Στο τραπέζι πιθανή υιοθέτηση capital controls - Η συνεχή βουτιά της λίρας και οι κυρώσεις από τις ΗΠΑ
Στο κατώφλι του ΔΝΤ φαίνεται πως βρίσκεται ξανά η Τουρκία. Σε δημοσίευμα τους οι Financial Times σχολιάζουν τον τρόπο με τον οποίο η Ουάσινγκτον θα μπορούσε να προκαλέσει την κατάρρευση της τουρκικής οικονομίας, ενώ δημοσίευμα του Bloomberg αναφέρει ότι η Άγκυρα βρίσκεται ήδη στον προθάλαμο του ΔΝΤ και της εισαγωγής κεφαλαιακών ελέγχων.
Όπως αναφέρει στους Financial Times η Τατιάνα Όρλοβα, ιδρύτρια και επικεφαλής οικονομολόγος της Emerginomics, όταν την περασμένη εβδομάδα το αμερικανικό Υπουργείο Οικονομικών ανακοίνωσε κυρώσεις εναντίον δύο Τούρκων υπουργών λόγω της συνεχιζόμενης κράτησης του Αμερικανού πάστορα, το γεγονός δεν αποτέλεσε έκπληξη καθώς τα τελευταία χρόνια, η Τουρκία έχει βρεθεί συχνά σε αντιπαράθεση τόσο με την ΕΕ όσο και με τις ΗΠΑ για θέματα της εσωτερικής ή της εξωτερικής της πολιτικής. Κι όλα αυτά ενώ οι ΗΠΑ ερευνούν τις δραστηριότητες της κρατικής τράπεζας Halkbank για παραβίαση των κυρώσεων εναντίον του Ιράν, ενώ έχουν επίσης προετοιμάσει κατάλογο τουρκικών εταιρειών και ιδιωτών εναντίον των οποίων ενδέχεται να επιβληθούν νέες κυρώσεις.
«Για να αξιολογήσουμε την μελλοντική πορεία της Τουρκίας θα πρέπει να δούμε τι συνέβη με τη ρωσική οικονομία μετά την προσάρτηση της Κριμαίας τον Μάρτιο του 2014. Την εποχή εκείνη, η οικονομική ανάπτυξη της χώρας ήταν ισχυρή, το επίπεδο του χρέους χαμηλό και η κεντρική τράπεζα είχε καθαρά συναλλαγματικά διαθέσιμα ύψους 470 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Οι κυρώσεις που επιβλήθηκαν όμως από την ΕΕ και τις ΗΠΑ μετά την εισβολή προκάλεσαν νομισματική κρίση και μια ύφεση που κράτησε δύο χρόνια. Οι ρωσικές εταιρείες αποκλείστηκαν από τις διεθνείς κεφαλαιαγορές και δεν μπόρεσαν να επαναγοράσουν το χρέος τους. H ζήτηση συναλλάγματος εκτοξεύτηκε στα ύψη. Η κρίση αυτή, σε συνδυασμό με την πτώση των τιμών του πετρελαίου, οδήγησε σε υποτίμηση του ρουβλίου έναντι του δολαρίου κατά 50%», σημειώνει η κα Ορλόβα.
Ευτυχώς για την οικονομία, συνεχίζει το άρθρο, ο Βλαντίμιρ Πούτιν είχε αναθέσει την οικονομική πολιτική σε μια ομάδα τεχνοκρατών.
«Η κεντρική τράπεζα απελευθέρωσε την ισοτιμία του ρουβλίου και αύξησε το βασικό της επιτόκιο κατά 750 μονάδες βάσης. Ένα κρατικό επενδυτικό κεφάλαιο στέρεψε, τα συναλλαγματικά αποθέματα μειώθηκαν κατά 150 δισεκατομμύρια δολάρια, αλλά αποφεύχθηκαν τα capital controls και η κεντρική τράπεζα απέκτησε μεγαλύτερη ανεξαρτησία», αναφέρει.
Η τουρκική οικονομία, αντίθετα, αναπτύχθηκε πάνω από 7% το 2017, γεγονός που συνοδεύτηκε από αύξηση του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών και μικρή αύξηση του δημοσιονομικού ελλείμματος. Παρόλο που το δημόσιο χρέος της Τουρκίας είναι σχετικά μικρό, το εξωτερικό της χρέος είναι ως ποσοστό του ΑΕΠ πολύ μεγαλύτερο από εκείνο της Ρωσίας το 2014. Αντίθετα με τη Ρωσία, η Τουρκία δεν έχει επαρκές δημοσιονομικό ή συναλλαγματικό μαξιλαράκι. Με καθαρά συναλλαγματικά διαθέσιμα μόλις 74 δισεκατομμυρίων δολαρίων, η κεντρική τράπεζα δεν έχει μεγάλα περιθώρια να βοηθήσει τις επιχειρήσεις να αναχρηματοδοτήσουν το χρέος τους.
