Κανονισμοί για επισήμανση τροφίμων στην Ευρωπαϊκή Ένωση

Ο κανονισμός 1169/2011 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής συγχωνεύει τις οδηγίες 2000/13/ΕΚ σχετικά με την επισήμανση των τροφίμων και 90/496/ΕΟΚ σχετικά με τους κανόνες επισήμανσης όσον αφορά στις τροφικές ιδιότητες με σκοπό να βελτιωθούν τα επίπεδα πληροφόρησης και προστασίας των καταναλωτών της Ένωσης.

Ο κανονισμός αυτός εφαρμόζεται στους υπευθύνους επιχειρήσεων τροφίμων σε όλα τα στάδια της τροφικής αλυσίδας. Ισχύει για όλα τα τρόφιμα που προορίζονται για τον τελικό καταναλωτή, περιλαμβανομένων των τροφίμων που διατίθενται από τις μονάδες ομαδικής εστίασης και των τροφίμων που προορίζονται να παραδοθούν στις μονάδες ομαδικής εστίασης.

Γενικά το σχετικό νομικό πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης επισημαίνει ότι ούτε η διαφήμιση, η παρουσίαση ούτε και η διαφήμιση των τροφίμων δεν είναι τέτοια ώστε:

• να παραπλανά τον καταναλωτή όσον αφορά στα χαρακτηριστικά, στις ιδιότητες ή στα αποτελέσματα του τροφίμου

• να αποδίδουν σε τρόφιμο τις ιδιότητες πρόληψης, αγωγής ή θεραπείας οιασδήποτε ανθρώπινης ασθένειας (εκτός των φυσικών μεταλλικών νερών και των τροφίμων ειδικής διατροφής για τα οποία προβλέπονται ειδικές διατάξεις).

Οι πληροφορίες για τα τρόφιμα πρέπει να είναι ακριβείς, σαφείς και κατανοητές για τον καταναλωτή.

Ο υπεύθυνος επιχείρησης στο όνομα του οποίου ή της επιχείρησης του οποίου διατίθεται το τρόφιμο στην αγορά ή ο εισαγωγέας εφόσον ο εν λόγω υπεύθυνος δεν είναι εγκατεστημένος στην ΕΕ είναι αρμόδιος για την παροχή πληροφοριών σχετικά με τα τρόφιμα. Πρέπει να μεριμνά για την παρουσία και την ακρίβεια των πληροφοριών σύμφωνα με την ευρωπαϊκή νομοθεσία για τα τρόφιμα και τις απαιτήσεις των σχετικών εθνικών διατάξεων.

Όταν τα τρόφιμα είναι προσυσκευασμένα, οι υποχρεωτικές πληροφορίες για τα τρόφιμα πρέπει να αναγράφονται απευθείας στην προσυσκευασία ή σε ετικέτα .

Όταν τα τρόφιμα δεν είναι προσυσκευασμένα, οι υποχρεωτικές πληροφορίες πρέπει να διαβιβάζονται στον υπεύθυνο επιχείρησης τροφίμων που παραλαμβάνει αυτά τα τρόφιμα, έτσι ώστε να καταστήσει εφικτή την παροχή τους στον τελικό καταναλωτή, όταν απαιτείται.

Οι υποχρεωτικές ενδείξεις πρέπει να είναι εύκολα κατανοητές και ορατές, ευανάγνωστες και, ανάλογα με την περίπτωση, ανεξίτηλες. Το ύψος των χαρακτήρων πρέπει να είναι τουλάχιστον 1,2 mm (με εξαίρεση τις συσκευασίες ή τους περιέκτες μικρών διαστάσεων).
Οι υποχρεωτικές ενδείξεις αφορούν:

