Η ΑΑΔΕ κοινοποίησε εγκύκλιο με τις τροποποιήσεις στο νόμο
Τις αλλαγές που επέρχονται στο λεγόμενο νόμο «Κατσέλη-Σταθάκη» για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά κοινοποίησε με εγκύκλιό της η ΑΑΔΕ.
Μεταξύ άλλων, στα έγγραφα που πρέπει να συνοδεύουν την αίτηση του οφειλέτη για υπαγωγή στο ν. 3869/2010 (Νόμος Κατσέλη) προστέθηκαν:
i) δήλωση του οφειλέτη περί άρσης τραπεζικού απορρήτου υπέρ των πιστωτών του, που περιλαμβάνονται στο σχέδιο διευθέτησης οφειλών, αναφορικά με τη χρονική περίοδο από πέντε έτη πριν από την άσκηση της αίτησης έως την ημέρα της συζήτησης αυτής , κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στην νέα περίπτωση γ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του νόμου και
ii) υπεύθυνη δήλωση του οφειλέτη ότι «δεν έχει πτωχευτική ικανότητα», δηλαδή ότι δεν είναι έμπορος και σε περίπτωση πρώην εμπόρου, ότι δεν είχε παύσει τις πληρωμές του πριν από την παύση της εμπορίας.
Σύμφωνα με τη μεταβατική διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 68 του ν. 4549/2018, η δήλωση περί άρσης τραπεζικού απορρήτου λογίζεται ότι υποβλήθηκε μετά την πάροδο 3 μηνών από την έναρξη ισχύος του νόμου, δηλαδή στις 14/9/2018, αναφορικά με αιτήσεις που είναι εκκρεμείς σε πρώτο ή σε δεύτερο βαθμό, εκτός αν σε αυτό το χρονικό διάστημα ο οφειλέτης παραιτηθεί από την αίτησή του.
Προβλέπεται η διεξαγωγή ελέγχου από τη γραμματεία του δικαστηρίου, στο οποίο κατατίθεται η αίτηση του ν. 3869/2010, εντός προθεσμίας 2 εργασίμων ημερών από την παραλαβή αυτής:
i) αν από τα συνυποβαλλόμενα έγγραφα προκύπτει εισόδημα του οφειλέτη από επιχειρηματική δραστηριότητα και το είδος αυτής και
ii) αν έχει υποβληθεί άλλη αίτηση από τον ίδιο οφειλέτη είτε είναι εκκρεμής, είτε όχι και σε καταφατική περίπτωση, η σχετική επισημείωση στο φάκελο της αίτησης.
Η ανωτέρω σημείωση αξιολογείται από το δικαστήριο που κρίνει το αίτημα χορήγησης προσωρινής διαταγής κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 5 του ν. 3869/2010. Σύμφωνα με τη μεταβατική διάταξη της παραγράφου 4 του άρθρου 68 του ν. 4549/2018, οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται και σε εκκρεμείς κατά τις 14/6/2018 αιτήσεις, εφόσον η ημέρα της συζήτησης αιτήματος προσωρινής διαταγής απέχει πέραν των 2 μηνών από έναρξη ισχύος του νόμου, δηλαδή έχει οριστεί μετά τις 14/8/2018.
Ακόμη, με τη νέα παράγραφο 2α του άρθρου 9 του ν. 3869/2010 προβλέπεται η δυνατότητα οποιουδήποτε διαδίκου να ζητήσει από το δικαστήριο να λάβει υπ’ όψιν την εμπορική και όχι την αντικειμενική αξία της κύριας κατοικίας του οφειλέτη, προκειμένου να κρίνει το αίτημα του οφειλέτη για εξαίρεση της κύριας κατοικίας του από την εκποίηση. Προβλέπεται επίσης, ότι για να ληφθεί υπ’ όψιν από το δικαστήριο η εμπορική αξία της κύριας κατοικίας αντί της αντικειμενικής, πρέπει να υποβληθεί σχετικό αίτημα για διορισμό πραγματογνώμονα από οποιονδήποτε διάδικο, είτε με την αίτηση, είτε με αυτοτελές δικόγραφο, το οποίο κατατίθεται τουλάχιστον 6 μήνες πριν από την ημερομηνία συζήτησης της αίτησης, άλλως είναι απαράδεκτο.
Το δικαστήριο διορίζει ως πραγματογνώμονα πιστοποιημένο εκτιμητή, φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο περιλαμβάνεται στο Μητρώο Πιστοποιημένων Εκτιμητών της Διεύθυνσης Οικονομικού Συντονισμού και Μακροοικονομικών Προβλέψεων της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών και τα έξοδα της πραγματογνωμοσύνης βαρύνουν το διάδικο που τη ζητεί. Περαιτέρω, προβλέπεται ότι αν το δικαστήριο δεν εξαιρέσει την κύρια κατοικία του οφειλέτη από τη ρευστοποίηση, επειδή κρίνει ότι η αξία της υπερβαίνει το ανώτατο όριο αξίας που προβλέπει η παράγραφος 2 του ίδιου άρθρου, τότε για 3 χρόνια από τη δημοσίευση της οριστικής απόφασης η τιμή πρώτης προσφοράς κατά τον πλειστηριασμό της κύριας κατοικίας δεν μπορεί να είναι κατώτερη του ως άνω προβλεπόμενου στο νόμο ορίου αξίας για την προστασία της κύριας κατοικίας.
Αν σε δύο διαδοχικούς πλειστηριασμούς, με τιμή πρώτης προσφοράς ίση με το προβλεπόμενο στο νόμο όριο αξίας για την προστασία της κύριας κατοικίας δεν γίνει κατακύρωση, τεκμαίρεται αμάχητα κατά το νόμο, ότι η εμπορική αξία της κατοικίας είναι κατώτερη του ανωτέρω ορίου και ο οφειλέτης μπορεί να ζητήσει μεταρρύθμιση της οριστικής απόφασης για τη δικαστική ρύθμιση των οφειλών του, προκειμένου να εξαιρεθεί η κύρια κατοικία του από τη ρευστοποίηση, εφόσον συντρέχουν και οι υπόλοιπες προϋποθέσεις για την εξαίρεση.
Δείτε ολόκληρη την εγκύκλιο ΕΔΩ