Η απομάκρυνση των επενδυτών από τις αναδυόμενες αγορές αποδυνάμωσε φέτος την τουρκική λίρα κατά 25% έναντι του δολαρίου. Αυτό πυροδότησε τον πληθωρισμό και κατέστησε ανεπιθύμητη την περαιτέρω υποτίμηση της λίρας.
Οι νέες αμερικανικές κυρώσεις αυξάνουν τον κίνδυνο μιας κρίσης του ισοζυγίου πληρωμών. Η υπερχρέωση των επιχειρήσεων προκαλεί ανησυχία. Οι τουρκικές τράπεζες έχουν συναλλαγματικά διαθέσιμα ύψους 55 δισεκατομμυρίων δολαρίων, αλλά τους επόμενους 12 μήνες έχουν σοβαρές υποχρεώσεις αποπληρωμής εξωτερικού χρέους.
Σύμφωνα με την κα Ορλόβα, προκειμένου να ανακτήσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών, ο Ερντογάν πρέπει να μιμηθεί τον Πούτιν και να τοποθετήσει ειδικούς στο οικονομικό επιτελείο. Πρέπει επίσης να επιτρέψει στην κεντρική τράπεζα να ανακτήσει την ανεξαρτησία της. Η αλλαγή όμως του πολιτικού συστήματος σε μια ισχυρή εκτελεστική προεδρία δεν αφήνει πολλές ελπίδες για κάτι τέτοιο.
Ο Ερντογάν ελπίζει πως η Τουρκία θα λάβει μεγαλύτερα δάνεια από την Κίνα και άλλες αναδυόμενες αγορές, όπως συνέβη με τη Ρωσία. Η ρωσική εμπειρία όμως δείχνει ότι η αντικατάσταση ορισμένων ξένων επενδύσεων απαιτεί χρόνο. Η Τουρκία πρέπει να αποκαταστήσει γρήγορα τις σχέσεις της με τη Δύση αν θέλει να αποφύγει μια μεγαλύτερη κρίση, καταλήγει το δημοσίευμα.
Η σχέση της Τουρκίας με το ΔΝΤ
Η Τουρκία αναγκάστηκε να δανειοδοτηθεί από το ΔΝΤ το Μάρτιο του 2001 με το ποσό των 17,6 δισεκατομμυρίων δολαρίων, ώστε να αμβλυνθεί η μεγάλη οικονομική κρίση που αντιμετώπιζε.
Το 2001, το ΔΝΤ πραγματοποιούσε ακόμη μια επίσκεψη στην Τουρκία, η οποία έμελλε να κρατήσει επτά χρόνια. Την περίοδο από το 1998 ως το 2008 η Τουρκία αναδείχθηκε ο μεγαλύτερος οφειλέτης του Ταμείου, αντλώντας συνολικά ποσά της τάξεως των 47 δισ. δολαρίων.
Σε κρίση οι σχέσεις με τις ΗΠΑ
Τουρκική διπλωματική αντιπροσωπεία θα επισκεφθεί την Ουάσινγκτον εντός της εβδομάδας για συνομιλίες όσον αφορά τις εντάσεις στη σχέση των δύο συμμάχων στο NATO, ανέφεραν δημοσιεύματα την Τρίτη, ωστόσο η Ουάσινγκτον επέμεινε πως οι δύο πλευρές συνεχίζουν να διαφωνούν, ειδικά όσον αφορά την απαίτησή της να αφεθεί ελεύθερος αμέσως ο αμερικανός ευαγγελικός πάστορας Άντριου Μπράνσον.
Η Χέδερ Νάουερτ, εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, ανέφερε πως είναι ενήμερη για τα δημοσιεύματα σχετικά με την επίσκεψη αντιπροσωπείας της Τουρκίας υπό τον νεοδιορισμένο υφυπουργό Εξωτερικών Σεντάτ Ενάλ, ωστόσο απέφυγε να επιβεβαιώσει αν και κατά πόσον θα υπάρξουν επίσημες συναντήσεις της με αμερικανούς αξιωματούχους και με ποιους.
