Η χώρα ανακτά την εμπιστοσύνη των διεθνών επενδυτών" τονίζει σε συνέντευξή του στο Αθηναϊκό Πρακτορείο ο δρ. Τάσος Αναστασάτος, ανώτερος οικονομολόγος της Eurobank, σχολιάζοντας την επιστροφή της Ελλάδας μετά από τέσσερα χρόνια στις διεθνείς αγορές ομολόγων. Η εξέλιξη αυτή, σημειώνει ο κ. Αναστασάτος "έχει να κάνει με την ατζέντα και των ίδιων των επενδυτών, αλλά και σε ένα σημαντικό βαθμό σημαίνει την εμπιστοσύνη των αγορών στις προοπτικές της χώρας" και προσθέτει: "Κατ' αρχήν είναι πολύ σημαντικό που η Ελλάδα βγαίνει και πάλι στις αγορές μόλις δύο χρόνια μετά την κίνηση που προκάλεσε σημαντικές απώλειες στους επενδυτές με το περίφημο PSI. Είναι, αν όχι πρωτοφανές, τουλάχιστον εξαιρετικά ασυνήθιστο στα οικονομικά ιστορικά, μια χώρα να μπορεί τόσο σύντομα μετά από μία αθέτηση χρέους να βγαίνει στις αγορές. Επομένως, είναι εξαιρετικά σημαντικό και στο συμβολικό επίπεδο, ότι η χώρα ανακτά την εμπιστοσύνη των διεθνών επενδυτών, αλλά και στο πραγματικό επίπεδο, για το λόγο ότι από τα χρήματα, που θα αντλήσει από τις συγκεκριμένες εκδόσεις, και αυτές που πιθανώς θα ακολουθήσουν, η χώρα θα έχει τη δυνατότητα να καλύψει σε σημαντικό βαθμό τα χρηματοδοτικά κενά που προκύπτουν για το 2015 και το 2016 και να διαπραγματευθεί έτσι από καλύτερη θέση τη συνέχιση της οικονομικής της πολιτικής. Πιθανώς να προετοιμάσει και την πλήρη έξοδό της στις αγορές μετά το 2016 χωρίς τη στήριξη του επίσημου τομέα των ευρωπαίων εταίρων μας".
Ο ανώτερος οικονομολόγος της Eurobank εκφράζει διαφωνία με εκείνους που κάνουν λόγο για "προστατευμένη" έξοδο στις αγορές και για πολιτική απόφαση. "Όχι δεν συμφωνώ με αυτή την άποψη. Είναι σε σημαντικό βαθμό ανάκτηση της εμπιστοσύνης στις οικονομικές προοπτικές της χώρας, αλλά σε ένα σημαντικό βαθμό είναι και αποτέλεσμα της συγκυρίας, η οποία επικρατεί διεθνώς αυτή τη στιγμή. Συγκεκριμένα η μαζική απόσυρση των επενδυτών από τις αναδυόμενες αγορές μετά την επίπτωση, που είχε σε αυτές τις χώρες η αναδίπλωση της νομισματικής πολιτικής των Ηνωμένων Πολιτειών, γεγονός που ωθεί τους επενδυτές να αναζητούν ευκαιρίες υψηλών αποδόσεων σε περιβάλλοντα σκληρών νομισμάτων, και η Ελλάδα είναι μια από τις τελευταίες χώρες που προσφέρουν μια τέτοια προοπτική. Είναι φυσιολογικό λοιπόν για μια χώρα που ανακάμπτει, που διήνυσε το 2013 το τελευταίο έτος της ύφεσης και ξαναβγαίνει με υγιείς προοπτικές στις αγορές, είναι δεδομένο ότι θα προσελκύσει το ενδιαφέρον. Επομένως δεν θεωρώ ότι υπάρχει λόγος για την κυβέρνηση να έχει ένα προστατευμένο περιβάλλον. Το ενδιαφέρον υπάρχει".
Εκτιμά ότι η ελληνική κυβέρνηση θα προσπαθήσει να εξασφαλίσει ένα επιτόκιο που δεν θα είναι πολύ μακριά από το 5% για μια περίοδο πενταετίας.