Μετά από 23 ολόκληρα χρόνια στη φυλακή, η Δικαιοσύνη αποφάσισε να αποκαταστήσει έναν νεοϋορκέζο. Ο Ντέιβιντ Ράντα καταδικάστηκε το 1991 για ανθρωποκτονία. Παρά τους ισχυρισμούς του ότι ήταν αθώος δεν έπεισε κανέναν.
Μετά από μια εσωτερική έρευνα, οι εισαγγελικές αρχές του Μπρούκλιν, βρήκαν ένα τεκμήριο που δεν είχε εξεταστεί στη δίκη. Το τεκμήριο αυτό επέτρεψε την αθώωση του Ράντα, ο οποίος είχε καταδικαστεί σε κάθειρξη 37 ετών, όταν κρίθηκε ένοχος για τη δολοφονία ενός ορθόδοξου Εβραίου ραβίνου στη διάρκεια μιας απόπειρας διάρρηξης τον Φεβρουάριο του 1990.
"Έπειτα από εκτενή έρευνα, το γραφείο του εισαγγελέα απεφάνθη ότι τα τεκμήρια βάσει των οποίων ο Ράντα είχε καταδικαστεί δεν είναι πλέον βάσιμα, και ότι κανένα άλλο εναπομείναν στοιχείο δεν θα επέτρεπε την καταδίκη του Ράντα αν διεξαγόταν νέα δίκη", δήλωσε ο εισαγγελέας Τσαρλς Χάινς.
Μετά την απελευθέρωσή του, ο 58χρονος σήμερα Ράντα δήλωσε στους δημοσιογράφους ότι ήταν πολύ συγκινημένος. "Όπως πάντα έλεγα από την αρχή, δεν είχα καμιά σχέση με την υπόθεση αυτή. Η απόφαση αυτή μου έχει προκαλέσει μεγάλη συγκίνηση".
Σύμφωνα με την εφημερίδα New York Times, ένας άνδρας που σκοτώθηκε σε τροχαίο ενώ καταδιωκόταν από την αστυνομία τον Απρίλιο του 1990, ένας κοκαϊνομανής που διέπραττε συχνά ένοπλες ληστείες, ήταν πιθανώς ο πραγματικός δολοφόνος του ραβίνου.