Υπογραμμίζει ότι η ελληνική οικονομία έχει εισέλθει για τα καλά σε θετική τροχιά
Την εκτίμησή του ότι φέτος και το 2019 το ΑΕΠ της Ελλάδας αναμένεται να αυξηθεί κατά 2% και πλέον, διατύπωσε ο υποδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας (ΤτΕ) Θεόδωρος Μητράκος, υπογραμμίζοντας ότι η ελληνική οικονομία έχει εισέλθει για τα καλά σε θετική τροχιά, με την επενδυτική δραστηριότητα, τη βιομηχανική παραγωγή, τις εξαγωγές και τον τουρισμό, να παρουσιάζουν άνοδο το 2017.
Υπογραμμίζοντας ότι τα δημόσια οικονομικά της χώρας μας έχουν πλέον εξορθολογιστεί, ο ίδιος μιλώντας από το βήμα του 1ου Συνεδρίου «Prodexpo North» που πραγματοποιείται στη Θεσσαλονίκη, διατύπωσε τη θέση του, ότι για να μπορέσουν να διατεθούν πόροι στην οικονομία και στην ανάπτυξη, θα πρέπει να εγκαταλειφθεί η πολιτική των πολύ υπερβολικών πλεονασμάτων «γιατί στερεί πόρους από την οικονομία όταν αυτή χρειάζεται τόνωση». Στο πλαίσιο αυτό, ο κ. Μητράκος, τόνισε ότι «δεν υπάρχει λόγος να τίθεται στόχος για το 2018, πλεονάσματος, 3,5%, όταν δεν απαιτείται πλεόνασμα άνω του 1,75%».
Κατά τον ίδιο, τα επίδικα ζητήματα για την Ελλάδα και την ελληνική οικονομία, στο επόμενο εξάμηνο, είναι η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, η εξειδίκευση των μέτρων που εγγυώνται τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητά του και η συνέχιση της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας της χώρας.
Tα «κόκκινα» δάνεια το κρίσιμο ζήτημα για το τραπεζικό σύστημα
Σύμφωνα με τον υποδιοικητή της ΤτΕ, το κρίσιμο ζήτημα για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα ήταν και παραμένει η διευθέτηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Το 2017 κατά τον ίδιο, το ελληνικό τραπεζικό σύστημα μείωσε την εξάρτησή του από τη ρευστότητα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ενίσχυσε την ανθεκτικότητά του, κυρίως με τη μείωση των εξόδων και σε μικρό βαθμό με την βελτίωση της κερδοφορίας. Οι εξελίξεις αυτές, όπως διευκρίνισε, αποτυπώνονται στους δείκτες και την οριακή ενίσχυση της κεφαλαιακής επάρκειας των ελληνικών τραπεζών.
Στο πλαίσιο της επιστροφής της ελληνικής οικονομίας σε θετικά τροχιά, ειδικότερα στο τέταρτο τρίμηνο πέρσι, σύμφωνα με τον κ. Μητράκο, τα δάνεια σε καθυστέρηση, τα λεγόμενα NPL's, μειώθηκαν στα 95,5 δισ. ευρώ, από 100,6 δισ. ευρώ, με τον δείκτη των «κόκκινων» δανείων να διαμορφώνεται στα 43,1%, χωρίς όμως τα τραπεζικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να έχουν ακόμη βρει βιώσιμες λύσεις και ικανοποιητικές ρυθμίσεις για την εξυπηρέτησή τους. «Τα κόκκινα λοιπόν δάνεια μειώθηκαν, όμως η μόνη κατηγορία δανείων που αντί να μειωθούν αυξήθηκαν, είναι τα στεγαστικά που από 41,5% αυξήθηκαν στο 43,4% το 2017», υπογράμμισε.
Ώθηση στην αγορά από την αναμενόμενη αύξηση των αντικειμενικών αξιών ακινήτων
Η αναμενόμενη αύξηση των αντικειμενικών αξιών ακινήτων θα δώσει αναπτυξιακή ώθηση στην αγορά ακινήτων, εκτίμησε ο κ. Μητράκος, προτείνοντας να μειωθούν οι συντελεστές στη φορολογία ακινήτων, έτσι ώστε να μην υπάρξει φορολογική επιβάρυνση, αφού - όπως είπε - ο εισπρακτικός δημοσιονομικός στόχος είναι συγκεκριμένος και αφορά τα 2,86 δισ. ευρώ. «Πρέπει να πάμε στον ευρωπαϊκό μέσο όρο, θα πρέπει να μειωθούν οι φορολογικοί συντελεστές, η Ελλάδα είναι στις τρεις χώρες με την υψηλότερη φορολογία στα ακίνητα», υπογράμμισε, εκφράζοντας την αισιοδοξία του για την αγορά ακινήτων.
Ειδικά για τη Θεσσαλονίκη ο υποδιοικητής τηες ΤτΕ, ανέφερε ότι επικρατούν σταθεροποιητικές τάσεις «που επιτρέπουν αισιόδοξες εκτιμήσεις λόγω των σημαντικών έργων υποδομής που εκτελούνται». Κατά τον ίδιο, βάσει των στοιχείων της ΤτΕ και τις εκτιμήσεις της, η φθίνουσα πορεία της αγοράς ακινήτων έχει κλείσει και ήδη καταγράφονται αυξήσεις, από 0,5% έως και 1,3%, ενώ καταγράφεται έντονο το επενδυτικό ενδιαφέρον για ξενοδοχεία σε νησιά και στην Αθήνα.
Βέβαια, όπως σημείωσε, η αγορά ακινήτων θα επηρεαστεί από τις ρευστοποιήσεις ακινήτων, φέτος και το 2019, που υπολογίζονται σε 11 δισ. ευρώ. Ομως, σύμφωνα με τον κ. Μητράκο, ένα μεγάλο μέρος κινείται ήδη θετικά και αυτό θα συμπαρασύρει και ένα πιο ουδέτερο τμήμα της αγοράς ακινήτων, ενώ - όπως εκτιμά - μόνο ένα ποσοστό 30%, που αντιστοιχεί όμως σε αξίες στο 18%, θα κινηθεί αρνητικά.