Ένα από τα διασημότερα κόμικ όλων των εποχών
Δημιουργός ίσως ενός από τα διασημότερα κόμικ όλων των εποχών, του θρυλικού Τεντέν, ο βέλγος σκιτσογράφος Ερζέ είχε δοκιμασθεί συνάμα και στον στίβο της μοντέρνας ζωγραφικής, ενώ αφιερώθηκε επίσης και στη συλλογή έργων τέχνης: τούτες οι άγνωστες πτυχές του αποκαλύπτονται στην έκθεση που φιλοξενείται ως τα τέλη Ιουνίου στο Μουσείο Ερχέ στη Λουβαίν-λα-Νεβ, κοντά στις Βρυξέλλες.
«Μέσα από τούτην την έκθεση ανακαλύπτουμε τρεις πτυχές της προσωπικότητας του Ερζέ: τους ίδιους του τους πίνακες, ένα τμήμα της προσωπικής του συλλογής και τα προσχέδια του τελευταίου του, ανολοκλήρωτου, άλμπουμ ‘Αλφ-Αρτ (Alph-Art)’»,εξηγεί στο Γαλλικό Πρακτορείο ο επί 20ετία αρχειοθέτης του Μουσείου Ντομνίκ Μαρίκ , με την ευκαιρία των χθεσινών εγκαινίων της έκθεσης.
Γνωστός παγκοσμίως από τις «Περιπέτειες του Τεντέν και του Μιλού», της σειράς που από το 1929 έχει μαγέψει το κοινό, ο Βέλγος Ζορζ Ρεμί, ο επονομαζόμενος Ερζέ (1907-83) από την αρχή της σταδιοδρομίας του είχε δείξει μεγάλο ενδιαφέρον για όλες τις μορφές της δημιουργικής έκφρασης.
Όμως ήταν στα χρόνια του 60, οπότε κι η προσωπική του ζωή είχε γνωρίσει σημαντικές ανακατατάξεις—καθώς ερωτεύθηκε την κατά 27 χρόνια νεώτερή του Φανί Βλαμίνκ, η οποία θα γίνει κατόπιν σύζυγός του—που ο Βέλγος σκιτσογράφος θα ονειρευθεί ν’ αφήσει πίσω του τα κόμικς για να στραφεί προς τη ζωγραφική, διηγείται ο διευθυντής των εκδόσεων Moulinsart Ντιντιέ Πλατό.
«Η σχέση του Ερζέ με τη Μοντέρνα Τέχνη αποτελούν ένα κεφάλαιο στην έρευνα αυτού του αυτοδίδακτου ανθρώπου που πάντοτε γύρευε να μάθει περισσότερα και να δραπετεύει κι απ’ τον ίδιο του τον εαυτό κι επίσης, κατά μία άποψη, ενός έργου που του ξέφυγε», τόνισε ο Πλατό, πρώην εκδότης του Ερζέ στον οίκο Casterman.
Μετά πολλές κρίσεις κατάθλιψης και εν μέσω μίας οξείας υπαρξιακής κρίσης, ο Ερζέ «αφιερώνεται στον εαυτό του για πρώτη φορά χάρις στη ζωγραφική», πρόσθεσε.
Εκείνη ακριβώς την εποχή, χάρις στη συνδρομή των φίλων του Μαρσέλ Σταλ, μεγάλου συλλέκτη έργων τέχνης κι ιδιοκτήτη γκαλερί κοντά στο στούντιο του Ερζέ, και του κριτικού Τέχνης Πιερ Στεξ, ο Βέλγος δημιουργός κάνει τα πρώτα βήματα στον κόσμο των συλλεκτών. Αγοράζει έργα πρωτοπόρων δημιουργών, όπως των Λούτσιο Φοντάντα, Σερζ Πολιακόφ, Ρόι Λίχτενσταϊν, ακόμη και του Άντυ Γουόρχωλ.
Στις αρχές του ’60, ο ιεροφάντης της ‘καθαρής γραμμής’ παρακολουθεί μαθήματα ζωγραφικής κοντά στον Βέλγο δημιουργό αφηρημένης τέχνης Λούις Βαν Λιντ. Επιδίδεται στην έρευνα του καμβά, φιλοτεχνώντας έργα εμπνευσμένα από την τεχνική του Ζοάν Μιρό, του Πάουλ Κλέε, ή του ίδιου του δασκάλου του Βαν Λιντ.
Ανικανοποίητος από τ’ αποτέλεσμα, ο σκιτσογράφος θα εγκαταλείψει σύντομα τη ζωγραφική και θα φυλάξει διαπαντός τα έργα του σε μία σοφίτα.
«Ο Ερζέ είδε πως δεν προόδευε καθόλου. Κι αποφάσισε πως κάποιος είναι καλός μόνο σ’ ένα πράγμα στη ζωή του και για εκείνον αυτό το πράγμα ήσαν τα κόμικς. Και προπαντός δεν ήθελε να γίνει ένας περιστασιακός, ερασιτέχνης, ‘Ζωγράφος της Κυριακής’», υπογράμμισε ο Πλατό.
Έκτοτε, ο Ερζέ θα φιλοτεχνήσει άλλα δύο άλμπουμ του Τεντέν «Πτήση 714 για Σίδνεϋ», το 1968 και «Ο Τεντέν κι οι Πίκαρος», το 1976, προτού καταπιαστεί με το «Αλφ –Αρτ». Τούτο το στερνό, 24ο αλμπουμ, που θα εκδοθεί μεταθανάτια και με την μορφή του ανολοκλήρωτου το 1986, θίγει ακριβώς το θέμα της μοντέρνας τέχνης, με τις γκαλερί, τους μαικήνες της, αλλά και τους πλαστογράφους της.
Με την ευκαιρία της συμπλήρωσης επτά χρόνων από τη λειτουργία του Μουσείου, η πρώην σύζυγός του (σήμερα Φανί Ρόντγουελ) δέχθηκε να αποκαλυφθεί αυτό το κομμάτι από τη ζωή του Ερζέ.
Για πρώτη φορά θα εκτεθούν στο κοινό εννέα πίνακες φιλοτεχνημένοι από τον Ερζέ και περίπου είκοσι έργα από την προσωπική του συλλογή. Την έκθεση συμπληρώνουν και εξήντα πέντε πρωτότυπα φύλλα από το Αλφ-Αρτ.
«Θέλουμε να δείξουμε την γένεση της δημιουργίας. Εκείνο που είναι άκρως ενδιαφέρον είναι το να δούμε την αυθορμησία στη χειρονομία του καλλιτέχνη. Μπορούμε επίσης να ανακαλύψουμε και τα σχέδια Β, καθώς δεν ήξαιρε πολύ καλά προς τα πού βάδιζε. Τα γυμνάσματα τούτα αποδεικνύουν περίτρανα πως πίσω από κάθε άλμπουμ του Τεντέν κρύβεται μία τεράστια έρευνα και πολύ δουλειά», παρατήρησε ο Μαρίκ.
Η έκθεση, που ονομάζεται «Tonnere de Brest», (Στ Μ από την εμβληματική φράση που συνηθίζει να αναφωνεί ο Καπετάνιος Χάντοκ) θα διαρκέσει έως τις 26 Ιουνίου κι αποτελεί μία πρόγευση από τη μεγάλη έκθεση που θα φιλοξενηθεί από τα τέλη Σεπτεμβρίου στο Γκραν Παλαί των Παρισίων.