Κατά τη διάρκεια της ενημέρωσης των διαπιστευμένων συντακτών, η Νάουερτ σημείωσε ότι ο επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας Μάικ Πομπέο συζήτησε με τον τούρκο ομόλογό του Μεβλούτ Τσαβούσογλου τη Δευτέρα, πρόσθεσε όμως ότι οι δύο κυβερνήσεις δεν έχουν καταλήξει σε συμφωνία για την απελευθέρωση του Μπράνσον, ο οποίος είχε φυλακιστεί στην Τουρκία τον Οκτώβριο του 2016.
Οι σχέσεις ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Τουρκία επιδεινώνονται συνεχώς το τελευταίο διάστημα, εξαιτίας των διαφωνιών των δύο πλευρών όσον αφορά τη Συρία, εξαιτίας της υπόθεσης του Μπράνσον, αλλά κι εξαιτίας των διμερών διαφωνιών για εμπορικά ζητήματα.
Η Ουάσινγκτον αξιολογεί εκ νέου τις δυνατότητες που έχει παραχωρήσει στην Τουρκία να διαθέτει αδασμολόγητα αγαθά στις αγορές των ΗΠΑ, ενώ η Άγκυρα επέβαλε πρόσθετους δασμούς σε αντίποινα για τους αμερικανικούς πρόσθετους δασμούς στον χάλυβα και στο αλουμίνιο. Η διαδικασία επαναξιολόγησης μπορεί να πλήξει τουρκικές εξαγωγές αξίας 1,7 δισ. δολαρίων.
Η διπλωματική κρίση υπονομεύει την εμπιστοσύνη των ξένων επενδυτών προς την Τουρκία, η οποία βασίζεται σε ξένα κεφάλαια για την αναχρηματοδότηση του μεγεθυνόμενου ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της. Το τουρκικό νόμισμα, η λίρα, έχει καταρρεύσει φέτος, κάτι που πιέζει όλο και περισσότερο τράπεζες και μεγάλες επιχειρήσεις. Η λίρα βρισκόταν κοντά στο ιστορικό της χαμηλό ως προς τη συναλλαγματική της ισοτιμία έναντι του αμερικανικού δολαρίου την Τρίτη.
Bloomberg: Διάσωση από το ΔΝΤ και capital controls στην Τουρκία
Μέτρα απελπισίας εξετάζονται στην Τουρκία, ενώ συζητείται διάσωση από το ΔΝΤ και πιθανή υιοθέτηση ελέγχων κεφαλαίων (capital controls), εκτιμά το Bloomberg.
Η κεντρική τράπεζα και η κυβέρνηση παραμένουν σιωπηλές καθώς η λίρα βυθίζεται σε νέα χαμηλά ρεκόρ εν μέσω των κυρώσεων των ΗΠΑ, που απειλούν με νέες. Η λίρα υποχώρησε για έβδομη συνεχόμενη μέρα έναντι του δολαρίου, μετά τη χειρότερη πτώση της τελευταίας δεκαετίας που σημειώθηκε χθες, ενώ η απόδοση των 10ετών ομολόγων σημείωσε άνοδο 20%, τη μεγαλύτερη όλων των εποχών. «Θα παραμείνει έτσι μέχρι η κεντρική τράπεζα να δεσμευτεί ανεπιφύλακτα να αυξήσει τα επιτόκια και να τα διατηρήσει ψηλά μέχρι να μειωθεί ο πληθωρισμός. Η αγορά χρειάζεται αυτό το είδος σκληρής δέσμευσης», δήλωσε ο Χένρικ Γκαλμπεργκ, αναλυτής της Nomura International Plc.
Ο πρόεδρος Eρντογάν είναι αυστηρός επικριτής των υψηλότερων επιτοκίων και οι επενδυτές ανησυχούν ότι μπορεί να εμποδίσει οποιαδήποτε περαιτέρω αύξηση των επιτοκίων. «Είναι πολύ δύσκολο να προβλέψουμε τι θα πράξουν οι Αρχές. Η στιγμή που η Τουρκία θα αναγκαστεί να πάει στο ΔΝΤ για στήριξη πλησιάζει», δήλωσε ο Περ Χαμερλαντ, επικεφαλής στρατηγικής αναδυόμενων αγορών στη SEB στη Στοκχόλμη.
