρεσίες (7,42%), στην αναψυχή και τον πολιτισμό (6,62%) και στα τρόφιμα και τα μη αλκοολούχα ποτά (6,40%).