Λίγο πριν την τελική ευθεία για το βράδυ της παραμονής της Πρωτοχρονιάς, οπότε και συνηθίζουμε να ανταλλάσσουμε δώρα στην Ελλάδα, έχουμε μερικές ημέρες ακόμη μπροστά μας προκειμένου να κάνουμε τα ψώνια της τελευταίας στιγμής και να αγοράσουμε δωράκια για τους αγαπημένους μας ανθρώπους.
Το να βρει κανείς το “τέλειο” δώρο για κάθε έναν δεν είναι εύκολη υπόθεση. Πριν προβεί κανείς σε μια γρήγορη αγορά, πρέπει να κάνει στον εαυτό του δύο ερωτήσεις: πόσα χρήματα μπορεί να ξοδέψει για τα δώρα και τι να επιλέξει για τον κάθε ένα.
Το πόσο ακριβό είναι κάτι δεν έχει και τόσο μεγάλη σημασία, όσο το τι επιλέγει κανείς για τους αγαπημένους του, καθώς σκοπός ενός δώρου είναι να προσφέρει χαρά σε αυτόν που το λαμβάνει.
Ο φόβος του “λάθος δώρου” συνήθως μας οδηγεί στις “εύκολες λύσεις”, όπως είναι για παράδειγμα ένα μπουκάλι κρασί και σοκολατάκια, ή μια δωροεπιταγή για να επιλέξει ο αποδέκτης της κάποια άλλη στιγμή κάτι που θα επιθυμεί.
Βέβαια, και οι “εύκολες λύσεις” έχουν το ρίσκο τους, καθώς… αποκαλύπτουν στον αποδέκτη αυτό ακριβώς που φοβόμασταν αρχικά: ότι δηλαδή δεν ξέρουμε τι να του πάρουμε. Τι θα του άρεσε και τι θα προτιμούσε… με άλλα λόγια είναι σαν να του λέμε ότι δεν “τον γνωρίζουμε” γράφουν οι Dan Ariely και Kristen Berman στο Time.
Αντίθετα, αν επιλέξουμε ένα κόσμημα, ένα έργο τέχνης ή διακοσμητικό σπιτιού παίρνουμε μεν το ρίσκο να μην αρέσει το δώρο μας στον αποδέκτη, όμως εντάσσονται καλύτερα στην κατηγορία “σου πήρα ένα δώρο”. Αν μάλιστα, πέσουμε μέσα και το δώρο μας έχει επιτυχία, τότε πετυχαίνουμε και το στόχο της ενδυνάμωσης της σχέσης μας με τον αποδέκτη αυτού.
Πόσο “ρισκάρουν” σε ό,τι αφορά την επιλογή ενός δώρου οι άνθρωποι; Πολύ λίγο, πολύ, ή τόσο… όσο;
Προκειμένου να απαντήσουν στο ερώτημα οι αρθρογράφοι, σε συνεργασία με το Loop Commerce, ζήτησαν από 5.000 ανθρώπους να σκεφτούν ένα δώρο που αγόρασαν την τελευταία φορά και από άλλους τόσους ένα δώρο που δέχτηκαν.
Η πλειοψηφία των ερωτηθέντων απάντησε και στις δύο περιπτώσεις ότι τα δώρα ανήκαν στην κατηγορία των “ασφαλών επιλογών”. Την πρωτιά κατέλαβαν τα κρασιά και είδη τροφίμων, μαζί με ρούχα, βιβλία και ταινίες να ακολουθούν. Λίγοι ήταν εκείνοι που επέλεξαν πιο “ριψοκίνδυνα δώρα”, όπως εισιτήριο για μια συναυλία, ένα έργο τέχνης ή ένα κόσμημα.
Τι όμως πιστεύουν οι αποδέκτες των δώρων για τις “ασφαλείς επιλογές”;
Από τις απαντήσεις που έδωσαν οι συμμετέχοντες βγήκαν τα εξής συμπεράσματα:
- Οι αποδέκτες των δώρων που εμπίπτουν στην κατηγορία των “ασφαλών και εύκολων λύσεων” φαίνεται ότι χάρηκαν περισσότερο με αυτά, απ’ ό,τι οι άνθρωποι που τα πρόσφεραν όταν τα επέλεγαν, οι οποίοι υποτιμούσαν τη χαρά που θα μπορούσε να προσφέρει το δώρο τους.
- Οι αποδέκτες των δώρων θα προτιμούσαν να έχουν επιλέξει κάτι πιο “ριψοκίνδυνο” αυτοί που τους πρόσφεραν ένα δώρο.
- Η υποτίμηση των “ριψοκίνδυνων δώρων” ήταν αρκετά μεγαλύτερη.
Σε γενικές γραμμές, ενώ δεν εκτιμούμε πόσο πολύ κάποιος μπορεί να χαρεί με το δώρο που θα του κάνουμε, υποτιμούμε ακόμη πιο πολύ τα “ριψοκίνδυνα δώρα”.
Ο λόγος για τον οποίο συμβαίνει αυτό, καταλήγει το δημοσίευμα, είναι γιατί ο άνθρωπος δε νιώθει άνετα όταν δε γνωρίζει το αποτέλεσμα και την έκβαση μιας συμπεριφοράς. Προσπαθεί να καταλάβει ποιο από τα δώρα τα οποία μπορεί να επιλέξει θα προκαλέσει τη χειρότερη αντίδραση, και έτσι καταλήγει στην πιο ασφαλή επιλογή. Το άτομο όμως που αποδέχεται το δώρο, δε γνωρίζει την γκάμα δώρων που είχαμε στο μυαλό μας να προσφέρουμε. Αντίθετα, επικεντρώνεται στο δώρο που λαμβάνει, παίρνοντάς το ως ένδειξη αγάπης από τη μεριά μας.