Η γαλλική εφημερίδα επισημαίνει τις διαφωνίες μεταξύ ευρωπαίων εταίρων και ΔΝΤ για το θέμα
Τη μη επίλυση του ζητήματος του ελληνικού χρέους 3 μήνες πριν από τη λήξη του τρέχοντος προγράμματος επισημαίνει η γαλλική οικονομική εφημερίδα Les Echos σε δημοσίευμά της με τίτλο «Πριν από την έξοδο της Ελλάδας από το πρόγραμμα, θα πρέπει να επιλυθούν ορισμένα αποφασιστικά ζητήματα».
Η εφημερίδα αναφέρεται στις τελευταίες υποχρεώσεις της χώρας, καθώς και στο πρόγραμμα ανάκαμψης που ανακοίνωσε ο Έλληνας πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας. «Τα σύννεφα διαλύονται σιγά-σιγά πάνω από την Ελλάδα» γράφει η συντάκτης Κατρίν Σατινιού υπογραμμίζοντας ότι «παρά την αισιοδοξία που κυριαρχεί 3 μήνες πριν από την έξοδο της χώρας από το πρόγραμμα, ορισμένα σημαντικά θέματα δεν έχουν ακόμα επιλυθεί, όπως κατά κύριο λόγο, αυτό του χρέους».
Αναφερόμενη στην τελευταία συμφωνία ανάμεσα στην κυβέρνηση και τους πιστωτές της, εξηγεί την τελευταία δέσμη μεταρρυθμίσεων, που θα πρέπει να ψηφισθούν και να εφαρμοσθούν τις επόμενες εβδομάδες. «Πρόκειται για ένα πακέτο 88 μέτρων, συμπεριλαμβανομένης της επικαιροποίησης του Φόρου Ακίνητης Περιουσίας, της καταβολής ληξιπρόθεσμων οφειλών στο κράτος και της κατάργησης των απαλλαγών από τον ΦΠΑ, που εξακολουθούν να απολαμβάνουν ορισμένα νησιά στο Αιγαίο. Θα πρέπει αναγκαστικά να επικυρωθούν από το ελληνικό Κοινοβούλιο έως τις 21 Ιουνίου», αναφέρει.
Σημειώνει δε, ότι σε αντάλλαγμα η χώρα θα λάβει μια τελική δόση ενίσχυσης ύψους 86 δισ. ευρώ, που συμφωνήθηκε τον Αύγουστο του 2015, εκ των οποίων περίπου 10 δισ. θα προστεθούν στο οικονομικό στρώμα, που έχει συσσωρεύσει η ελληνική κυβέρνηση επί μήνες, για την αντιμετώπιση μιας πιθανής υποτροπής των χρηματοπιστωτικών αγορών, μόλις η Ελλάδα στερηθεί χρηματοοικονομικής έγχυσης.
Σχέδιο ανάκαμψης
Στο δημοσίευμα αναφέρεται, ότι «έπειτα από 10 χρόνια αίματος και δακρύων, αποφασισμένος ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας να πείσει τους επενδυτές, ότι η κατάσταση της Ελλάδας έχει αποκατασταθεί και είναι γεμάτη υποσχέσεις για το μέλλον, παρουσίασε την Τρίτη στο Κοινοβούλιο ένα σχέδιο οικονομικής ανάκαμψης». Σύμφωνα με το δημοσίευμα, πέρα από τις «σχετικά ασαφείς προτεραιότητες σε ορισμένους τομείς όπως τον τουρισμό, τις θαλάσσιες μεταφορές, την αγροτική βιομηχανία, τα φάρμακα... ( ο πρωθυπουργός) εδραιώνει την ουσία της στρατηγικής του για την ανάκαμψη, στην εξυγίανση του χρηματοπιστωτικού τομέα».
«Η προτεραιότητα τώρα είναι να μειωθούν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια στους ισολογισμούς των τραπεζών, να μειωθούν οι υφιστάμενοι κεφαλαιακοί έλεγχοι και να βελτιωθεί η εταιρική διακυβέρνηση στον τραπεζικό τομέα σύμφωνα με το σχέδιο ανάκαμψης» γράφει η Κατρίν Σατινιού. Σύμφωνα με το δημοσίευμα, η κυβέρνηση ποντάρει στις περιφερειακές και συνεταιριστικές τράπεζες, για να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και σε μια Τράπεζας Ανάπτυξης για να στηρίξει την οικονομία μακροπρόθεσμα.
Ελάφρυνση του χρέους
ακόμη, αναφέρει ότι «τα αποτελέσματα των stress tests των ελληνικών τραπεζών από την ΕΚΤ στις αρχές Μαΐου έδειξαν, ότι δεν υπήρχε ανάγκη ανακεφαλαιοποίησης, ενώ παράλληλα απελευθέρωσαν τα 20 δισ., που θα μπορέσουν να χρησιμοποιηθούν για την ελάφρυνση του χρέους με την αγορά χρεολυσίων που κρατούνται από την ΕΚΤ και το ΔΝΤ». Επισημαίνει δε, ότι «οι Ευρωπαίοι έχουν βάλει στόχο, έως τις 21 Ιουνίου να δοθεί μια λύση για την ελάφρυνση του χρέους και τις λεπτομέρειες παρακολούθησης μετά το πρόγραμμα».
Η δημοσιογράφος της Les Echos σημειώνει ακόμη, ότι «το ΔΝΤ θα ήθελε να συζητηθεί το θέμα του χρέους από το επόμενο Eurogroup της Πέμπτης, γιατί έχει ανάγκη ένα ορισμένο χρονικό διάστημα, προκειμένου να αποφασίσει για το εάν θα συμμετάσχει ή όχι στο πρόγραμμα βοήθειας». Υπογραμμίζει δε, ότι για την ώρα παραμένουν άλυτα τα ζητήματα «σχετικά με την έκταση της μείωσης του χρέους, το είδος του χρέους που μπορεί να αναδιαρθρωθεί, η ανάγκη ή μη να δοθεί μια οικονομική "γραμμή πρόληψης" σε περίπτωση που η έξοδος της Ελλάδας θα συμβεί λιγότερο καλά από το αναμενόμενο».
Σύμφωνα με την συντάκτρια, η γαλλική πρόταση για μια αυτόματη σύνδεση της αποπληρωμής του χρέους με την οικονομική ανάπτυξη, δεν έγινε αποδεκτή από τους Γερμανούς, οι οποίοι ήθελαν να την συνδυάσουν με πολλές προϋποθέσεις. Η Σατινιού καταλήγει, λέγοντας ότι τελικά το ΔΝΤ ίσως να μη συμμετάσχει, όπως όμως υποστηρίζουν Έλληνες αναλυτές «δεν είναι τόσο θέμα χρημάτων, γιατί η Ελλάδα δεν έχει ανάγκη τα κεφάλαια αυτά. Αντίθετα, είναι ένα κακό μήνυμα προς τους επενδυτές, αφού η Ελλάδα θα έχει ανάγκη την πλήρη εμπιστοσύνη όταν θα στραφεί στις αγορές».