Για να καταλάβουμε με ποιο τρόπο ο εγκέφαλος πραγματοποιεί τις πολύπλοκες διαδικασίες της σκέψης, της δημιουργίας συναισθημάτων και συμπεριφορών, χρειάζεται να εστιάσουμε στη γενικότερη εικόνα του πώς κατανέμει, επεξεργάζεται και αποθηκεύει τις πληροφορίες.
Με άλλα λόγια την αρχιτεκτονική του.
Σύμφωνα με άρθρο που δημοσιεύτηκε στο The Atlantic, οι άνθρωποι διαφέρουν στο βαθμό που τείνουν να βασίζονται στα συστήματα του εγκεφάλου. Αυτό οδηγεί σε τέσσερις βασικές γνωστικές λειτουργίες, που διέπουν τον τρόπο με τον οποίο ένα άτομο προσεγγίζει τον κόσμο και αλληλεπιδρά με άλλους ανθρώπους.
Τρία είναι τα "σημεία –κλειδιά" που χρειάζεται να γνωρίζει κανείς σχετικά με τη θεωρία των γνωστικών λειτουργιών:
Πρώτον, τα άνω και κάτω τμήματα του εγκεφάλου εκτελούν διαφορετικές λειτουργίες. Το άνω τμήμα σχεδιάζει και εκτελεί διάφορα σχέδια (π.χ. αποφάσεις για το αν θα κινήσει ένα αντικείμενο ή πώς θα κουνήσει το σώμα στο χώρο), ενώ το κάτω τμήμα ταξινομεί και ερμηνεύει τις εισερχόμενες πληροφορίες σχετικά με το περιβάλλον.
Τα δύο μισά συνεργάζονται πάντα και κυρίως, το άνω τμήμα χρησιμοποιεί πληροφορίες από το κάτω για να διεξάγει τους σχεδιασμούς του.
Δεύτερον, οι άνθρωποι διαφέρουν σε ό,τι αφορά τον βαθμό που τείνουν να βασίζονται στα δύο συστήματα του εγκεφάλου για να εκτελούν τις λειτουργίες που είναι προαιρετικές (δηλαδή που δεν υπαγορεύονται από μια άμεση κατάσταση).
Κάποιοι χρησιμοποιούν και τα δύο συστήματα, άλλοι βασίζονται κυρίως στο κάτω ή το άνω, άλλοι περισσότερο στο άνω και όχι στο κάτω, ενώ άλλοι σε κανένα από τα δύο.
Τρίτον, αυτά τα τέσσερα "σενάρια" καθορίζουν τέσσερις βασικές γνωστικές λειτουργίες –δηλαδή τρόπους σκέψεις που δείχνουν τον τρόπο με τον οποίο ένα άτομο προσεγγίσει τον κόσμο και αλληλεπιδρά με άλλους ανθρώπους.
Σύμφωνα με τη Θεωρία των Γνωστικών Λειτουργιών κάθε ένας από εμάς έχει μια κυρίαρχη γνωστική λειτουργία, η οποία επηρεάζει τον τρόπο με τον οποίο ανταποκρινόμαστε σε διάφορες καταστάσεις.
Οι πιθανές αυτές λειτουργίες είναι οι εξής: του υποκινητή (mover), του αντιλήπτορα (perceiver), του διεγέρτη (stimulator) και του προσαρμοστή (adaptor).
Mover Mode: Χρησιμοποιείται τόσο το άνω όσο και το κάτω τμήμα του εγκεφάλου. Όταν κάποιος λειτουργεί με αυτόν τον τρόπον σκέψης έχει την τάση να εκτελεί τις πράξεις που σχεδιάζει (χρησιμοποιώντας το άνω τμήμα,), να καταγράφει τις συνέπειες αυτών (κάτω τμήμα εγκεφάλου) και στη συνέχεια να προσαρμόζει τις πράξεις του ανάλογα με την ανατροφοδότηση που έχει.
Perceiver Mode: Χρησιμοποιείται το κάτω τμήμα του εγκεφάλου και όχι το άνω. Οι άνθρωποι που σκέφτονται με αυτόν τον τρόπο, χρησιμοποιούν το κάτω τμήμα του εγκεφάλου προκειμένου να βγάλουν νόημα από αυτό που αντιλαμβάνονται: ερμηνεύουν τις εμπειρίες τους, τις βάζουν σε πλαίσια και προσπαθούν να κατανοήσουν τις επιπτώσεις τους. Αυτοί οι άνθρωποι συνήθως δεν διεξάγουν λεπτομερή ή περίπλοκα σχέδια.
Stimulator Mode: Χρησιμοποιείται το άνω τμήμα και όχι το κάτω. Σύμφωνα με την παραπάνω θεωρία, οι άνθρωποι που λειτουργούν με αυτόν τον τρόπο μπορεί να είναι δημιουργικοί και πρωτότυποι, όμως δεν γνωρίζουν πάντα πότε φτάνουν στο "ως εδώ και μη παρέκει": οι πράξεις τους μπορεί τελικά να προκαλέσουν αποδιοργάνωση και να μην προσαρμόζουν κατάλληλα τη συμπεριφορά τους.
Adaptor Mode: Δε χρησιμοποιείται αρκετά ούτε το άνω ούτε το κάτω τμήμα του εγκεφάλου. Όσοι σκέφτονται με αυτόν τον τρόπο δεν παγιδεύονται στο σχεδιασμό των πράξεών τους, ούτε εστιάζουν τόσο στην ταξινόμηση και ερμηνεία των εμπειριών που αποκομίζουν. Αντίθετα, είναι ανοιχτοί και έχουν την τάση να προσανατολίζονται στη δράση και ανταποκρίνονται στις τρέχουσες καταστάσεις.
Κάθε ένας από εμάς έχει μια από τις παραπάνω λειτουργίες ως κυρίαρχη, κάτι που αποτελεί ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της προσωπικότητάς μας.
Κανείς μπορεί να διαπιστώσει σε μια από τις παραπάνω κατηγορίες ανήκει κάνοντας το παρακάτω τεστ.
Ωστόσο, συνεχίζει το δημοσίευμα, σύμφωνα με τη νέα αυτή θεωρία κάποιες φορές το άτομο υιοθετεί διαφορετικό τρόπο αντιμετώπισης, ανάλογα με τις διαφορετικές καταστάσεις που αντιμετωπίζει. Ο βαθμός με τον οποίο έχει κανείς την τάση να χρησιμοποιεί κάθε διαφορετικό μοντέλο, τελικά επηρεάζει τις σκέψεις, τα αισθήματα και τη συμπεριφορά του.