Το παιχνίδι με τις αντικειμενικές και τα προαπαιτούμενα που απειλούν να ανάψουν φωτιές στην κυβέρνηση
Ο Κοινοτικός Επίτροπος Πιέρ Μοσκοβισί έσπευσε να στείλει προς όλους το εξής μήνυμα: Ξεχάστε φέτος τις διακοπές του Πάσχα. Θα πρέπει να δουλεύουμε πρωί, μεσημέρι και βράδυ. Χρόνος για χάσιμο δεν υπάρχει.
Αυτή που έλαβε πρώτη το μήνυμα και καίγεται περισσότερο από όλους είναι η κυβέρνηση η οποία έχει μπροστά της ένα βαρύ όγκο 88 προαπαιτούμενων που θα πρέπει να υλοποιήσει μέχρι το τέλος Μαίου και έχει αντίπαλο το χρόνο.
Οι μέχρι σήμερα επιδόσεις, δεν γεννούν αισιοδοξία. Δώδεκα προαπαιτούμενα είναι σχεδόν κλεισμένα, πέντε βρίσκονται ήδη στο κόκκινο και θεωρούνται σύμφωνα με πληροφορίες «επισφαλή», δύο είναι ικανά να ανάψουν σοβαρές πολιτικές φωτιές στην κυβέρνηση.
Τα μεγαλύτερα αγκάθια είναι τρία. Όλα έχουν να κάνουν με την τσέπη των φορολογούμενων. Πρόκειται για τις νέες αντικειμενικές αξίες, τις απαραίτητες προσαρμογές που θα πρέπει να γίνουν στον ΕΝΦΙΑ εάν διαπιστωθεί ότι δεν επιτυγχάνεται ο εισπρακτικός στόχος των 2,65 δισ. ευρώ ενώ η μεγαλύτερη μάχη αναμένεται να δοθεί για το αφορολόγητο όριο των μισθωτών, συνταξιούχων και αγροτών. Βέβαια δεν είναι τα μοναδικά προαπαιτούμενα που στρεσάρουν την κυβέρνηση. Τη λίστα συμπληρώνουν τα αναπηρικά επιδόματα, οι ιδιωτικοποιήσεις (ΔΕΗ, ΔΕΣΦΑ, Ελληνικό), η επιλογή μόνιμων διευθυντών στο Δημόσιο και η αλλαγή του χάρτη των βαρέων και ανθυγιεινών επιδομάτων στο Δημόσιο. Σε όλα αυτά τα προαπαιτούμενα καταγράφονται ήδη καθυστερήσεις. Και όπως είπαμε χρόνος δεν υπάρχει.
Στο μέτωπο των αντικειμενικών αξιών η κυβέρνηση φαίνεται να ξεπερνά το σκόπελο της αναπροσαρμογή τους με τις εισηγήσεις που θα καταθέσουν μέχρι και αύριο τα μεσάνυχτα οι περίπου 250 εκτιμητές ακινήτων. Ωστόσο, ευρωπαϊκή πηγή παρατηρεί πως «δεν μπορεί η κυβέρνηση να κάνει κοινωνική πολιτική μέσω των αντικειμενικών αξιών ακινήτων» υπονοώντας πιθανότατα ότι οι τελικές προσαρμογές δεν θα πρέπει να γίνουν με κριτήριο μη επιβαρύνσεων στον φόρο ακινήτων αλλά με βάση τις πραγματικές αξίες στην αγορά. Το σενάριο εργασίας πάνω στο οποίο δουλεύει το υπουργείο Οικονομικών προβλέπει ότι δεν θα χρειαστούν αλλαγές στον ΕΝΦΙΑ, δεδομένου ότι οι όποιες προσαρμογές στις αντικειμενικές τιμές δεν θα οδηγούν σε αλλαγές κλιμακίων υπολογισμού του φόρου. Ο ΕΝΦΙΑ, υπολογίζεται με βάση 12 φορολογικές ζώνες με βασικό φόρο από 2 έως και 13 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο. Στη φορολογική ζώνη 4, για παράδειγμα , για ακίνητα αντικειμενικής αξίας από 1.001 έως 1.500 ευρώ, ο βασικός φόρος είναι 3,70 ευρώ ανά τετραγωνικό. Εάν σε μία περιοχή με σημερινή τιμή 1.100 ευρώ, προκύπτει αύξηση 20% και η νέα τιμή οριστεί σε 1.330 ευρώ, ο ΕΝΦΙΑ για το συγκεκριμένο ακίνητο θα παραμείνει αμετάβλητος. Παραμένει ερωτηματικό εάν οι δανειστές θα συμβιβαστούν με μία τέτοιου είδους «προσαρμογή» οριακών αυξομειώσεων .
Μετά το στοίχημα του ΕΝΦΙΑ, κρίνεται η τύχη του αφορολόγητου. Στο επικαιροποιημένο Μνημόνιο ορίζεται ότι η ελληνική κυβέρνηση, τον Μάιο του 2018, θα φέρει μπροστά τη μείωση του αφορολόγητου από το 2019 αντί για το 2020, εάν το ΔΝΤ σε συνεργασία με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και τις ελληνικές αρχές κρίνουν ότι μια εμπροσθοβαρής εφαρμογή απαιτείται προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2019, χωρίς επιβλαβή για την ανάπτυξη μέτρα. Ορίζεται παράλληλα πως «εάν χρειαστεί, η Ελλάδα θα υιοθετήσει νομοθεσία, σε συμφωνία με τους θεσμούς, για τη διασφάλιση της ακριβούς επίτευξης του δημοσιονομικού στόχου με έναν τρόπο ο οποίος θα είναι θετικός για την ανάπτυξη» ενώ σε συνεργασία με τους θεσμούς, τον Μάιο του 2018, οι ελληνικές αρχές θα υιοθετήσουν την απαραίτητη δευτερεύουσα νομοθεσία για την εφαρμογή των αντίμετρων από το 2019.
Τα μέχρι σήμερα μηνύματα από την πλευρά του ΔΝΤ υπαγορεύουν πως το Ταμείο δεν πρόκειται να μεταβάλλει τη στάση του και θα επιμείνει στην ταυτόχρονη εφαρμογή περικοπών σε συντάξεις και αφορολόγητο από την 1η Ιανουαρίου του 2019.
Κυβερνητικές πηγές εκτιμούν ότι η πίεση αυτή ενδεχομένως να συνδέεται με διαπραγματευτικές τακτικές του Ταμείου και ελπίζουν πως τελικά το σενάριο αυτό θα αποσυρθεί από το τραπέζι. Σε κάθε περίπτωση μέσα στον Μάιο, ή το αργότερο νωρίς τον Ιούνιο οι αποφάσεις για μέτρα και αντίμετρα του 2019 θα πρέπει να έχουν ληφθεί και να έχει εκδοθεί και η απαραίτητη νομοθεσία.