Ειδικό δρομολόγιο λεωφορείου έχει ναυλώσει η Germanwings, προκειμένου περισσότεροι από 100 συγγενείς των τραγικών θυμάτων της πτήσης 4U 9525 της Germanwings, την οποία έριξε ο πιλότος Α. Λούμπιτς, παρασέρνοντας στο θάνατο 150 ανθρώπους, να μεταβούν στο σημείο που συνετρίβη το αεροπλάνο. Το ερώτημα προκύπτει ίσως αυθόρμητα: γιατί μπορεί να θέλει κάποιος που έχασε τον άνθρωπο του να πάει στο σημείο που αυτός σκοτώθηκε; Να βρεθεί στο σημείο της τραγωδίας;
Οι απαντήσεις είναι ίσως ο πιο προφανής αλλά και βάσιμος λόγος να θέλει ένας συγγενής να πάει στο σημείο που σκοτώθηκε το αγαπημένο του πρόσωπο.
Όπως εξηγεί στο BBC ο κλινικός ψυχολόγος Roderick Orner, ειδικός σε θέματα τραύματος μετά από δραματικά γεγονότα: "η επικοινωνία, η γνώση, δεν θα πάρει μακρυά την απογοήτευση τους αλλά θα κάνει μικρότερο το βάρος που κουβαλάνε". Κάνει μάλιστα έναν παραλληλισμό με το αεροπλάνο - φάντασμα της Malaysia Airlines, που εξακολουθεί να αγνοείται πάνω από ένα χρόνο τώρα και εξηγεί πως η έλλειψη γνώσης, πληροφοριών για το τι απέγινε με τους ανθρώπους τους, δεν επιτρέπει στους συγγενείς των θυμάτων να βελτιώσουν την ψυχολογική τους κατάσταση.
Στις μελέτες της ψυχολογίας έχει διαπιστωθεί πως ένας άνθρωπος μπορεί να συμβιβαστεί πιο δύσκολα όταν ξέρει ότι στο χαμό του δικού του ανθρώπου συνέβαλε ανθρώπινο "χέρι", ανθρώπινη ενέργεια, παρά π.χ. αν οφείλεται σε μια φυσική καταστροφή.
Πάντως και οι συγγενείς των θυμάτων που χάθηκαν στο τσουνάμι του 2004 στην Ινδονησία θέλησαν να επισκεφτούν την περιοχή. Ο καθηγητής ψυχολογίας Lars Weiseth, του Norwegian Centre for Violence and Traumatic Stress Studies, που τους συνόδευσε μελέτησε τη συμπεριφορά τους μετά. Όπως διαπίστωσε, όσοι επισκέφτηκαν το σημείο της τραγωδίας κατάφεραν να διαχειριστούν το πένθος τους καλύτερα από ό,τι όσοι αρνήθηκαν να πάνε στο σημείο. Ο ίδιος καθηγητής μελέτησε και τους συγγενείς των παιδιών που σκοτώθηκαν από τα πυρά του Άντερς Μπρέιβικ στο νησί Ουτόγια της Νορβηγίας. Το αποτέλεσμα το ίδιο: όσοι επισκέφτηκαν το σημείο που ο Μπρέιβικ σκότωσε τα 55 παιδιά, διαχειρίστηκαν τα συναισθήματα του πένθους πολύ καλύτερα από όσους από φόβο του σοκ δεν πήγαν.
O Weiseth αριθμεί και άλλους παράγοντες που ωθούν κάποιον συγγενή να θέλει να πάει στον τόπο της τραγωδίας:
- να βρεθούν κοντά στον άνθρωπο τους που πέθανε. Το σημείο του θανάτου είναι ένας τάφος τρόπον τινά, για το νεκρό, και δίνει μια αίσθηση φυσική εγγύτητας σε αυτόν για τους συγγενείς του.
- το αίσθημα του καθήκοντος. Όταν κάποιος πεθαίνει ξαφνικά οι οικείοι του δεν προλαβαίνουν να τον αποχαιρετίσουν. Υπάρχει ένα σχεδόν θρησκευτικό αίσθημα καθήκοντος στους ανθρώπους για το ύστατο χαίρε στους δικούς τους.
- η μάχη κατά του φόβου. Ο φόβος της απώλειας, ο φόβος τελικά του ίδιου του θανάτου. Όταν κάποιος που έχασε τους συγγενείς του βρίσκεται δίπλα σε άλλους ανθρώπους που βίωσαν την απώλεια αναπτύσσεται μια οικειότητα, ένα αίσθημα αλληλεγγύης, που αποτελεί άμυνα, αντίσταση στο φόβο. Ενώ δίνεται και η ευκαιρία για κάποιο συμβολικό τελετουργικό αποχαιρετισμού, που "ξορκίζει" το φόβο, για αυτούς που μένουν πίσω.
Η ψυχολόγος Sabine Rau, που εργάζεται στο δήμο του Ντίσελντορφ και έχει αναλάβει την ψυχολογική υποστήριξη των συγγενών, εξηγεί επίσης στο BBC, ότι οι συγγενείς χρειάζονται "το μέγιστο δυνατό όγκο πληροφορίας". "Ξέρουν ότι το αεροπλάνο συνετρίβη αλλά δεν ξέρουν τι σημαίνει για αυτούς. Τι σημαίνει για την οικογένεια μου, το παιδί μου, τους γονείς μου - αυτό είναι το υπέρτατο ερώτημα. Τι σημαίνει για μένα;" εξηγεί. Μάλιστα τονίζει ότι η δυνατότητα των συγγενών να επισκεφτούν τον τόπο της τραγωδίας είναι "μια υπέροχη επιλογή σε μια φρικτή κατάσταση" και προτείνει σε όλους τους συγγενείς να μεταβούν εκεί.