Δεν υπάρχει στρατηγική εσωτερική στάση πληρωμών, ξεκαθαρίζει ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών
Έως τον Αύγουστο θα έχουν εξοφληθεί πλήρως οι οφειλές του Δημοσίου προς τρίτους, ενημέρωσε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, Γιώργος Χουλιαράκης και ταυτοχρόνως γνωστοποίησε ότι οι ληξιπρόθεσμες οφειλές της γενικής κυβέρνησης ανέρχονται σε 2,4 δισ. ευρώ.
Κατά την συζήτηση επίκαιρης ερώτησης του τομεάρχη Οικονομικών της ΝΔ, Χρήστου Σταϊκούρα, ο οποίος καταλόγισε στην κυβέρνηση ότι δεν είναι σε θέση να διοχετεύσει ρευστότητα στην αγορά, αφού «ούτε θέλει, ούτε ξέρει, ούτε μπορεί», ο κ. Χουλιαράκης τόνισε ότι είναι «απολύτως εφικτό» να εξοφληθούν μέχρι το τέλος του προγράμματος, τον ερχόμενο Αύγουστο, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές του κράτους. Εξήγησε ότι κάτι τέτοιο είναι δυνατόν να επιτευχθεί, τόσο μέσω της αξιοποίησης ταμειακών διαθέσιμων («υπάρχουν οι πιστώσεις», είπε) όσο και με την ενίσχυση των πιστώσεων από τον πρόγραμμα του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας.
Από την πλευρά του, όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο Χρήστος Σταϊκούρας, κατηγόρησε την κυβέρνηση για ανικανότητα να απορροφήσει τους διαθέσιμους πόρους, με αποτέλεσμα να δημιουργεί συνεχώς νέες ληξιπρόθεσμες οφειλές, ενώ υποστήριξε ότι αποτελεί επιλογή της κυβέρνησης «να συντηρεί την εσωτερική στάση πληρωμών».
«Δεν υπάρχει στρατηγική εσωτερική στάση πληρωμών γιατί αν υπήρχε θα επιδείνωνε, δεν θα βελτίωνε το αποτέλεσμα», αντέτεινε ο Γ. Χουλιαράκης.
Εξάλλου, ο βουλευτής της ΝΔ, σημείωσε ότι πέραν των ληξιπρόθεσμων οφειλών, υπάρχουν - και πρέπει να προστεθούν - και οι υποχρεώσεις του Δημοσίου οι οποίες δεν καταγράφονται. Επικαλέστηκε ως προς αυτό, την Έκθεση Συμμόρφωσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σύμφωνα με την οποία εκκρεμούν εκ μέρους του Δημοσίου, επιστροφές φόρων προς τους φορολογούμενους καθώς και η απονομή συντάξεων, όσων έχουν υποβάλλει αιτήσεις συνταξιοδότησης.
Απαντώντας ο κ. Χουλιαράκης, ανέφερε ότι τον Σεπτέμβριο του 2015, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου προς τρίτους υπερέβαιναν το ποσό των 5 δισ. ευρώ και μειώθηκαν σε 2,4 δισ. ευρώ κατά το διάστημα προ του Ιανουαρίου του 2018.