Το Ανώτατο Δικαστήριο της Πολιτείας του Κονέκτικατ κατήργησε σήμερα τη θανατική ποινή, χαρακτηρίζοντάς την αντισυνταγματική, ακόμη και για τους ανθρώπους που έχουν ήδη καταδικαστεί σε θάνατο. Από το 1976 στο Κονέκτικατ είχε εκτελεστεί μόνο ένας θανατοποινίτης.
Από τις 50 Πολιτείες των ΗΠΑ, οι 19 έχουν καταργήσει τη θανατική ποινή, με πιο πρόσφατη τη Νεμπράσκα, τον περασμένο Μάιο. Από τις αρχές του έτους έχουν εκτελεστεί σε όλη τη χώρα 18 θανατοποινίτες, οι μισοί εκ των οποίων στο Τέξας.
Τον Απρίλιο του 2012 οι κάτοικοι της Πολιτείας του Κονέκτικατ είχαν ψηφίσει υπέρ της κατάργησης της θανατικής ποινής, όμως το μέτρο δεν είχε αναδρομικό χαρακτήρα και έτσι 11 θανατοποινίτες παρέμεναν μέχρι και σήμερα στην πτέρυγα των μελλοθάνατων, σύμφωνα με το Κέντρο Πληροφόρησης για τη Θανατική Ποινή (DPIC).
Στο Ανώτατο Δικαστήριο προσέφυγε ο ένας από αυτούς, ο Εντουάρντο Σαντιάγκο, που καταδικάστηκε σε θάνατο το 2005 για μια δολοφονία που είχε διαπράξει πέντε χρόνια νωρίτερα. Ο δικηγόρος του υποστήριζε ότι, μετά την απόφαση του 2012, η εκτέλεσή του θα συνιστούσε "σκληρή και ασυνήθιστη" τιμωρία, κάτι που απαγορεύεται από την 8η τροπολογία του αμερικανικού συντάγματος.
Το Ανώτατο Δικαστήριο αποδέχτηκε αυτό το επιχείρημα, με ψήφους 4 έναντι 3. "Έχουμε πειστεί ότι (...) η θανατική ποινή στην Πολιτεία αυτή δεν εξυπηρετεί πλέον κανέναν νόμιμο ποινικό σκοπό" σημειώνουν οι δικαστές στην έκθεσή τους, έκτασης 92 σελίδων. Η εκτέλεση εκείνων που καταδικάστηκαν στο Κονέκτικατ για εγκλήματα που διέπραξαν πριν από το 2012 "θα παραβίαζε την απαγόρευση της Πολιτείας για τις σκληρές και ασυνήθιστες τιμωρίες", συνέχισαν. Οι δικαστές αναφέρονται επίσης στον "αυθαίρετο" χαρακτήρα της θανατικής ποινής και τον κίνδυνο δικαστικής πλάνης.