Κάποια από τα διασημότερα μουσεία του κόσμου που φιλοξενούν αριστουργήματα όπως τον Δαβίδ του Μιχαήλ Αγγέλου και την Αφροδίτη του Μποτιτσέλι θα αποκτήσουν σύντομα ξένους διευθυντές, για πρώτη φορά στην ιστορία της Ιταλίας, καθώς η χώρα προσπαθεί να αναθεωρήσει τον "αρτηριοσκληρωτικό" τρόπο με τον οποίο διοικούνταν μέχρι σήμερα τα μουσεία της.
Μετά από διεθνή αναζήτηση των κατάλληλων υποψηφίων, το υπουργείο Πολιτισμού ανακοίνωσε σήμερα τα ονόματα των 20 νέων διευθυντών που θα τεθούν επικεφαλής των σημαντικότερων μουσείων. Οι επτά από αυτούς δεν είναι Ιταλοί — σ' αυτούς περιλαμβάνονται και οι νέοι διευθυντές της Πινακοθήκης Ουφίτσι και της Πινακοθήκης της Ακαδημίας στη Φλωρεντία όπου φιλοξενούνται αντίστοιχα η Γέννηση της Αφροδίτης και το μαρμάρινο άγαλμα του Δαβίδ.
Οι διορισμοί αυτοί έγιναν στο πλαίσιο της ευρείας αναδιοργάνωσης που προωθεί το υπουργείο για να ενισχύσει τις δυνατότητες της Ιταλίας να συντηρεί και να προωθεί τους καλλιτεχνικούς και αρχιτεκτονικούς θησαυρούς της οι οποίοι απειλούνται μετά από δεκαετίες κακοδιαχείρισης και παραμέλησης.
"Το σύστημα των μουσείων ήταν αρτηριοσκληρωτικό. Ένα αδύναμο σύστημα: ανεπαρκείς πόροι και κανονισμοί που οδηγούσαν σε παράλυση" εξήγησε στην εφημερίδα La Repubblica ο Πάολο Μπαράτα, στον οποίο είχε ανατεθεί η διαδικασία επιλογής των υποψηφίων. "Η κατάσταση είναι πολύ διαφορετική στο εξωτερικό, όπου τα μουσεία είναι πραγματικές μηχανές πολιτισμού" πρόσθεσε ο Μπαράτα που είναι και πρόεδρος της Μπιενάλε της Βενετίας.
Στους 20 νέους διευθυντές —10 άνδρες και 10 γυναίκες— περιλαμβάνεται και ο Γερμανός ιστορικός τέχνης Άικε Σμιτ που θα αναλάβει την Πινακοθήκη Ουφίτσι και ο Βρετανοκαναδός αρχιτέκτονας και διευθυντής μουσείων Τζέιμς Μπράντμπερν που θα διευθύνει την Πινακοθήκη ντι Μπρέρα στο Μιλάνο. Στην Πινακοθήκη της Ακαδημίας διευθύντρια ορίστηκε η Γερμανίδα ιστορικός Τσετσίλιε Χόλμπεργκ.
Ο Μπαράτα διευκρίνισε ότι τα μουσεία θα παραμείνουν εν μέρει υπό την αιγίδα της πολιτείας όμως οι νέοι διευθυντές θα πρέπει να συγκεντρώνουν πόρους ανεξάρτητα, όπως είχε ζητήσει ο υπουργός Πολιτισμού Ντάριο Φραντσεσκίνι.
Πηγή ΑΠΕ