«Γιατί θα πρέπει να ασχοληθώ με τις επόμενες γενιές; Τι έχουν κάνει εκείνες για μένα;» Αυτό αναρωτιόταν ο Γκράουτσο Μαρξ, με ένα πούρο πάντα στα χείλη. Κι όμως, μια ανάλογη άσκηση έβαλε ένας επισκέπτης καθηγητής του London School of Economics σε δέκα γνωστούς οικονομολόγους, από τους οποίους οι τρεις έχουν τιμηθεί με βραβείο Νομπέλ. «Σε τι κόσμο θα ζούμε σε εκατό χρόνια, κατά τον 22ο αιώνα;» ρώτησε τους οικονομολόγους ο Ιγκνάθιο Παλάθιος-Ουέρτα, ειδικός της θεωρίας των παιγνίων και φανατικός οπαδός του ποδοσφαίρου.
Όλοι απάντησαν, αν και είναι φανερό από την ανάγνωση του τόμου όπου συγκεντρώθηκαν οι απαντήσεις τους ότι το χέρι πολλών από αυτούς έτρεμε όταν αποτύπωνε τις προβλέψεις τους. Κανείς δεν έχει ξεχάσει άλλωστε το πάθημα του μεγάλου βρετανού οικονομολόγου Τζον Μέιναρντ Κέινς, που είχε προβεί κι εκείνος το 1930 σε μια τέτοια πρόβλεψη.
Στο βιβλίο του «Οικονομικές προοπτικές για τα εγγόνια μας», ο Κέινς είχε προβλέψει (ορθώς) ότι το βιοτικό επίπεδο θα αυξανόταν κατά τέσσερις με οκτώ φορές. Ατύχησε όμως στην πρόβλεψή του ότι σε έναν αιώνα οι άνθρωποι θα δούλευαν μόλις τρεις ώρες την ημέρα, ότι τα μεγάλα οικονομικά προβλήματα θα επιλύονταν και ότι θα επικρατούσε ο πολιτισμός του ελεύθερου χρόνου.
Για να προφυλαχθούν από την αδικαιολόγητη αισιοδοξία του Κέινς, οι κληρονόμοι του απέφυγαν να προδιαγράψουν ένα ρόδινο μέλλον. Μόνο ο Άλβιν Ροθ, που τιμήθηκε με Νομπέλ το 2012, πιστεύει ότι τον 22ο αιώνα η οικονομική επιστήμη θα βρεθεί στην πρωτοπορία των κοινωνικών επιστημών, καθώς θα έχει ενσωματώσει την κοινωνιολογία, την πολιτική επιστήμη, την ψυχολογία και τη βιολογία. «Η βελτίωση του ανθρώπου θα συνεχιστεί», λέει ο καθηγητής στο Harvard Business School. Κι αυτό, κυρίως χάρις στην επανάσταση της υγείας. «Η τεχνητή ευφυία θα έχει φτάσει σε τέτοιο επίπεδο, ώστε η τεχνολογία θα είναι αυτόνομη και θα δρα χωρίς ευθεία ανθρώπινη παρέμβαση».
Ένας άλλος Νομπελίστας, ο Ρόμπερτ Σίλερ, δεν είναι τόσο αισιόδοξος. Τον επόμενο αιώνα, λέει, ο πλανήτης θα βρεθεί αντιμέτωπος με πολλές απειλές, τα όπλα μαζικής καταστροφής θα είναι περισσότερα και οι τεχνολογίες της πληροφορίας θα έχουν καταστήσει τα περισσότερα επαγγέλματα περιττά. Από τη μια πλευρά θα βρίσκεται μια νέα ελίτ, αποτελούμενη από όλους εκείνους που θα είναι συνδεδεμένοι με την τεχνητή ευφυία, κι από την άλλη δισεκατομμύρια άτομα που θα ζουν σε γκέτο.
Στο ίδιο πνεύμα, ο καθηγητής του Χάρβαρντ Έντουαρντ Γκλέζερ εκφράζει την ανησυχία του για την ανάδυση μιας «οικονομίας του φόβου», όπου οι πιο πλούσιοι θα θέλουν να διατηρούν τα προνόμιά τους και να υπερασπίζονται το στάτους κβο. «Μια κοινωνία που αυξάνει τα μέτρα αυτοπροστασίας ενδιαφέρεται περισσότερο για τη συντήρηση παρά για την καινοτομία», τονίζει ο Γκλέζερ.
Η πιο ζοφερή πρόβλεψη όμως ανήκει στον Μάρτιν Βάιτζμαν, που ειδικεύεται εδώ και χρόνια στο ζήτημα του κλίματος. «Είναι πλέον σχεδόν βέβαιο, ο άνθρωπος θα προκαλέσει μείζονα κλιματική αναταραχή στον πλανήτη», τονίζει. Και η αναταραχή αυτή θα είναι πρωτοφανής. Ο Βάιτζμαν δεν πιστεύει ούτε στο κλίμα ούτε στην πιθανότητα μιας διεθνούς συμφωνίας που να στέκεται στο ύψος των περιστάσεων. «Ο άνθρωπος», λέει, «δεν έχει ούτε τη διαύγεια ούτε την υπομονή να αντιμετωπίσει γεγονότα, ακόμη καταστροφικά, που θα συμβούν σε ένα μακρινό μέλλον. Ίσως άλλοι πολιτισμοί στο μέλλον να το καταφέρουν, ο δικός μας δεν μπορεί».
Έτσι, όταν η απειλή γίνει αισθητή, θα είναι πια πολύ αργά. Η μόνη ελπίδα είναι να κατασκευαστεί μια «τεχνητή ηλιακή ασπίδα», που θα καθυστερήσει κάπως τις καταστροφές από την άνοδο των θερμοκρασιών.