O υπουργός Εξωτερικών και Διεθνούς Συνεργασίας της Ιταλίας εξηγεί τις θέσεις της Ιταλίας σε βασικά θέματα εξωτερικής πολιτικής
"Για να σώσουμε την Σένγκεν πρέπει να ξεπεράσουμε βαθμιαία το Δουβλίνο", δήλωσε ο Ιταλός υπουργός Εξωτερικών Πάολο Τζεντιλόνι στην εφημερίδα Ιλ Σόλε 24 Ωρε.
"Η απόφαση να προορισθούν κονδύλια για την στήριξη και την αντιμετώπιση της κατάστασης εκτάκτου ανάγκης αντανακλά την επίγνωση ότι οι χώρες πρώτης εισόδου των προσφύγων δεν μπορούν να διαχειριστούν μόνες τους την κατάσταση", πρόσθεσε ο Τζεντιλόνι.
Σύμφωνα με τον επικεφαλής της ιταλικής διπλωματίας "αύριο οι Ευρωπαίοι ηγέτες θα προσπαθήσουν να καταστήσουν πιο διαχειρίσιμη την κατάσταση των βαλκανικών ροών, μειώνοντας τον όγκο τους με την συνεργασία του Λιβάνου, της Ιορδανίας και της Τουρκίας και στοιχηματίζοντας στην κατάπαυση του πυρός στην Συρία ".
"Η όλη αυτή πρόκληση έχει ως στόχο να μην ακυρωθεί η προσπάθεια από μονομερείς κινήσεις που θα μετέτρεπαν τους πιο εντατικούς ελέγχους της παρούσας φάσης σε πραγματικό κλείσιμο των συνόρων. Αν αυτό συμβεί θα θέσει σε κίνδυνο τις προσπάθειες διαχείρισης του φαινομένου και θα αποσυνθέσει τον μηχανισμό ελεύθερης κυκλοφορίας των πολιτών" καταλήγει ο Πάολο Τζεντιλόνι.
Ακολουθεί το άρθρο του κ. Τζεντιλόνι ως έχει:
«Η Ευρωπαϊκή Ένωση διέρχεται μια από τις δυσκολότερες φάσεις της ιστορίας της. Δύο παράγοντες καθιστούν ανησυχητική την τρέχουσα κατάσταση. Ο πρώτος αφορά στη σύγκλιση τριών κρίσεων: των μεταναστευτικών ροών, της πιθανότητας ενός «Brexit» και των συνεχιζόμενων επιπτώσεων της οικονομικής ύφεσης. Ο δεύτερος έχει να κάνει με την εντύπωση ότι αυτή η τριπλή πρόκληση αντιμετωπίζεται χωρίς να υπάρχει κοινός ορίζοντας στα πλαίσια του οποίου να καθοριστεί μια κοινή ευρωπαϊκή απάντηση.
Σε σχέση με το σενάριο αυτό, θα πρέπει πρώτα να εργαστούμε για να διασφαλίσουμε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα αλλάξει την οικονομική πολιτική της. Είναι καιρός να αφήσουμε πίσω μας τις δογματικές υπερβολές της δημοσιονομικής πειθαρχίας, ώστε να προωθήσουμε πολιτικές επικεντρωμένες στις επενδύσεις, στην ανάπτυξη, στην καινοτομία και στην απασχόληση. Δεν διακυβεύεται η συμμόρφωση με τους κανόνες της δημοσιονομικής πειθαρχίας, που θέσαμε στον εαυτό μας και που η Ιταλία θα συνεχίσει να σέβεται. Τα τελευταία χρόνια έχουν δείξει, ωστόσο, ότι δεν αρκεί η λιτότητα για να κερδίσουμε την πρόκληση του μέλλοντος.
Σε δεύτερη φάση, θα πρέπει να ξεπεράσουμε με επιτυχία την δοκιμασία του βρετανικού δημοψηφίσματος. Προσδοκία της Ιταλίας είναι να παραμείνει το Ηνωμένο Βασίλειο τμήμα της Ε.Ε., έχοντας την πεποίθηση ότι είναι δυνατόν να συγκεραστούν οι διαφορετικές οπτικές και τα διαφορετικά επίπεδα ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης που ήδη υπάρχουν εντός της Ένωσης, από τη Συνθήκη Σένγκεν έως το ευρώ.
