Ο Γεβγένι Πριμακόφ, πρώην πρωθυπουργός της Ρωσίας στη δεκαετία του 1990, πέθανε σήμερα στη Μόσχα σε ηλικία 85 ετών, μετέδωσαν τα ρωσικά πρακτορεία ειδήσεων.
Πρώην αρχικατάσκοπος, διευθυντής των υπηρεσιών πληροφοριών εξωτερικού (SVR) από το 1991 έως το 1996 μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης, ο Πρικαμόφ διετέλεσε υπουργός Εξωτερικών τον Ιανουάριο του 1996 πριν αναλάβει τον πρωθυπουργικό θώκο για μερικούς μήνες, από τον Σεπτέμβριο του 1998 έως τον Μάιο του 1999.
Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ δήλωσε στους δημοσιογράφους ότι ο εκλιπών "ήταν ένας ηγέτης, ένας επιστήμονας, ένας πολιτικός άνδρας. Αφήνει πίσω του μεγάλη κληρονομιά". Ο Πεσκόφ δήλωσε ότι ο πρόεδρος Πούτιν ενημερώθηκε για τον θάνατο του Πριμακόφ και λυπήθηκε βαθιά. Σύμφωνα με τον εκπρόσωπο, ο Βλαντίμιρ Πούτιν προσέδιδε μεγάλη σημασία στη γνώμη του Πριμακόφ "κυρίως αυτή την ταραγμένη περίοδο".
"Ο πρόεδρος Πούτιν και ο Γεβγένι Πριμακόφ είχαν συναντηθεί πριν από ένα μήνα. Με την ευκαιρία αυτή, ο Πριμακόφ του έδωσε το τελευταίο του βιβλίο", διευκρίνισε.
Ο πρόεδρος της κοινοβουλευτικής επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων Κονσταντίν Κοσάτσοφ εξήρε τον αξιωματούχο "που θα μείνει πάντα στην ιστορία της χώρας ξεχωρίζοντας για τον πατριωτισμό και την ακεραιότητά του".
"Ήταν ένας μεγάλος ρώσος πολίτης, ένας ηγέτης που ήξερε να λαμβάνει τις σωστές αποφάσεις στις κρίσιμες στιγμές", δήλωσε ο Γιούρι Λουζκόφ, δήμαρχος Μόσχας από το 1992 έως το 2010.
Σε όλη τη διάρκεια της πολιτικής του σταδιοδρομίας, η οποία άρχισε επί σοβιετικής εποχής, ο Πριμακόφ εργάστηκε για να ηχεί η φωνή της Ρωσίας στη διεθνή σκηνή, ενώ αντιτίθετο στην άνοδο της αμερικανικής ισχύος.
Ο Πριμακόφ γεννήθηκε στην ουκρανική πόλη του Κιέβου το 1929 και μεγάλωσε στο Τμπιλίσι (τότε Τιφλίδα), την πρωτεύουσα της Γεωργίας. Αφού αποφοίτησε από το Ινστιτούτο Ανατολικών Σπουδών της Μόσχας το 1953, συνέχισε τις σπουδές στο Πανεπιστήμιο της Μόσχας. Εργάστηκε ως ανταποκριτής του κρατικού ραδιοτηλεοπτικού δικτύου και ως ανταποκριτής στη Μέση Ανατολή τη δεκαετία του 1960.
Εισήλθε στο σοβιετικό κοινοβούλιο το 1988 και διετέλεσε πρόεδρος του οργάνου αυτού από το 1989 έως το 1990. Τότε έπαιξε σημαντικό ρόλο στις μάταιες ωστόσο προσπάθειες για την αποτροπή τo 1991 του πολέμου του Κόλπου, όταν ο σοβιετικός ηγέτης Μιχαήλ Γκορμπατσόφ τον είχε στείλει να διαπραγματευτεί στη Βαγδάτη με τον ιρακινό ηγέτη Σαντάμ Χουσέιν.
Στο εξωτερικό ο Πρικακόφ εθεωρείτο γεράκι, αλλά είχε τον σεβασμό ομολόγων του όπως της αμερικανίδας υπουργού Εξωτερικών Μαντλίν Ολμπράιτ κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων για την διεύρυνση του ΝΑΤΟ.
Ο πρόεδρος Μπόρις Γέλτσιν διόρισε τον Πριμακόφ πρωθυπουργό τον Σεπτέμβριο του 1998, καθώς διέκρινε σε αυτόν έναν συμβιβαστικό πολιτικό που μπορούσε να κατευνάσει τις πολιτικές εντάσεις έπειτα από την κατάρρευση της ρωσικής οικονομίας.
Στον Πριμακόφ αποδόθηκε η αποκατάσταση σε κάποιο βαθμό της σταθερότητας ύστερα από χρόνια χάους, ωστόσο φιλελεύθεροι τον κατηγόρησαν για το πάγωμα των οικονομικών μεταρρυθμίσεων. Παύθηκε από τα καθήκοντά του τον Μάιο του 1999.
Ο Πριμακόφ εξελέγη βουλευτής στη Δούμα το 1999 και συντάχθηκε με τον δήμαρχο της Μόσχας Γιούρι Λουζκόφ για τον σχηματισμό ενός αντιπολιτευόμενου κεντροαριστερού συνασπισμού και για να διεκδικήσει την προεδρία τον Μάρτιο του 2003. Στη συνέχεια όμως αποχώρησε, αφήνοντας ελεύθερο το πεδίο στον Βλαντίμιρ Πούτιν, όταν πρόσωπα με μεγάλη πολιτική και οικονομική επιρροή ενώθηκαν για να στηρίξουν την υποψηφιότητα του πολιτικού του αντιπάλου.
Το 2003, σε μια εκ νέου αποστολή στο Ιράκ πριν από τον πρώτο πόλεμο του Κόλπου, ο Πριμακόφ συνάντησε τον Σαντάμ Χουσέιν, ύστερα από πρωτοβουλία του Πούτιν, σε μια ύστατη προσπάθεια ειρηνευτικών συνομιλιών. Τρεις ημέρες αργότερα, άρχιζε η αμερικανική εισβολή.
Αργότερα στη ζωή του, ο Πριμακόφ ηγείτο επιχειρηματικού λόμπι και είχε κερδίσει τον σεβασμό καθώς εθεωρείτο ένας από τους σημαντικότερους γηραιούς ηγέτες.
Το 2011, ο Πριμακόφ άφησε όλα τα καθήκοντά του, έχοντας απομακρυνθεί από τη δημόσια ζωή, ενώ σπάνια έδινε συνεντεύξεις.
Πηγή: ΑΠΕ