Δεκάδες χιλιάδες αστυνομικοί, αλλά και πολιτικοί και απλοί πολίτες, από ολόκληρη τη χώρα παρέστησαν σήμερα στην κηδεία του δεύτερου αστυνομικού της Νέας Υόρκης, του Γουεντζιάν Λιού, ο οποίος τον περασμένο μήνα έπεσε νεκρός από τις σφαίρες ενός άνδρα που υποστήριξε ότι η πράξη του ήταν αντίποινα στους φόνους άοπλων Αφροαμερικανών από αστυνομικούς.
Ο Γουεντζιάν Λιού, γιός κινέζων μεταναστών στη Νέα Υόρκη, δολοφονήθηκε μαζί με τον συνάδελφό του Ραφαέλ Ράμος μέσα στο σταθμευμένο περιπολικό τους στις 20 Δεκεμβρίου από έναν 28χρονο Αφροαμερικανό, τον Ισμαήλ Μπρίνσλεϊ, ο οποίος στη συνέχεια αυτοκτόνησε. Ο Λιού θεωρείται ότι είναι ο πρώτος Κινεζοαμερικανός αστυνομικός του τμήματος Νέας Υόρκης που έχασε τη ζωή του εν ώρα καθήκοντος.
Όσοι είχαν ζητήσει να πάρουν τον λόγο σχημάτιζαν ουρά έξω από τον χώρο τέλεσης της κηδείας του Λιού στο Μπρούκλιν.
Αλλά και σε αυτή την περίπτωση, όπως συνέβη στην κηδεία του Ράμος που τελέστηκε στις 27 Δεκεμβρίου, δεκάδες αστυνομικοί σε ένδειξη αποδοκιμασίας γύρισαν την πλάτη τους όταν σε γιγαντοοθόνη εμφανίστηκε ο δήμαρχος Νέας Υόρκης Μπιλ ντε Μπλάζιο να εκφωνεί επικήδειο λόγο.
Πολλοί αστυνομικοί του τμήματος Νέας Υόρκης αντιδρούν στη συμπάθεια που έχει επιδείξει ο ντε Μπλάζιο το τελευταίο διάστημα προς τους διαδηλωτές κατά της αστυνομικής βίας.
Η τέλεση της κηδείας του Λιού καθυστέρησε για να φθάσουν στη Νέα Υόρκη από την Κίνα οι συγγενείς του.
Ένστολοι αστυνομικοί στέκονταν σιωπηλοί έξω από τον χώρο. Ο Επίτροπος της Αστυνομίας Μπιλ Μπράτον, ο οποίος προτού εισέλθει στον χώρο αντάλλαξε χειραψία με πολλούς από αυτούς, είχε απευθύνει από χθες έκκληση προς τους αστυνομικούς να μην κάνουν κάτι στη διάρκεια της κηδείας που θα στερούσε "την αξία, την τιμή και την προσοχή" που δικαίως ταίριαζαν στον δολοφονηθέντα.
Οι δολοφονίες του 32χρονου Λιού και του 40χρονου Ράμος προκάλεσαν κύμα υποστήριξης προς τις δυνάμεις επιβολής του νόμου έπειτα από τις διαδηλώσεις διαμαρτυρίας σε εθνικό επίπεδο τον περασμένο χρόνο κατά της υπερβολικής χρήσης αστυνομικής βίας εις βάρος Αφροαμερικανών και άλλων μειονοτήτων.