• την ονομασία
• τον κατάλογο των συστατικών
• τις ουσίες που προκαλούν αλλεργίες ή δυσανεξίες (αραχίδες, γάλα, σινάπι, ψάρι, δημητριακά που περιέχουν γλουτένη, κ.λπ.)
• την ποσότητα ορισμένων συστατικών ή κατηγοριών συστατικών
• την καθαρή ποσότητα του τροφίμου
• την ημερομηνία ελάχιστης διατηρησιμότητας και την τελική ημερομηνία ανάλωσης
• τυχόν ιδιαίτερες συνθήκες αποθήκευσης και/ή συνθήκες χρήσης
• το όνομα ή την εμπορική επωνυμία και την διεύθυνση του υπευθύνου επιχείρησης τροφίμων ή του εισαγωγέα
• τη χώρα καταγωγής ή τον τόπο προέλευσης για ορισμένα είδη κρέατος, το γάλα, ή όταν η μη αναγραφή τους ενδέχεται να παραπλανήσει τον καταναλωτή
• οδηγίες χρήσης, εφόσον η παράλειψή τους θα δυσχέραινε τη σωστή χρήση του τροφίμου·
• για τα ποτά με περιεκτικότητα σε αιθυλική αλκοόλη μεγαλύτερη από 1,2 % κατ' όγκον, η αναγραφή του αποκτηθέντος κατ' όγκον αλκοολικού τίτλου
διατροφική δήλωση.

Οι υποχρεωτικές ενδείξεις που αφορούν την ονομασία, την καθαρή ποσότητα και τον κατ' όγκον αλκοολικό τίτλο εμφανίζονται στο ίδιο οπτικό πεδίο.

Οι υποχρεωτικές ενδείξεις πρέπει να εμφανίζονται σε γλώσσα που είναι εύκολα κατανοητή από τον καταναλωτή και, στην ανάγκη, σε περισσότερες γλώσσες.

Οι πληροφορίες που παρέχονται σε προαιρετική βάση πρέπει να τηρούν τις ακόλουθες απαιτήσεις:

• δεν παραπλανούν τον καταναλωτή
• είναι σαφείς και δεν προκαλούν σύγχυση
• βασίζονται, κατά περίπτωση, σε σχετικά επιστημονικά δεδομένα.

Εξάλλου, η παρουσίαση των προαιρετικών πληροφοριών δεν πρέπει να γίνεται εις βάρος του χώρου που διατίθεται για τις υποχρεωτικές πληροφορίες για τα τρόφιμα.

Η Επιτροπή πρέπει να εγκρίνει μέτρα για να διασφαλίσει ότι οι προαιρετικές πληροφορίες που χρησιμεύουν για να καταδείξουν α) την τυχαία παρουσία ουσιών που προκαλούν αλλεργίες ή δυσανεξίες, β) την καταλληλότητα του τροφίμου για χορτοφάγους ή ακραιφνείς χορτοφάγους γ) τις προσλαμβανόμενες ποσότητες αναφοράς για συγκεκριμένες πληθυσμιακές ομάδες κ.λπ., καλύπτουν τις παραπάνω αναφερθείσες απαιτήσεις.

Ποιά είναι όμως η ημερομηνία εφαρμογής αυτού του Κανονισμού;

Ο κανονισμός εφαρμόζεται από τις 13 Δεκεμβρίου 2014, εκτός των διατάξεων σχετικά με την υποχρέωση να γίνεται διατροφική δήλωση, οι οποίες εφαρμόζονται από τις 13 Δεκεμβρίου 2016.

Τα προσυσκευασμένα τρόφιμα (οδηγία 2000/13/ΕΚ με τις σχετικές τροποποιητικές πράξεις) πρέπει να συμμορφώνονται με τους κανόνες σχετικά με την επισήμανση, παρουσίαση και διαφήμισή τους. Οι εν λόγω κανόνες εναρμονίζονται σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, ώστε να επιτρέπουν στους ευρωπαίους καταναλωτές να επιλέγουν με πλήρη επίγνωση, και προκειμένου να εξαλειφθούν τα εμπόδια στην ελεύθερη κυκλοφορία των τροφίμων και οι άνισοι όροι ανταγωνισμού.

