Στο πλατύσκαλο για την έξοδο στις αγορές η Ελλάδα παρουσιάζει τους άξονες του αναπτυξιακού σχεδίου που προαπαιτείται για το πράσινο φως για την έξοδο του Αυγούστου
Αύξηση του κατώτατου μισθού, μειώσεις των φορολογικών συντελεστών ύψους 3,5 δισ. ευρώ (τις οποίες έχει ήδη προαναγγείλει τουλάχιστον δυο φορές ο Ευκλείδης Τσακαλώτος), αλλαγή στη διαχείριση των ευρωπαϊκών κονδυλίων και κυρίως στο πού θα παροχετεύονται στην αγορά, έμφαση στα έργα σε όλη τη χώρα και όχι μόνο στα μεγάλα, ενίσχυση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και του αγροτικού τομέα, προσέλκυση ξένων άμεσων επενδύσεων είναι οι βασικοί άξονες του αναπτυξιακού σχεδίου που θα παρουσιάσει η κυβέρνηση στους θεσμούς.
Σύμφωνα με τις τελευταίες πληροφορίες το πρώτο προσχέδιο του αναπτυξιακού θα παρουσιαστεί στο Eurogroup του Απριλίου (στις 27/4, στη Σόφια). Ενώ την οριστική του μορφή – και έγκριση- θα πάρει τον Ιούνιο.
Υπενθυμίζεται ότι το αναπτυξιακό σχέδιο είναι το απαρέγκλιτο προαπαιτούμενο ώστε να πάρει η Ελλάδα το πράσινο φως για να βγει από το μνημόνιο, στις αγορές δανεισμού τον Αύγουστο.
Το σχέδιο καταρτίζεται υπό την εποπτεία των υπουργείων Οικονομικών και Οικονομίας και θα ακολουθήσει «πολιτική διαβούλευση», ήτοι συνεργασία με τα υπόλοιπα κυβερνητικά στελέχη.
Όπως έχει δηλώσει ο κ. Τσακαλώτος, το σχέδιο θα είναι «ολιστικό», που σημαίνει ότι το σύνολο θα είναι μεγαλύτερο από το άθροισμα των επιμέρους μερών. Επισημαίνει δε, ότι η χώρα δεν θα ακολουθήσει μετά την έξοδο από το πρόγραμμα το μοντέλο που κατέρρευσε το 2010, το οποίο δεν είχε σύμμαχο την κοινωνία και δεν αντιμετώπιζε με σοβαρό τρόπο τα βασικά χαρακτηριστικά της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας, που είναι η μεγάλη μάζα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και ο αγροτικός τομέας. Επίσης, όπως δηλώνει ο υπουργός, «είναι σημαντικό να χτυπήσουμε το πελατειακό κράτος».
Κύριο βάρος για τη χρηματοδότηση του σχεδίου θα δοθεί, σύμφωνα με πληροφορίες του Αθηναϊκού/Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων, στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, στο ΕΣΠΑ, στην «αναπτυξιακή τράπεζα», καθώς και στις Συνεταιριστικές Τράπεζες, δεδομένου ότι οι τελευταίες έχουν καλύτερη πληροφόρηση για την τοπική κοινωνία και τοπικούς επιχειρηματίες. Αντίθετα, μικρότερο βάρος θα αναλάβουν οι συστημικές τράπεζες, λόγω του σημαντικού προβλήματος των «κόκκινων» δανείων.
Σε δημοσιονομικό επίπεδο, το σχέδιο θα βασίζεται στις μακροοικονομικές προβλέψεις του μεσοπρόθεσμου προγράμματος που έχει ψηφιστεί τον Μάιο 2017 και θα συζητηθεί με τους θεσμούς πριν από το νέο μεσοπρόθεσμο που θα καλύπτει την περίοδο 2019- 2022. Το πολιτικό μήνυμα που θα σταλεί στους εταίρους, τις αγορές και την κοινωνία, θα είναι ότι η χώρα θα τηρήσει απολύτως τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει τόσο όσον αφορά στους δημοσιονομικούς στόχους, όσο και αναφορικά με τη συνέχιση και ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεων και του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων.
Η κυβέρνηση διαμηνύει ότι το νέο αναπτυξιακό μοντέλο θα αποτελεί «ιδιοκτησία» της, με αλλαγή προσανατολισμού προς τη στήριξη της μεσαίας τάξης, η οποία σήκωσε και το μεγαλύτερο βάρος από την αρχή των μνημονίων. Έτσι, εκτός από τις μειώσεις των φορολογικών συντελεστών και την ενίσχυση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και του αγροτικού κόσμου, θα υπάρχουν και παρεμβάσεις στη δημόσια διοίκηση (για τον περιορισμό της γραφειοκρατίας), καθώς και στους τομείς της υγείας και της παιδείας για τη βελτίωση της ζωής των νοικοκυριών. Σύμφωνα μάλιστα με κυβερνητικούς παράγοντες, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις αποτελούν τη «ραχοκοκαλιά της οικονομίας» και δεν μπορεί να συνεχιστεί το μοντέλο ενίσχυσης μόνον των μεγάλων επιχειρήσεων με τη λογική ότι αυτές θα δημιουργήσουν τις απαιτούμενες θέσεις εργασίας.
Ιδιαίτερα σημαντικό κομμάτι θα είναι η προσέλκυση ξένων άμεσων επενδύσεων, ακόμη και μέσω του προγράμματος των αποκρατικοποιήσεων, προκειμένου να υπάρχουν οφέλη και για τις επιχειρήσεις και τους προμηθευτές που συνδέονται με την υπό πώληση κρατική επιχείρηση.
Για τη στήριξη της κοινωνίας, το σχέδιο θα έχει επίσης δύο βασικά σκέλη: Την αύξηση του κατώτατου μισθού σταδιακά και με βάση το πορτογαλικό μοντέλο, αλλά και χωρίς να θιγεί η προσπάθεια μείωσης της ανεργίας, όπως άλλωστε ζητούν οι θεσμοί. Και τη μείωση των φορολογικών βαρών κατά 3,5 δισ. ευρώ, μέσω της αντιμετώπισης της φοροδιαφυγής και των πρωτογενών πλεονασμάτων κατά την περίοδο 2019- 2022. Στο σχέδιο δεν θα εξειδικεύεται η μείωση των φόρων, δεδομένου ότι έως το τέλος Απριλίου δεν θα έχουν διεξαχθεί οι συζητήσεις με τους θεσμούς για τα δημοσιονομικά μεγέθη της χώρας το 2017 και το 2018.