Τέλος, χρειαζόμαστε μια κοινή, ευρωπαϊκή, διαχείριση των μεταναστευτικών ροών. Πρέπει να ξεφύγουμε από το σύνδρομο έκτακτης ανάγκης, από τη λογική των τοίχων και από τις εθνικιστικές εξάρσεις. Οι μετανάστες που φτάνουν στις ακτές μας αποτελούν έκφραση ενός παγκόσμιου και μεγάλης διάρκειας φαινομένου, με το οποίο θα συνυπάρχουμε για καιρό. Ως εκ τούτου, καλούμαστε να το διαχειριστούμε με διορατικότητα και με προσήλωση στις αξίες της ελευθερίας και της ανοχής τις οποίες επικαλούνται τα Συντάγματά μας και που θεωρούμε, ως Ευρωπαίοι, υπόδειγμα πολιτισμού.
Είναι βασικό να αποτρέψουμε το ενδεχόμενο μεμονωμένες χώρες να αποφασίσουν μονομερώς, στις επόμενες εβδομάδες, όχι τόσο την ενίσχυση των ελέγχων, όπως συμβαίνει ήδη, αλλά το κλείσιμο των συνόρων τους, προκαλώντας ένα «ντόμινο» κατά μήκος της «βαλκανικής οδού», με επιπτώσεις αποσταθεροποίησης των άλλων ευρωπαϊκών κρατών. Μονομερείς αντιδράσεις αυτού του είδους, θα θέτανε σε σοβαρό κίνδυνο τη ζώνη Σένγκεν και την ελεύθερη κυκλοφορία, ένα από τα επιτεύγματα δηλαδή της ευρωπαϊκής ιθαγένειας και της ενιαίας αγοράς.
Για να διασώσουμε τη Σένγκεν και την ελεύθερη κυκλοφορία πρέπει να ξεπεράσουμε τον κανονισμό του Δουβλίνου. Στ΄αλήθεια πιστεύει η Ευρωπαϊκή Ένωση ότι η ευθύνη, για την χορήγηση ασύλου σε όσους πληρούν τις προϋποθέσεις και για τον επαναπατρισμό όλων των άλλων, μπορεί να βαραίνει μόνον τις πρώτες χώρες υποδοχής; Πρόκειται για μία προσδοκία μη ρεαλιστική. Οφείλουμε να σώσουμε χιλιάδες ζωές στη θάλασσα και να υιοθετήσουμε ένα ευρωπαϊκό σύστημα ασύλου και επαναπατρισμού των παράτυπων μεταναστών.
Σε αυτά τα θέματα η Ιταλία και η Ελλάδα έχουν κοινές ευαισθησίες και μπορούν να συνεργαστούν στενά.
Στο πλαίσιο της ενίσχυσης της εξωστρέφειας της χώρας μας, της στήριξης των εξαγωγικών προσπαθειών των παραγωγικών φορέων, καθώς και της διεύρυνσης της διμερούς οικονομικής και εμπορικής συνεργασίας με συγκεκριμένες χώρες προτεραιότητας, το Υπουργείο Εξωτερικών προγραμματίζει, εντός του τρέχοντος έτους, τις ακόλουθες δράσεις:
-Μικτές Διυπουργικές Επιτροπές, σε συνεργασία με τις ακόλουθες χώρες: Κατάρ, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Αρμενία, Αζερμπαϊτζάν, Κίνα, Ν. Κορέα, Ιορδανία, Ρωσία, Τυνησία, Μολδαβία, Σαουδική Αραβία, Ινδία και Λευκορωσία.
-Επιχειρηματικές αποστολές, στις ακόλουθες χώρες: Ιράν, Ιορδανία, Τυνησία, Κένυα, Σαουδική Αραβία, Ινδία, Σουηδία, Σερβία, Ρουμανία, Πολωνία, Λευκορωσία, Ν. Κορέα, καθώς και σε περιοχή της Ν.Α. Ασίας.
-Συνάντηση Υψηλού Επιπέδου με παράλληλη επιχειρηματική αποστολή, με στόχο την προώθηση των διμερών μας σχέσεων με τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη.»