Η λίρα υποχωρεί υπό το βάρος ενός από τα μεγαλύτερα ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών στις αναδυόμενες αγορές και υπό πληθωρισμό σε συνεχή άνοδο. Παρόλο που οι επενδυτές πιέζουν για μια σημαντική αύξηση των επιτοκίων από την κεντρική τράπεζα, όλο και περισσότεροι συμφωνούν ότι δεν είναι επαρκή τα όποια μέτρα νομισματικής πολιτικής για να αντιστραφεί η κατάσταση. «Πρόκειται να υπάρξει ένα σοκ, είτε πολιτικής, είτε μακροοικονομικό, είτε ένας συνδυασμός και των δύο. Ωστόσο, για να χρυσώσουμε το χάπι απαιτείται πολιτική διευθέτηση με τη Δύση, που θα μειώσει σημαντικά τις επιπτώσεις», δήλωσε ο Κρίστοφερ Γκράνβιλντ, διευθυντής πολιτικών ερευνών της ΕΜΕΑ, της TS Lombard στο Λονδίνο.
Χθες, η κεντρική τράπεζα ενίσχυσε τις εμπορικές τράπεζες με 2,2 δισ. δολάρια, σε μια προσπάθεια να μειώσει τις πιέσεις προς τη λίρα, η οποία ενώ προσωρινά ανέκτησε τις ζημιές της, ακολούθως βυθίστηκε σε να χαμηλά ρεκόρ κατά τη διάρκεια της νύκτας, καθώς οι επενδυτές ερμήνευσαν την κίνηση ως απόδειξη ότι τα χέρια της κεντρικής τράπεζας παραμένουν δεμένα. Η πτώση της λίρας δεν έπληξε μόνον τους ιδιώτες, βύθισε επίσης και τις επιχειρήσεις στην άβυσσο. «Οι έλεγχοι κεφαλαίων (capital controls) δεν είναι πλέον ένα μακρινό σενάριο, καθώς οι Αρχές δεν δείχνουν σημάδια μεταστροφής σε πιο ορθόδοξες πολιτικές», υπογράμμισε ο Σαμάιλα Χαν, διευθυντης αναδυομένων αγορών της Alliance Bernstein’s στη Νέα Υόρκη. Αυτό που χρειάζεται τώρα η λίρα είναι «ανεξαρτησία της κεντρικής τράπεζας, αυστηρότερη νομισματική πολιτική και ένα πρόγραμμα του ΔΝΤ», συμπλήρωσε ο Χαν.
«Βγάλτε τις χρυσές λίρες από το στρώμα» ζητά ο Ερντογάν
Οι σχέσεις Τουρκίας-ΗΠΑ βρίσκονται σε κακή κατάσταση εδώ και μήνες, και εξακολουθούν να επιδεινώνονται, γράφει η γαλλική οικονομική εφημερίδα Les Echos και προσθέτει: Ήδη υπό πίεση λόγω του σημαντικού ελλείμματος του ισοζυγίου πληρωμών, το τουρκικό νόμισμα υποχώρησε χθες για έκτη συνεχή μέρα, κατά 1,9%, καταγράφοντας νέο ρεκόρ (5,1720 λίρες:1 δολάριο), μετά την ανταλλαγή απειλών μεταξύ Ουάσιγκτον και Άγκυρας.
Ωστόσο, ο Τούρκος Πρόεδρος φρόντισε να υπογραμμίσει πως αναμένει ότι η διαμάχη θα επιλυθεί σύντομα και πως δεν σκοπεύει να συμμετάσχει σε παιχνίδι «lose-lose» όπου οι δικαστικές και διπλωματικές εντάσεις θα επηρέαζαν την οικονομία.
Ο Πρόεδρος Ερντογάν επιμένει να θέλει μείωση των επιτοκίων ώστε να στηρίξει την -ήδη ισχυρή- ανάπτυξη, με κίνδυνο να αποτρέψει οποιαδήποτε επένδυση σε τουρκικό νόμισμα. Άλλο σημάδι δυσπιστίας βρίσκεται στις αποδόσεις των 10ετών κρατικών ομολόγων που έφτασαν το πρωτοφανές 18,5%.
Σημειώνεται ότι ο Τούρκος Πρόεδρος ζήτησε από τους συμπατριώτες του να «βγάλουν από το στρώμα» χρυσό και ξένα νομίσματα και να στηρίξουν το εθνικό νόμισμα, ενώ παράλληλα κάλεσε τους επενδυτές να αγνοήσουν τους τρεις μεγάλους οίκους αξιολόγησης, στους οποίους απέδωσε «πολιτικά κίνητρα» για το ότι υποβάθμισαν το κρατικό χρέος σε «σκουπίδι».