Οι ηγέτες των 27 θα πρέπει να συμφωνήσουν μεταξύ τους για «τις κατευθυντήριες γραμμές των διαπραγματεύσεων», οι οποίες θα ξεκινήσουν το νωρίτερο τον Ιούνιο
Η σύνοδος των Ευρωπαίων ηγετών για να καθορίσουν τη θέση των 27 στις διαπραγματεύσεις με το Λονδίνο για το Brexit θα πραγματοποιηθεί το Σάββατο 29 Απριλίου, ανακοίνωσε ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ.
«Συγκάλεσα ένα ευρωπαϊκό συμβούλιο το Σάββατο 29 Απριλίου προκειμένου να υιοθετηθούν οι κατευθυντήριες γραμμές των διαπραγματεύσεων για τις συζητήσεις σχετικά με το Brexit», δήλωσε ο Τουσκ στη διάρκεια συνέντευξης Τύπου από τις Βρυξέλλες.
Η δήλωση του Τουσκ γίνεται μία ημέρα μετά την ανακοίνωση της βρετανικής κυβέρνησης ότι θα εκκινήσει επισήμως τη διαδικασία αποχώρησης της χώρας από την ΕΕ στις 29 Μαρτίου. Αυτό σημαίνει ότι το Λονδίνο θα ενεργοποιήσει το άρθρο 50 της Συνθήκης της Λισαβόνας, που σηματοδοτεί επισήμως την πρόθεση της Βρετανία να αποχωρήσει από την ΕΕ.
Η κίνηση θα σηματοδοτήσει την έναρξη μιας διετούς διαπραγματευτικής περιόδου κατά την οποία η βρετανική κυβέρνηση και η ΕΕ ελπίζουν να συμφωνήσουν στους όρους για την αποχώρηση της Βρετανίας και να έχουν μια ξεχωριστή συμφωνία για τη μορφή της μελλοντικής του σχέσης, κυρίως σε ό,τι αφορά το μεταξύ τους εμπόριο.
Όμως οι ηγέτες των 27 χωρών μελών θα πρέπει πρώτα να συμφωνήσουν μεταξύ τους στη διάρκεια της συνόδου τους στα τέλη Απριλίου για «τις κατευθυντήριες γραμμές των διαπραγματεύσεων», τις οποίες θα πρέπει να ακολουθήσουν λεπτομερείς «οδηγίες διαπραγματεύσεων».
Αυτό σημαίνει ότι διαπραγματεύσεις δεν θα μπορέσουν να ξεκινήσουν παρά πολλές εβδομάδες μετά τη σύνοδο της 29ης Απριλίου.
Ο Τουσκ είχε ανακοινώσει χθες ότι θα παρουσιάσει «εντός 48 ωρών» μετά την ενεργοποίηση του άρθρου 50 «τις κατευθυντήριες γραμμές των διαπραγματεύσεων», τις οποίες θα πρέπει να υιοθετήσουν οι 27 κατά τη σύνοδό τους.
«Προσωπικά θα προτιμούσα η Βρετανία να είχε επιλέξει να μην εγκαταλείψει την ΕΕ, όμως η πλειοψηφία των Βρετανών ψηφοφόρων έλαβε διαφορετική απόφαση», σχολίασε σήμερα ο Τουσκ.
«Οπότε πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να καταστήσουμε το διαζύγιο όσο το δυνατόν λιγότερο επώδυνο για την ΕΕ», πρόσθεσε.