Ο συντονισμός της Κοινωνικής Ασφάλισης στην Ευρωπαϊκή Ένωση

Ο συντονισμός των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης έχει ως στόχο να διευκολύνει την ελεύθερη κυκλοφορία των πολιτών στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ). Ο συντονισμός αυτός στηρίζεται στη συνεργασία των εθνικών διοικήσεων κοινωνικής ασφάλισης.

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 883/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για το συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης, όπως ισχύει μετά τις τροποποιήσεις από τους Κανονισμούς 988/2009, 1231/2010 και 465/2012.

Τα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) συντονίζονται μεταξύ τους. Ωστόσο, ο καθορισμός των κοινωνικών παροχών και οι προϋποθέσεις για τη χορήγησή τους γίνεται σε εθνικό επίπεδο, βάσει των παραδόσεων και κανόνων της κάθε χώρας.

Το ευρωπαϊκό δίκαιο ορίζει κανόνες και αρχές που οφείλουν να διαφυλάσσουν το δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων εντός της ΕΕ.

Ο ισχύων κανονισμός εφαρμόζεται σε όλους τους υπηκόους μίας χώρας της ΕΕ που καλύπτονται ή έχουν καλυφθεί από τη νομοθεσία κοινωνικής ασφάλισης σε μία από τις εν λόγω χώρες, καθώς επίσης και στα μέλη της οικογένειάς τους και τους επιζώντες τους.

Επίσης, εφαρμόζεται στους υπηκόους τρίτων χωρών που διαμένουν νόμιμα στην ΕΕ και η κατάσταση των οποίων τους συνδέει με περισσότερα κράτη μέλη. Ο κανονισμός εφαρμόζεται επίσης στα μέλη της οικογένειάς τους και τους επιζώντες τους.

Σύμφωνα με την αρχή της ίσης μεταχείρισης, οι υπήκοοι μίας χώρας της ΕΕ και τα πρόσωπα που διαμένουν στην εν λόγω χώρα χωρίς να έχουν την υπηκοότητα είναι ίσοι έναντι των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που προβλέπονται από την εθνική νομοθεσία.

Οι διατάξεις του κανονισμού αυτού αφορούν όλους τους κλασικούς κλάδους της κοινωνικής ασφάλισης, δηλαδή:

• την ασθένεια,
• τη μητρότητα,
• τα εργατικά ατυχήματα,
• τις επαγγελματικές ασθένειες,
• τις παροχές αναπηρίας,
• τις παροχές ανεργίας,
• τις οικογενειακές παροχές,
• τις παροχές σύνταξης,
• τα επιδόματα θανάτου.

Ο κανονισμός αναγνωρίζει επίσης την αρχή συνυπολογισμού των περιόδων, σύμφωνα με την οποία οι περίοδοι ασφάλισης, απασχόλησης ή κατοικίας που έχουν συμπληρωθεί σε μία χώρα της ΕΕ λαμβάνονται υπόψη σε όλες τις χώρες της ΕΕ. Αυτό σημαίνει ότι το άνοιγμα του δικαιώματος στις παροχές σε ένα κράτος πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις περιόδους ασφάλισης, απασχόλησης, μη μισθωτής δραστηριότητας ή κατοικίας που έχουν συμπληρωθεί σε ένα άλλο κράτος μέλος της ΕΕ.

Πώς γίνεται ο προσδιορισμός της εφαρμοστέας νομοθεσίας;

Ο ασφαλισμένος υπάγεται στη νομοθεσία ενός μόνο κράτους μέλους. Το εν λόγω κράτος μέλος είναι αυτό μέσα στο οποίο ασκεί μια επαγγελματική δραστηριότητα.

Ειδικοί κανόνες προβλέπονται για ορισμένες κατηγορίες εργαζομένων. Ειδικότερα, πρόκειται για τους δημόσιους υπαλλήλους που υπάγονται στη νομοθεσία του κράτους μέλους στο οποίο ανήκει η υπηρεσία που τους απασχολεί, για εργαζομένους που πραγματοποιούν μια μισθωτή ή μη μισθωτή δραστηριότητα σε περισσότερες από μία χώρες της ΕΕ.

Οι διασυνοριακοί εργαζόμενοι ασφαλίζονται στον οργανισμό της χώρας στην οποία εργάζονται, μολονότι κατοικούν σε άλλη χώρα της ΕΕ και έχουν πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη και των δύο κρατών. Έχουν προβλεφθεί ειδικές διατάξεις σχετικά με τις παροχές σε είδος για τα μέλη της οικογένειάς τους.

Τα πρόσωπα που πραγματοποιούν διαμονή σε άλλη χώρα της ΕΕ από τη χώρα κατοικίας τους, ειδικότερα κατά τη διάρκεια διακοπών, πρέπει να μπορούν να επωφεληθούν των αναγκαίων ιατρικών παροχών κατά τη διαμονή τους. Η νομοθεσία του κράτους όπου πραγματοποιείται η διαμονή είναι αυτή που προβλέπει τους οικονομικούς όρους άσκησης των παροχών, ωστόσο το κόστος αναλαμβάνεται/επιστρέφεται από τον οργανισμό κοινωνικής ασφάλισης της χώρας προέλευσης. Το δικαίωμα αυτό πιστοποιείται από την ευρωπαϊκή κάρτα ιατρικής ασφάλισης, την οποία μπορεί να ζητήσει κάθε ασφαλισμένος από τον οργανισμό κοινωνικής ασφάλισης όπου ανήκει.

Τα μέλη της οικογένειας συνταξιοδοτημένου εργαζόμενου δικαιούνται ορισμένες παροχές σε είδος. Αυτό ισχύει ακόμη και αν κατοικούν σε διαφορετικό κράτος μέλος από το κράτος μέλος του δικαιούχου της σύνταξης.