Η οδηγία εφαρμόζεται στα προσυσκευασμένα τρόφιμα που προορίζονται να παραδοθούν ως έχουν στον τελικό καταναλωτή ή στα εστιατόρια, τα νοσοκομεία και άλλες παρόμοιες μονάδες ομαδικής εστίασης. Δεν εφαρμόζεται στα προϊόντα που προορίζονται για εξαγωγή εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ).

Η επισήμανση, η παρουσίαση και η διαφήμιση των τροφίμων δεν πρέπει να είναι τέτοιας φύσεως ώστε:

• να οδηγούν σε πλάνη τον αγοραστή ως προς τα χαρακτηριστικά ή τα αποτελέσματα του τροφίμου
• να αποδίδουν σε ένα τρόφιμο ιδιότητες πρόληψης, αγωγής και θεραπείας οποιασδήποτε ανθρώπινης ασθένειας (πλην των φυσικών μεταλλικών νερών και των τροφίμων που προορίζονται για ειδική διατροφή για τα οποία υπάρχουν ιδιαίτερες κοινοτικές διατάξεις).

Η επισήμανση των τροφίμων πρέπει να περιλαμβάνει τις υποχρεωτικές ενδείξεις. Οι ενδείξεις αυτές πρέπει να είναι εύκολα κατανοητές, ευδιάκριτες, ευανάγνωστες και ανεξίτηλες. Ορισμένες από αυτές πρέπει να ευρίσκονται στο ίδιο οπτικό πεδίο.

Οι υποχρεωτικές ενδείξεις περιλαμβάνουν:

• Την ονομασία πώλησης
• Τον κατάλογο των συστατικών όπου απαριθμούνται κατά σειρά ελαττούμενης περιεκτικότητος ως προς το βάρος, και αναφέρονται με το ειδικό τους όνομα, με την επιφύλαξη ορισμένων παρεκκλίσεων που προβλέπονται
• Τα συστατικά που ανήκουν σε πλείονες κατηγορίες αναφέρονται με την κύρια λειτουργία τους.

Υπό ορισμένες προϋποθέσεις, η αναφορά των συστατικών δεν απαιτείται ενδεικτικά για:

• τα νωπά φρούτα και λαχανικά,
• τα αεριούχα νερά,
• τα ξύδια ζυμώσεως,
• τα τυριά, το βούτυρο, το γάλα και αφρόγαλα που έχει υποστεί ζύμωση,
• τα προϊόντα που αποτελούνται από ένα μόνο συστατικό εφόσον η ονομασία πώλησης ταυτίζεται με το όνομα του συστατικού ή επιτρέπει τον καθορισμό της φύσης του συστατικού χωρίς να υπάρχει κίνδυνος συγχύσεως.
• Ορισμένα ένζυμα και πρόσθετα δε θεωρούνται συστατικά. Πρόκειται για εκείνα που χρησιμοποιούνται ως υποβοηθητικά της τεχνολογίας ή περιέχονται σε συστατικό, αλλά δεν εξυπηρετούν κανένα τεχνολογικό σκοπό στο τελικό προϊόν.
• Την ποσότητα των συστατικών ή των κατηγοριών συστατικών εκφρασμένη ως ποσοστό

Γενικά, το σχετικό νομικό πλαίσιο που αφορά στη σήμανση και συσκευασία τροφίμων είναι λεπτομερές και προστατεύει τα δικαιώματα των καταναλωτών με τον καλύτερο δυνατό τρόπο στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αρκεί να υπάρχει η κατάλληλη πληροφόρηση και ευαισθητοποίηση των καταναλωτών όσον αφορά στον σεβασμό των σχετικών δικαιωμάτων τους.

Χρύσα Τσιώτση 

Δικηγόρος 

[email protected]