Επιβεβαιώνοντας τη βαθμολογία για τη μακροοικονομική ευρωστία στο B- και το rating βιωσιμότητας στο b-
Σε αναβάθμιση των προοπτικών για τη μακροπρόθεσμη αξιολόγηση της Τράπεζας Κύπρου σε θετικές από σταθερές προχώρησε ο οίκος αξιολόγησης Fitch, επιβεβαιώνοντας τη βαθμολογία για τη μακροοικονομική ευρωστία στο B- και το rating βιωσιμότητας στο b-.
Σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση, η αναβάθμιση ακολουθεί την ανακοίνωση ότι η Τράπεζα Κύπρου είναι σε διαδικασία τιτλοποίησης δανείων 2,8 δισ. ευρώ μεταξύ των οποίων και ΜΕΔ 2,7 δισ. ευρώ που αντιστοιχούν στο ένα τρίτο της συνολικής έκθεσης της τράπεζα σε ΜΕΔ.
Όπως αναφέρεται, η τιτλοποίηση θα είναι θετική για το προφίλ πιστωτικού κινδύνου της τράπεζας ενώ θα μειώσει την επιβάρυνση της κεφαλαιακής βάσης της τράπεζας από προβληματικά στοιχεία ενεργητικού.
Η συναλλαγή είναι υπό την αίρεση της έγκρισης από τις εποπτικές αρχές και αναμένεται να οριστικοποιηθεί τέλη του 2018 ή αρχές του πρώτου τριμήνου του 2019.
Ο οίκος θεωρεί ότι ο κίνδυνος εκτέλεσης της συναλλαγής είναι μικρός, λαμβάνοντας υπόψη τα ισχυρά κίνητρα για όλα τα εμπλεκόμενα μέρη να ολοκληρώσουν τη συμφωνία.
Η αναβάθμιση των προοπτικών αντικατοπτρίζει επίσης την πρόοδο που έχει σημειώσει η τράπεζα στην οργανική μείωση του όγκου προβληματικών περιουσιακών στοιχείων, με τη βοήθεια του βελτιωμένου λειτουργικού περιβάλλοντος στην Κύπρο και της προσδοκίας του οίκου ότι αυτή η τάση θα συνεχιστεί και στους επόμενους 18-24 μήνες.
Στην ανακοίνωσή του ο οίκος, αναφέρει ότι η βαθμολογία για τη χρηματοοικονομική ευρωστία αντικατοπτρίζει τη χαμηλή ποιότητα των στοιχείων ενεργητικού της τράπεζας, γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα την πολύ μεγάλη επιβάρυνση του κεφαλαίου από μη εξυπηρετούμενα περιουσιακά στοιχεία και περιορίζει την κερδοφορία.
Μόλις ολοκληρωθεί, η συμφωνία θα βελτιώσει την ποιότητα του δανειακού χαρτοφυλακίου της τράπεζας, αλλά ο δείκτης ΜΕΔ αναμένεται να παραμείνει ψηλός στο 38% τον Ιούνιο του 2018.
Η εκτίμηση για την ποιότητα των περιουσιακών στοιχείων λαμβάνει επίσης υπόψη την καλή ποιότητα των λοιπών στοιχείων ενεργητικού της τράπεζας, ιδίως μετρητών και υπολοίπων σε κεντρικές τράπεζες (Euro4,2 δισ. ή 18% του συνόλου των περιουσιακών στοιχείων στο τέλος Ιουνίου 2018).