Οι δύο αδελφοί που θεωρούνται ύποπτοι για τις βομβιστικές επιθέσεις στο Μαραθώνιο της Βοστόνης είχαν στην κατοχή τους έξι βόμβες, ένα πιστόλι και ένα τουφέκι κατά τη διάρκεια της καταδίωξής τους, τη νύχτα της Πέμπτης προς την Παρασκευή, οπότε σκοτώθηκε ο μεγαλύτερος από αυτούς, ο Ταμερλάν Τσαρνάεφ.
"Είχαν τουλάχιστον έξι βόμβες", είπε ο αστυνομικός διευθυντής του Γουότερταουν, Έντουαρντ Ντεβό, σε συνέντευξη που παραχώρησε στο αμερικανικό τηλεοπτικό δίκτυο CNN. "Βρήκαμε μια χύτρα ταχύτητας η οποία εξερράγη κατά τη διάρκεια της ανταλλαγής πυρών”, πρόσθεσε, διευκρινίζοντας ότι οι αστυνομικοί εντόπισαν στο αυτοκίνητο των αδελφών Τσαρνάεφ δύο αυτοσχέδιες χειροβομβίδες και άλλους εκρηκτικούς μηχανισμούς που οι φυγάδες δεν πρόλαβαν να ενεργοποιήσουν.
Σύμφωνα με τον Ντεβό, κατά τη διάρκεια της καταδίωξης αντηλλάγησαν "περισσότεροι από 200 πυροβολισμοί μέσα σε διάστημα 5-10 λεπτών". Ο ίδιος αφηγήθηκε πώς ο Ταμερλάν Τσαρνάεφ εμφανίστηκε μέσα στο σκοτάδι και άρχισε να πυροβολεί τους αστυνομικούς που προσπαθούσαν να τον πλησιάσουν. Όταν του τελείωσαν τα πυρομαχικά, δυο ή τρεις αστυνομικοί επιχείρησαν να τον ακινητοποιήσουν και να του περάσουν χειροπέδες, όμως ο μικρότερος αδελφός, που οδηγούσε μια μαύρη Μερσέντες, έκανε όπισθεν κινούμενος εναντίον τους. Ο ένας από τους αστυνομικούς φώναξε: "Προσοχή!", οι αστυνομικοί σκορπίστηκαν και το αυτοκίνητο χτύπησε τον Ταμερλάν και τον παρέσυρε για αρκετά μέτρα.
Ο Ντεβό είπε ότι ο 26χρονος Ταμερλάν σκοτώθηκε επί τόπου, όμως ο θάνατός του ανακοινώθηκε μόνο αφού τον μετέφεραν στο νοσοκομείο, στο ίδιο όπου νοσηλεύεται από σήμερα τα ξημερώματα και ο 19χρονος Τζοχάρ μετά τη σύλληψή του.