Η συντηρητική Δεξιά, που βρίσκεται στην αντιπολίτευση στη Γαλλία, επικράτησε έναντι της Αριστεράς στη Γερουσία, τον έλεγχο της οποίας είχε χάσει το 2011 από τους Σοσιαλιστές, στις εκλογές για τη μερική ανανέωση της σύνθεσης του σώματος που διεξήχθησαν σήμερα, γεγονός που συνιστά άλλο ένα εκλογικό πλήγμα για την σοσιαλιστική κυβέρνηση υπό τον πρόεδρο Φρανσουά Ολάντ, που βλέπει τη δημοτικότητά του να καταρρέει.
Για πρώτη φορά, το Εθνικό Μέτωπο (FN) εισέρχεται στην άνω Βουλή του Κοινοβουλίου έχοντας εκλέξει 2 Γερουσιαστές στη νοτιοανατολική Γαλλία με την πρόεδρο του κόμματος της ακροδεξιάς Μαρίν Λεπεν να κάνει λόγο για μια «ιστορική νίκη».
«Τα αποτελέσματα αυτά ξεπερνούν όσα εμείς ελπίζαμε» δήλωση η Λεπέν.
«Κάθε ημέρα που περνά, τις ιδέες μας υιοθετούν μαζικά οι Γάλλοι πολίτες… Έχουμε μια εξαιρετική δυναμική» υπογράμμισε η ίδια.
Από την πλευρά του ο Στεφάν Ραβιέ, που εξελέγη με το Εθνικό Μέτωπο τόνισε: «Υπάρχει μόνο μια πόρτα που έχει απομείνει να σπρώξουμε (για να ανοίξει) και αυτή είναι των Ηλυσίων Πεδίων».
Η Ένωση για ένα Λαϊκό Κίνημα (UMP), του πρώην πρόεδρου Νικολά Σαρκοζί, και οι κεντρώοι της σύμμαχοι του κόμματος Ένωση Δημοκρατών και Ανεξάρτητων (UDI) κατέγραψαν ένα προβάδισμα 10- 20 εδρών, επιβεβαίωσαν νωρίτερα σήμερα πολλά ηγετικά στελέχη του UMP βάση των προκαταρκτικών αποτελεσμάτων στο τέλος του δευτέρου γύρου.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, που επικαλείται το Αθηναϊκό Πρακτορείο, τα δύο κόμματα είχαν συγκεντρώσει συνολικά 180 έδρες.
Το UMP και το UDI δεν χρειαζόταν παρά να αποσπάσουν 7 έδρες από την Αριστερά προκειμένου να συγκεντρώσουν την απόλυτη πλειοψηφία των 175 εδρών επί των συνολικά 348.
«Πρόκειται για την απόλυτη απόρριψη της σοσιαλιστικής πολιτικής» επισήμανε ο γερουσιαστής του UMP Ροζέ Καρουτσί στο τηλεοπτικό δίκτυο BFM TV.
Οι σημερινές κάλπες αποτελούν την τρίτη κατά σειρά εκλογική ήττα για τους Σοσιαλιστές που κυβερνούν, μετά τις δημοτικές εκλογές του Μαρτίου και τις ευρωεκλογές στα τέλη Μαΐου.
Επί του πρακτέος δεν θα υπάρξουν σημαντικές επιπτώσεις καθώς η Εθνοσυνέλευση υπερισχύει της Γερουσίας στην περίπτωση διαφωνίας σε ένα νομοσχέδιο.
Όμως συνιστά ένα πλήγμα για τον πρόεδρο της Γαλλίας Φρανσουά Ολάντ, τη στιγμή που ο Νικολά Σαρκοζί, ο προκάτοχός του στον προεδρικό θώκο, επιστρέφει στην πολιτική με το βλέμμα τις επόμενες προεδρικές εκλογές του 2017.