Τί ισχύει για τις παροχές για τα εργατικά ατυχήματα και τις επαγγελματικές ασθένειες;

Τα πρόσωπα που κατοικούν ή διαμένουν σε κράτος μέλος διαφορετικό από το κράτος μέλος κοινωνικής ασφάλισης, επωφελούνται παρ' όλα αυτά του συστήματος εργατικών ατυχημάτων και επαγγελματικών ασθενειών. Αυτές οι παροχές χορηγούνται από το ίδρυμα του τόπου κατοικίας ή διαμονής σύμφωνα με την ισχύουσα εκεί νομοθεσία.

Το ίδρυμα του κράτους ασφάλισης του εργαζόμενου αναλαμβάνει τα έξοδα μεταφοράς μέχρι τον τόπο κατοικίας του. Το ίδρυμα πρέπει να δώσει προκαταρκτικά την έγκρισή του για μια τέτοια μεταφορά, εκτός από την περίπτωση διασυνοριακού εργαζομένου.

Τί ισχύει για τις συντάξεις γήρατος;

Κάθε κράτος μέλος στο οποίο έχει ασφαλιστεί ένα πρόσωπο καταβάλλει σύνταξη γήρατος όταν ο ενδιαφερόμενος φθάνει στην ηλικία συνταξιοδότησης. Ο υπολογισμός του ποσού των παροχών γίνεται καταχωρίζοντας όλες τις περιόδους που έχουν συμπληρωθεί σε άλλο κράτος μέλος.

Στην περίπτωση που ένας εργαζόμενος δικαιούται παροχές σε περισσότερες χώρες της ΕΕ, το συνολικό ποσό των παροχών αυτών δεν πρέπει να είναι κατώτερο από την ελάχιστη παροχή που προβλέπεται από τη νομοθεσία του κράτους μέλους κατοικίας του, εφόσον το κράτος κατοικίας διαθέτει σύστημα ελάχιστης σύνταξης. Σε αντίθετη περίπτωση, το ίδρυμα του κράτους κατοικίας πρέπει να καταβάλει αντιστάθμιση.

Όσον αφορά στις παροχές ανεργίας, το αρμόδιο ίδρυμα ενός κράτους μέλους πρέπει να λάβει υπόψη τις περιόδους ασφάλισης, απασχόλησης ή μη μισθωτής δραστηριότητας και να θεωρήσει ότι είχαν συμπληρωθεί σύμφωνα με τη νομοθεσία που εφαρμόζει.

Ένας άνεργος μπορεί να μεταβεί σε άλλο κράτος μέλος για να ζητήσει εκεί απασχόληση διατηρώντας το δικαίωμά του στο επίδομα ανεργίας για τρεις μήνες. Αυτή η περίοδος μπορεί να επεκταθεί από τις υπηρεσίες ή τα αρμόδια ιδρύματα στους έξι μήνες κατ' ανώτατο όριο. Εάν ο άνεργος δεν γυρίσει πριν από το τέλος αυτής της περιόδου, χάνει κάθε δικαίωμα σε παροχές.

Όσον αφορά στις Οικογενειακές παροχές: 

Ένα πρόσωπο έχει δικαίωμα σε οικογενειακές παροχές στο αρμόδιο κράτος μέλος, συμπεριλαμβάνοντας τα μέλη της οικογένειάς του που κατοικούν σε άλλο κράτος μέλος, ως εάν κατοικούσαν στο πρώτο κράτος μέλος.

Σε περίπτωση σώρευσης δικαιωμάτων, οι οικογενειακές παροχές χορηγούνται σύμφωνα με τη νομοθεσία που ορίζεται ότι έχει προτεραιότητα.

Τί ισχύει για τα μέσα συντονισμού των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης;

Ο παρών κανονισμός ενισχύει την αρχή της καλής διοίκησης. Τα ιδρύματα πρέπει να απαντούν σε όλα τα αιτήματα εν ευθέτω χρόνω και πρέπει να κοινοποιήσουν στα ενδιαφερόμενα πρόσωπα όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για να αξιοποιήσουν τα δικαιώματα που τους παρέχει ο κανονισμός. Επιπλέον, σε περίπτωση δυσκολίας στην ερμηνεία ή την εφαρμογή του κανονισμού, τα ενδιαφερόμενα ιδρύματα πρέπει να έρθουν σε επαφή μεταξύ τους ώστε να βρουν μια λύση για το ενδιαφερόμενο πρόσωπο.

Ο κανονισμός προβλέπει μηχανισμούς που αποσκοπούν να εξασφαλίσουν την καλή λειτουργία και την αυξημένη συνεργασία ανάμεσα στα κράτη μέλη και τα ιδρύματά τους όσον αφορά στην κοινωνική ασφάλιση, κυρίως:

• μια διοικητική επιτροπή, αρμόδια για κάθε ζήτημα ερμηνείας που προκύπτει από τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού ή κάθε συμφωνίας ή διευθέτησης που έχει συναφθεί στο πλαίσιό του
• μια τεχνική επιτροπή που συγκροτείται στο πλαίσιο της διοικητικής επιτροπής, για να συλλέξει τα τεχνικά έγγραφα, τις μελέτες και τις απαραίτητες εργασίες
• μια επιτροπή λογαριασμών που θεσπίζει το μέσο όρο του μέσου κόστους για την επιστροφή των παροχών ασθενείας στα κράτη μέλη
• μια συμβουλευτική επιτροπή επιφορτισμένη με τη διατύπωση απόψεων και προτάσεων στη διοικητική επιτροπή.

 

Χρύσα Τσιώτση

Νομικός

[email protected]