Προδικαστικά ερωτήματα στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Μερικές φορές και σε περίπτωση δικαστικής διαμάχης, αναφωνούμε προς τον αντίδικο μας : «Θα φτάσω μέχρι το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης!»
Μπορούμε όμως να προσφύγουμε στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε περίπτωση που μια απόφαση για την υπόθεσή μας έρχεται σε αντίθεση με τους κανόνες της ΕΕ;
Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα είναι ότι δεν μπορούμε να παραπέμψουμε την υπόθεσή μας απευθείας στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το εθνικό δικαστήριο που επιλαμβάνεται της υπόθεσής μας μπορεί να ζητήσει από το Δικαστήριο της ΕΕ την έκδοση "προδικαστικής απόφασης", ώστε να μάθει πώς πρέπει να ερμηνευθεί μια συγκεκριμένη διάταξη των κοινοτικών κανόνων, σε περίπτωση που η απόφαση για την υπόθεσή μας εξαρτάται από την εν λόγω ερμηνεία. Η ερμηνεία αυτή είναι δεσμευτική.
Κάθε εθνικό δικαστήριο μπορεί να υποβάλει ερώτημα στο Δικαστήριο της ΕΕ, ακόμα και στον πρώτο βαθμό εκδίκασης της υπόθεσής μας. Εάν δεν προβλέπεται περαιτέρω προσφυγή κατά της εν λόγω απόφασης, υποχρεούται να ζητήσει την έκδοση προδικαστικής απόφασης. Μπορούμε να εισηγηθούμε στον δικαστή που επιλαμβάνεται της υπόθεσής μας να συμβουλευτεί το Δικαστήριο της ΕΕ αλλά, σε πολλές περιπτώσεις, η υφιστάμενη νομολογία του Δικαστηρίου της ΕΕ είναι επαρκώς σαφής, ώστε να επιτρέπει την έκδοση απόφασης για την υπόθεσή μας.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μπορεί να παραπέμψει ένα ζήτημα στο Δικαστήριο της ΕΕ όταν κρίνει ότι οι διατάξεις εθνικών νόμων και κανονισμών δεν συμβιβάζονται με τους κοινοτικούς κανόνες.
Τι μπορεί όμως να κάνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για να με βοηθήσει;
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρέχει αρκετά εργαλεία επίλυσης προβλημάτων και ενημέρωσης για να βοηθήσει τους πολίτες να βρουν λύσεις και να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους. Επιπλέον, εάν θεωρείτε ότι η νομοθεσία ή οι διοικητικές πρακτικές μιας χώρας έρχονται σε αντίθεση με τους κανόνες της ΕΕ, μπορείτε να υποβάλετε έγγραφη καταγγελία στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει να κινήσει διαδικασία κατά της εν λόγω χώρας για μη συμμόρφωση προκειμένου να θέσει τέρμα στην παράβαση. Εφόσον παρίσταται ανάγκη, μπορεί να παραπέμψει την υπόθεση στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης κινώντας τη σχετική διαδικασία («επί παραβάσει», όπως ονομάζεται αυτή η διαδικασία). Για την έναρξη αυτής της διαδικασίας δεν απαιτείται ούτε η εξάντληση όλων των εθνικών ένδικων μέσων και προσφυγών ούτε η ύπαρξη συγκεκριμένης, ξεχωριστής υπόθεσης.
Ωστόσο, η διαδικασία είναι χρονοβόρα και, σε περισσότερες από 600 αποφάσεις του Δικαστηρίου, λίγες μόνον είναι αποτέλεσμα της διαδικασίας επί παραβάσει. Περισσότερο από το 90% των αποφάσεων του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκδόθηκαν κατόπιν αιτημάτων έκδοσης προδικαστικών αποφάσεων που υπέβαλαν τα εθνικά δικαστήρια.
Χρύσα Τσιώτση, Νομικός
[email protected]