Ο Βλαντίμιρ Πούτιν πέρασε πέντε χρόνια στην πρώην Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας, κατά τη δεκαετία του '80, ως αξιωματικός της αντικατασκοπείας της σοβιετικής KGB. Υπερηφανεύεται λοιπόν ότι καταλαβαίνει καλά τη Γερμανία.
Παρόλα αυτά, ο Πούτιν δεν υπολόγισε σωστά τις διαθέσεις και την αποφασιστικότητα της γερμανίδας καγκελαρίου σε ό,τι αφορά την ουκρανική κρίση. Η εμπειρία του είναι προφανώς κάπως ξεπερασμένη.
Όταν τα 28 κράτη-μέλη της ΕΕ συμφώνησαν τον περασμένο μήνα να επιβάλουν σκληρότερες κυρώσεις στη Ρωσία λόγω της υποστήριξής της προς τους αυτονομιστές της ανατολικής Ουκρανίας, η ρωσική ηγεσία αιφνιδιάστηκε. Ο Πούτιν περίμενε από τη Γερμανία να αντισταθεί σε μέτρα που θα έπλητταν τους γερμανούς εξαγωγείς.
Αλλά έκανε λάθος. Το Βερολίνο πρωταγωνίστησε στην απόφαση για τις κυρώσεις. Αυτό που ενδιέφερε πάνω απ'όλα τη Μέρκελ και τον υπουργό Εξωτερικών Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάγιερ ήταν να διατηρήσουν ενωμένο το ευρωπαϊκό μέτωπο.
«Ο Πούτιν είναι ένα στέλεχος της KGB παλιάς κοπής. Κρατά διάφορες επιλογές ανοιχτές και προσπαθεί να διχάσει την ΕΕ και τη Δύση με διμερείς επαφές», λέει ο Αντρέας Σόκενχοφ, αντιπρόεδρος των γερμανών Χριστιανοδημοκρατών στην Μπούντεσταγκ.
«Η καγκελάριος αφιέρωσε πάρα πολλή ώρα και ενέργεια για να εξασφαλίσει μια ενιαία ευρωπαϊκή θέση».
Ο Ρώσος πρόεδρος δεν είναι ο πρώτος ηγέτης που παρερμηνεύει τις προθέσεις της Μέρκελ. Ο βρετανός πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον έκανε το ίδιο λάθος όταν πίστεψε ότι η καγκελάριος θα τον στήριζε στην αντίθεσή του προς την υποψηφιότητα του Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ για την προεδρία της Κομισιόν. Όμως το λάθος του Πούτιν είναι δυνητικά πολύ σοβαρότερο.
Οι ενέργειές του στην Ουκρανία μετά την προσάρτηση της Κριμαίας, τον περασμένο Μάρτιο, τον απομάκρυναν από τον μόνο ευρωπαίο ηγέτη που μπορούσε να βρει μια διπλωματική λύση. Όπως γράφει ο Κουέντιν Πιλ στους Φαϊνάνσιαλ Τάιμς, έπεσε σε ένα λάκκο χωρίς να ξέρει πώς να βγει.
Κι όμως, τα μηνύματα από το Βερολίνο ήταν σαφή εδώ και μήνες. Από τότε που ο Πούτιν επέστρεψε στη ρωσική προεδρία, το 2012, η Μέρκελ έβλεπε με δυσαρέσκεια την αυταρχική και εθνικιστική στροφή του Κρεμλίνου. Και εξοργίστηκε με την προσάρτηση της Κριμαίας, που οδήγησε στην αλλαγή διεθνών συνόρων. Το ποτήρι ξεχείλισε όμως όταν η Μέρκελ κατάλαβε - ύστερα από τουλάχιστον 30 τηλεφωνικές συνομιλίες μαζί του - ότι ο Πούτιν της έλεγε ψέματα για τη σχέση της Μόσχας με τους αυτονομιστές. Και για τη γερμανίδα καγκελάριο, η εμπιστοσύνη είναι κάτι πολύ σημαντικό.
Η ουκρανική κρίση επιτάχυνε μια αναθεώρηση της γερμανικής εξωτερικής πολιτικής που είχε ήδη αρχίσει. Μέχρι τότε, η Γερμανία πρωταγωνιστούσε σε θέματα που είχαν να κάνουν με την κρίση της ευρωζώνης, αλλά όχι και με την εξωτερική πολιτική. Όπως λέει όμως ο Κρίστοφ Μπέρτραμ, ένας βετεράνος αναλυτής της πολιτικής της Γερμανίας σε θέματα εξωτερικής πολιτικής πολιτικής και ασφάλειας, η αδυναμία των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων, και κυρίως του Λονδίνου και του Παρισιού, έπεισε τη Γερμανία ότι πρέπει να αναλάβει έναν πιο ηγετικό ρόλο.
«Δεν βιάζονταν να παίξουν αυτόν τον ρόλο», λέει ο Μπέρτραμ, από τον οποίο ζητήθηκε να συμβάλει στην επανεξέταση της γερμανικής εξωτερικής πολιτικής. «Αναγκάστηκαν από τις περιστάσεις». Μια χώρα που ακολουθούσε πάντα τους άλλους στην εξωτερική πολιτική υποχρεώθηκε να πάρει το τιμόνι.
Σημαντικό ρόλο έπαιξε και η ομιλία που εκφώνησε ο Γερμανός πρόεδρος Γιόαχιμ Γκάουκ τον περασμένο Ιανουάριο στη διάσκεψη του Μονάχου για την ασφάλεια. Εκεί, ο Γκάουκ τάχθηκε υπέρ της ανάληψης μεγαλυτέρων ευθυνών από τη Γερμανία, ώστε να διαφυλαχθεί η ασφάλεια με την οποία την προμήθευσαν άλλοι για δεκαετίες.