Η όξυνση της αντιπαράθεσης για το ζήτημα της ελεύθερης πρόσβασης βουλγάρων και ρουμάνων πολιτών στη γερμανική αγορά εργασίας από την 1η Ιανουαρίου 2014 ώθησε την καγκελάριο Μέρκελ σε μία προσωπική παρέμβαση. Η Άγκελα Μέρκελ είχε τηλεφωνική συνομιλία με τον αντικαγκελάριο και επικεφαλής των γερμανών Σοσιαλδημοκρατών Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, με τον οποίο συμφώνησε να οριστεί την ερχόμενη Τετάρτη επιτροπή υφυπουργών για την επεξεργασία και διαχείριση του ζητήματος, δήλωσε την Παρασκευή στο Βερολίνο ο αναπληρωτής κυβερνητικός εκπρόσωπος Γκέοργκ Στράιτερ.
Η πλήρης πρόσβαση των ρουμάνων και βουλγάρων πολιτών στη γερμανική αγορά εργασίας με το ξεκίνημα του 2014, έχει πυροδοτήσει έντονη συζήτηση στον πολιτικό κόσμο της Γερμανίας.
Το κλίμα επιβάρυναν ιδιαίτερα οι τοποθετήσεις των Χριστιανοκοινωνιστών της Βαυαρίας, οι οποίοι ζητούν την επιβολή αυστηρότερων όρων για τη μετανάστευση, προειδοποιώντας για τον κίνδυνο ενός είδους επιδοματικού τουρισμού.
Κι άλλο "λάδι στη φωτιά" έριξαν χθεσινές δηλώσεις του Έλμαρ Μπροκ, ευρωβουλευτή των Χριστιανοδημοκρατών και προέδρου της επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων του Ευρωκοινοβουλίου στην εφημερίδα Bild. Σύμφωνα με τον Μπροκ, μετανάστες που έρχονται στη Γερμανία για τα επιδόματα και την ασφάλιση υγείας "πρέπει να στέλνονται γρήγορα πίσω στις πατρίδες τους". Προκειμένου να αποφευχθεί η επανειλημμένη είσοδος μεταναστών στη χώρα, οφείλει να εξετάσει κανείς τη λήψη δακτυλικών αποτυπωμάτων, συμπλήρωσε ο γερμανός ευρωβουλευτής.
Όπως επισημαίνει στη DW ο Αντρέας Ποτ, διευθυντής του Ινστιτούτου Έρευνας για τη Μετανάστευση του Πανεπιστημίου του Όσναμπρυκ: "Η συζήτηση για τη μετανάστευση από τη Ρουμανία και τη Βουλγαρία κυριαρχείται έντονα από φόβο. Αυτό που φαίνεται σε σύγκριση με άλλες χώρες και μου προκαλεί εντύπωση είναι ότι (σ.σ. στη Γερμανία) λείπει η ψυχραιμία στη διαχείριση της μετανάστευσης".
Το ζήτημα έχει ξεσηκώσει αντιδράσεις από εκπροσώπους της αντιπολίτευσης, αλλά και διαμάχη στους κόλπους της κυβέρνησης, με τα άλλα δύο μέλη του κυβερνητικού συνασπισμού -Χριστιανοδημοκράτες και οι Σοσιαλδημοκράτες- να αποστασιοποιούνται από τη ρητορική των Χριστιανοκοινωνιστών.
Την ίδια ώρα η παρουσία ρουμάνων και βουλγάρων μεταναστών είναι ιδιαίτερα αισθητή σε χώρες όπως η Ιταλία και η Ισπανία και αυτό παρά την αδύναμη αγορά εργασίας συγκριτικά με τη Γερμανία. Σύμφωνα με τον Τόμας Λίμπιχ, ειδικό σε ζητήματα μετανάστευσης στον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης: "Οι διαφορές της χώρας προέλευσης από τη χώρα υποδοχής προκαλεί τα μεταναστευτικά ρεύματα. Οι άνθρωποι τείνουν να πηγαίνουν όπου χρειάζονται εργαζόμενοι, γεγονός από το οποίο επωφελείται η ευρωπαϊκή αγορά εργασίας".
Ωστόσο, ο φόβος για αθρόα μετανάστευση φτωχών μεταναστών από τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία με πρόθεση να εκμεταλλευθούν τις κοινωνικές παροχές της Γερμανίας, δεν πρόκειται να επιβεβαιωθεί, εκτιμούν οι περισσότεροι ειδικοί. Όπως δεν επιβεβαιώθηκε και το 2011 στην περίπτωση της Πολωνίας. Πολλοί καταρτισμένοι Πολωνοί είχαν ήδη στραφεί σε άλλες χώρες για την αναζήτηση εργασίας. Τότε πολλοί εξειδικευμένοι εργαζόμενοι είχαν προτιμήσει τη βρετανική αγορά εργασίας και κατά την άποψη του Αντρέας Ποτ, η Γερμανία έχασε τότε μία σημαντική ευκαιρία να προσελκύσει χρήσιμο και εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό στην εγχώρια αγορά εργασίας.