Υπερδυναμικός, υπερκινητικός, φιλόδοξος, «διψασμένος για εξουσία» δεν μπορεί να κρύψει τον αέρα του αιώνιου εφήβου
Κατάφερε να στρέψει τους πάντες εναντίον του αν και κάποτε υπήρξε το χαϊδεμένο παιδί της ιταλικής πολιτικής. Ο λόγος για τον Ματέο Ρέντσι, τον πρώην πρωθυπουργό με το εκρηκτικό ταμπεραμέντο.
«Ο Ματέο έγινε μέσα σε λίγους μήνες ο λιγότερο αγαπητός ηγέτης της Ιταλίας», έγραφε στο τέλος του Ιανουαρίου το περιοδικό L' Espresso, ωστόσο φιλικό προς το Δημοκρατικό Κόμμα, του οποίου ο 43χρονος παραμένει γενικός γραμματέας.
Το κόμμα του δεν έχει σταματήσει να υποχωρεί στις δημοσκοπήσεις. Οι τελευταίες εκτιμήσεις της προεκλογικής περιόδου που δημοσιεύτηκαν την περασμένη εβδομάδα του δίνουν 22%-23% της πρόθεσης ψήφου και η τάση είναι πτωτική. Εάν το εκλογικό σκορ πέσει κάτω από το όριο αυτό, θα πρόκειται για πανωλεθρία για εκείνον που έκανε την ευρωπαϊκή αριστερά να ονειρεύεται με το 40% των ψήφων στις ευρωεκλογές του 2014.
«Δεν μπορώ να εξηγήσω πραγματικά το μίσος αυτό προς τον Ματέο Ρέντσι», έλεγε στο AFP ο καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Luiss της Ρώμης Τζιοβάνι Ορσίνα.
Όμως υπάρχει αυτός ο αλαζονικός και εγωκεντρικός αέρας και μία ιδέα αυταρχισμού σε αυτό το παιδί της Τοσκάνης.
Υπάρχουν επίσης οι αθετημένες μεγαλόστομες υποσχέσεις, όπως η δέσμευση του 2012 να κάνει την Ιταλία «τη χώρα όπου κάποιος βρίσκει δουλειά γιατί ξέρει κάτι και όχι γιατί ξέρει κάποιον». Και υπάρχει επίσης και αυτός ο «μαγικός κύκλος» των δικών του ανθρώπων, κυρίως από την Τοσκάνη, που είναι μία από τις πηγές των προβλημάτων του.
Ετσι, υπάρχουν υποψίες ότι η Μαρία-Ελένα Μπόσκι, το δεξί του χέρι για τις μεταρρυθμίσεις, εξασφάλισε μία χάρη για τον πατέρα της, πρώην επικεφαλής της πτωχευμένης τράπεζας Etruria, ο οποίος τοποθετήθηκε υποψήφιος σε εκλογική περιφέρεια εκ προοιμίου κερδισμένη από το Δημοκρατικό Κόμμα.
«Ενρίκο, μείνε ήσυχος!»
Ο Ρέντσι απορρίπτει τις κατηγορίες για φαβοριτισμό και λέει ότι πάντοτε επέλεγε «τους καλύτερους».
Οσο για εκείνους που τον κατηγορούν ότι πολύ συχνά ενεργούσε μόνος του, χωρίς να λογαριάζει, για παράδειγμα, τις διαφορετικές ευαισθησίες στο ίδιο του το κόμμα, απαντά ότι διακατέχεται από «το πνεύμα της ομάδας».
Αυτό το «πνεύμα της ομάδας» δεν απέτρεψε τον περασμένο χρόνο τη «διαρροή» των διαφωνούντων του Δημοκρατικού Κόμματος, που χτύπησαν την πόρτα και ίδρυσαν το νέο αριστερό κίνημα «Liberi e Uguali» (Ελεύθεροι και Ισοι).
Αν και παραμένει ο ηγέτης του σημαντικότερου κόμματος της ευρωπαϊκής κεντροδεξιάς, η μακρά του κάθοδος στην Κόλαση ξεκίνησε τον Δεκέμβριο 2016, όταν το όνειρό του για μία «πιο αποτελεσματική και πιο απλή Ιταλία» κατέρρευσε με την απερίφραστη απόρριψη της συνταγματικής του μεταρρύθμισης στο δημοψήφισμα.
Ο Ρέντσι είχε εγκατασταθεί σαν αλεξιπτωτιστής στην ηγεσία του κόμματος το 2013, όταν ήταν δήμαρχος της Φλωρεντίας, χωρίς να έχει ποτέ εκλεγεί βουλευτής, χωρίς να έχει θητεύσει ποτέ ως υπουργός και υποσχόμενος να πετάξει στα αζήτητα τους βαρώνους του κόμματος και ορισμένους άλλους.
Ο πτυχιούχος της Νομικής και πολύ υπερήφανος για τα χρόνια του ως καθολικός πρόσκοπος, έβαλε στο περιθώριο τον πρώην πρωθυπουργό Μάσιμο ντ' Αλέμα - αυτός δεν του το συγχώρησε ποτέ - και τον πρώην δήμαρχο της Ρώμης Βάλτερ Βελτρόνι.
Τον Φεβρουάριο 2014 ανέλαβε την πρωθυπουργία κλωτσώντας προς την έξοδο τον Ενρίκο Λέτα, δεύτερο στην ιεραρχία του Δημοκρατικού Κόμματος.
Μόλις έναν μήνα πριν, του είχε στείλει στο Twitter το περίφημο καθησυχαστικό μήνυμα: «Enrico stai sereno» (Ενρίκο, μείνε ήσυχος)...
«Ρεντσουσκόνι»
Υπερδυναμικός, υπερκινητικός, φιλόδοξος, «διψασμένος για εξουσία», σύμφωνα με ορισμένους, ο Ματέο Ρέντσι δεν μπορεί να κρύψει τον αέρα του αιώνιου εφήβου.
Μέγας ρέκτης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, ακούραστος -μπορεί να παρευρίσκεται σε ατελείωτες συναντήσεις από τον βορρά μέχρι τον νότο της χερσονήσου- και με προνομιακές σχέσεις με τα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης.
Κάποτε είχε συμμαχήσει με τον Σίλβιο Μπερλουσκόνι για την μεταρρύθμιση των θεσμών. Μπορεί και να αναγκασθεί να το ξανακάνει στο πλαίσιο ενός μεγάλου συνασπισμού κατά τα γερμανικά πρότυπα μετά τις εκλογές της 4ης Μαρτίου.
Τότε οι εχθροί του θα μπορούν να συνεχίσουν να τον αποκαλούν «Ρεντσουσκόνι».