Το αίτημα των Κυπρίων (Ελληνοκύπριοι) πολιτών για ριζικές τομές και αλλαγή πλεύσης κυβέρνησης και θεσμών, αλλά και ο τερματισμός της περιόδου χάριτος για τον πρόεδρο Αναστασιάδη, ο οποίος εισήλθε στον τρίτο χρόνο της πενταετούς προεδρικής θητείας του, είναι τα βασικά συμπεράσματα δημοσκόπησης, που διενέργησε για λογαριασμό της εφημερίδας «Καθημερινή» της Κύπρου η εταιρεία «Symmetron Market Research».
Διάχυτο είναι το αίσθημα της απογοήτευσης από τον βαθμό λειτουργίας και αξιοπιστίας των πολιτικών, αλλά και των πολιτειακών θεσμών της Κυπριακής Δημοκρατίας. Από τη δημοσκόπηση, η οποία διενεργήθηκε 20 έως 27 Φεβρουαρίου, σε δείγμα 800 ατόμων, προκύπτει ξεκάθαρα αλλαγή θεματολογίας ως προς τα ζητήματα, που απασχολούν τον Ελληνοκύπριο πολίτη στην καθημερινότητα του και τα οποία τίθενται επί τάπητος στις διαπροσωπικές συζητήσεις.
Παρατηρείται, λαμβάνοντας υπόψη και προηγούμενες δημοσκοπήσεις, πως τα θέματα της οικονομίας της χώρας, μαζί με την ανεργία και την ακρίβεια, καθώς και της διαφθοράς και της διαπλοκής στον δημόσιο βίο, είναι εκείνα που απασχολούν το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας, το μεν πρώτο με ποσοστό 85% επί των ερωτηθέντων και το δεύτερο με ποσοστό 41%.
Το κυπριακό, βάσει απαντήσεων στο ερώτημα «όταν συζητάτε πολιτικά θέματα σε ποια ζητήματα περιστρέφεται κυρίως η συζήτηση;», είναι τρίτο με ποσοστό 27% σε όλες της ηλικιακές ομάδες, συμπεριλαμβανομένων όλων των επιπέδων μόρφωσης και τους τομείς εργασίας των ερωτηθέντων, στοιχείο που έχει τη δική του πολιτική ανάγνωση.
Η δεύτερη χρονιά του προέδρου Αναστασιάδη στην προεδρία κλείνει με αρνητικό πρόσημο, καθώς οι πολίτες κρίνουν ότι η παρούσα κυβέρνηση δεν είναι ικανή να βγάλει τη χώρα από την οικονομική κρίση (59%). Αρνητική γνώμη με ποσοστό 51% συγκεντρώνει ο πρόεδρος Αναστασιάδης με αυξητικές τάσεις, ενώ αρνητικό είναι και το πρόσημο για τον γενικότερο τρόπο άσκησης των καθηκόντων του. Στοιχείο προβληματισμού από την άλλη για την παρούσα διακυβέρνηση αποτελεί και το ότι οι πολίτες δεν είναι ικανοποιημένοι από την απόδοση της κυρίως στους τομείς της οικονομίας και του Κυπριακού, ενώ δείχνουν να μην πιστεύουν στη δυνατότητα της να οδηγήσει τη χώρα στην ανάκαμψη. «Φωτεινή αναλαμπή» για την κυβέρνηση είναι η στήριξη που λαμβάνει στην απόφασή της για αποχώρηση από τις συνομιλίες για το Κυπριακό.
Εξάλλου πολύ έντονο είναι το αίσθημα της απογοήτευσης ως προς τον βαθμό εμπιστοσύνης σε θεσμούς της πολιτείας, όπως είναι η Κεντρική Τράπεζα και η Δικαστική εξουσία.
Βάσει της δημοσκόπησης (και με τις απαντήσεις που δίνονται να είναι α) Καθόλου, β) Λίγο, γ) Αρκετά δ) Πολύ) οι πολίτες απάντησαν πως δεν εμπιστεύονται καθόλου την Κεντρική Τράπεζα σε ποσοστό 51%, λίγο απάντησε το 36%, αρκετά το 11% και πολύ μόλις 1%. Το στοιχείο αυτό, συνάδει με τη δυσπιστία και το υψηλό ποσοστό έλλειψης εμπιστοσύνης (33%) που δείχνουν οι πολίτες ως προς και τη Δικαστική Εξουσία, παρόλο που σειρά σκανδάλων πολιτικής και οικονομικής φύσεως βρίσκονται υπό διερεύνηση.
Η αποστασιοποίηση των πολιτών από τα κόμματα, τα πολιτικά πρόσωπα και η ανάδειξη ενός νέου, κεντρώου κόμματος, που θα συγκέντρωνε πιθανότητες επιτυχίας, είναι τα ποιοτικά χαρακτηριστικά με τη δική τους πολιτική σημασία, όπως αναδείχθηκαν στη δημοσκόπηση.
Το ποσοστό των ερωτηθέντων, που συζητούν για τα πολιτικά κόμματα είναι ιδιαίτερα χαμηλό (14%), γεγονός που καταδεικνύει και την απαξίωση για τις εξελίξεις εντός των κομμάτων, ενώ προκύπτουν και ερωτήματα ως προς τη δημοφιλία των πολιτικών στα δικά τους κόμματα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το ότι ο Νικόλας Παπαδόπουλος συγκεντρώνει περισσότερες θετικές γνώμες σε ψηφοφόρους της ΕΔΕΚ (62%) από ό,τι στο ΔΗΚΟ (58%). Το μεγαλύτερο ποσοστό, βάσει θετικής γνώμης, από όλους τους πολιτικούς αρχηγούς το λαμβάνει ο Γιώργος Περδίκης των Οικολόγων με 45%. Το πιο ενδιαφέρον όμως συμπέρασμα της δημοσκόπησης προέρχεται από την ερώτηση: «Πιστεύετε ότι ένα νέο κόμμα στον χώρο του κέντρου θα έχει πιθανότητες επιτυχίας». Κατά το παρελθόν ο διάλογος για τη δημιουργία μεσαίου χώρου με τη συμμετοχή κυρίως του ΔΗΚΟ, της ΕΔΕΚ και της Συμμαχίας Πολιτών έπεσε στο κενό. Πλέον, οι πολίτες προκρίνουν τη δημιουργία ενός νέου πολιτικού φορέα με ποσοστό 27% να απαντά ότι «μάλλον ναι, ένα κεντρώο κόμμα θα είχε πιθανότητες επιτυχίας».