Πέντε πρόσωπα, περιλαμβανομένων των γιων δύο πρώην υπουργών, που είχαν συλληφθεί τον Δεκέμβριο στο πλαίσιο μιας έρευνας για υποθέσεις διαφθοράς που συνταράσσουν την κυβέρνηση του πρωθυπουργού Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, αφέθηκαν σήμερα προσωρινά ελεύθερα με περιοριστικούς όρους ενόψει της προσαγωγής τους σε δίκη, όπως μετέδωσαν τουρκικά ΜΜΕ.
Ανάμεσα στα πρόσωπα που απελευθερώθηκαν συμπεριλαμβάνονται ο γεννημένος στο Ιράν επιχειρηματίας Ρεζά Ζαράμπ και οι γιοι του πρώην υπουργού Εσωτερικών Μουαμέρ Γκιουλέρ και του πρώην υπουργού Οικονομίας Ζαφέρ Τσαγλαγιάν.
Τους απαγορεύθηκε η έξοδος από τη χώρα, ενώ πρέπει να παρουσιάζονται σε αστυνομικό τμήμα μία φορά την εβδομάδα.
Η έρευνα, που ενέπλεξε ορισμένους από τους σημαντικότερους συμμάχους του Ερντογάν στο πολιτικό και στο επιχειρηματικό σκηνικό, επικεντρώνεται σε μια μυστική συμφωνία για αγορά ιρανικού πετρελαίου με αντάλλαγμα χρυσό, ώστε να παρακάμπτονται οι κυρώσεις που έχουν επιβληθεί στην Τεχεράνη από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών.
Εκατοντάδες δικαστικοί και αστυνομικοί μετατάχθηκαν ή μετατέθηκαν καθώς η κυβέρνηση αντέδρασε έντονα μετά το ξέσπασμα του σκανδάλου.
Αρχικά είχαν τεθεί υπό κράτηση 24 πρόσωπα στο πλαίσιο της έρευνας για διαφθορά. Σύμφωνα με την εφημερίδα Χουριέτ, με την απελευθέρωση αυτών των πέντε προσώπων πλέον ουδείς παραμένει κρατούμενος μετά τις συλλήψεις του Δεκεμβρίου.
Η είδηση για την προσωρινή αποφυλάκιση αυτών των πέντε προσώπων ήλθε στην δημοσιότητα την ώρα που ο πρωθυπουργός Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είναι αναγκασμένος πλέον να υπερασπίζεται και τον εαυτό του έναντι κατηγοριών για διαφθορά, μετά την δημοσιοποίηση στον ιστότοπο YouTube ηχητικών αποσπασμάτων στα οποία ο ίδιος φέρεται να λέει στο γιο του πώς να κρύψει μεγάλα χρηματικά ποσά και να ζητήσει περισσότερα χρήματα από κάποιον επιχειρηματία που ζητάει μια εξυπηρέτηση. Η αυθεντικότητα των συνομιλιών αυτών δεν έχει επαληθευτεί. Ο ίδιος ο Ερντογάν και υποστηρικτές του χαρακτηρίζουν προϊόν μοντάζ τις υποτιθέμενες συνδιαλέξεις ενώ κατηγορούν για τις υποκλοπές των επικοινωνιών κυβερνητικών στελεχών υποστηρικτές του αυτοεξόριστου στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής ιμάμη Φετουλάχ Γκιουλέν, του ηγέτη του θρησκευτικού τάγματος Χιζμέτ.
Αν και το δίκτυο των οπαδών και των μελών του Χιζμέτ υποστήριζε ως το πρόσφατο παρελθόν σθεναρά τον Ερντογάν και το κυβερνών κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP), τα δύο αυτά στρατόπεδα βιώνουν ένα βίαιο σχίσμα και έχει ξεσπάσει ανοιχτή σύγκρουση ανάμεσά τους.
Κατά την διάρκεια μιας προεκλογικής συγκέντρωσης του κόμματός του νωρίτερα σήμερα, ο Ερντογάν αποκάλεσε όσους πήραν μέρος στις πρόσφατες αντικυβερνητικές διαδηλώσεις που έγιναν για να καταγγελθεί η διαφθορά στελεχών της κυβέρνησής του «άθεους και τρομοκράτες», πολώνοντας ακόμη περισσότερο το πολιτικό κλίμα στην Τουρκία.
Ο ίδιος ο ιμάμης Γκιουλέν έχει διαψεύσει σε συνεντεύξεις του ότι επιδιώκει να κινεί υπογείως τα νήματα της κρατικής εξουσίας στην Τουρκία.
Το κυβερνών κόμμα προώθησε στην εθνοσυνέλευση νέα νομοθετήματα που αυξάνουν τον έλεγχο του κράτους στο Διαδίκτυο και στο δικαστικό σώμα. Αναλυτές επισημαίνουν ότι οι νόμοι αυτοί μοιάζουν να έχουν σκοπό να περιορίσουν την επιρροή των οπαδών του Γκιουλέν και άλλων αντιπάλων της κυβέρνησης και οι επικριτές του Ερντογάν καταγγέλλουν την υπονόμευση της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης.
Ο νόμος για το Ανώτατο Συμβούλιο Δικαστών και Εισαγγελέων επικυρώθηκε αυτή την εβδομάδα από τον πρόεδρο της Δημοκρατίας της Τουρκίας Αμπντουλάχ Γκιουλ.
Επίσης σήμερα η κυβέρνηση διόρισε εννιά νέα μέλη στο ΑΣΔΕ, κάνοντας ένα πρώτο βήμα για την εφαρμογή του νέου νόμου.
Το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (CHP), η αξιωματική αντιπολίτευση, προσέφυγε σε ανώτατο δικαστήριο της Τουρκίας ζητώντας να ανακληθεί ο νόμος για το ΑΣΔΕ. «Με τον νόμο αυτό οι δικαστές και οι εισαγγελείς θα τεθούν υπό τον έλεγχο του υπουργού Δικαιοσύνης. Αυτό αντίκειται ανοικτά στην αρχή της διάκρισης των εξουσιών», επισήμανε ο Ακίφ Χαμζατσεμπί, κορυφαίο στέλεχος του CHP.
Σύμφωνα με δημοσιεύματα σε τουρκικά ΜΜΕ, έως και 1.000 στελέχη του δικαστικού σώματος, ανάμεσά τους ο γενικός γραμματέας του ΑΣΔΕ, εισαγγελείς, επιθεωρητές, ανώτεροι δικαστικοί και διοικητικό προσωπικό ενδέχεται να χάσουν τις θέσεις τους ή να μετατεθούν συνεπεία του νόμου.
Η κυβέρνηση επιδιώκει επίσης να αυξήσει τον έλεγχό της στην υπηρεσία πληροφοριών της Τουρκίας, την MİT.
Ο υπουργός Δικαιοσύνης Μπεκίρ Μποζντάγ διόρισε πέντε αναπληρωτές γενικούς γραμματείς, νέο επικεφαλής στο όργανο εποπτείας και ελέγχου του ΑΣΔΕ και νέο επικεφαλής στη Σχολή Δικαστών.