Οι κινήσεις και οι αποφάσεις του που προκάλεσαν το 2017
Με το σύνθημα «Η Αμερική πρώτα», ένας συχνά απρόβλεπτος Ντόναλντ Τραμπ έφερε τον κόσμο τα πάνω κάτω το 2017 με τις αποφάσεις του.
Μετά την άφιξή του στον Λευκό Οίκο τον Ιανουάριο ο δισεκατομμυριούχος συχνά επιβεβαίωνε τους φόβους των συμμάχων των ΗΠΑ: αντιμεταναστευτικό διάταγμα, απόσυρση των ΗΠΑ από τη Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα και από τη συμφωνία ελεύθερου εμπορίου Ασίας- Ειρηνικού, αμφισβήτηση της πυρηνικής συμφωνίας του Ιράν και μονομερής αναγνώριση της Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσας του Ισραήλ.
«Το δόγμα της απόσυρσης», σχολίασε ο πρόεδρος του ερευνητικού κέντρου Council on Foreign Relations Ρίτσαρντ Χας, πρώην διπλωμάτης επί πολλές κυβερνήσεις Ρεπουμπλικάνων.
Ο πρόεδρος της μεγαλύτερης δύναμης παγκοσμίως «εφαρμόζει τα χειρότερα από όσα μπορούσαμε να φανταστούμε σε ό,τι αφορά την “τραμπική” πολιτική, με την απόσυρση (των ΗΠΑ) από την πολυπολική σκηνή», επισημαίνει η Σίλια Μπέλιν του Brookings Institute.
Ωστόσο οι τρεις πιο εντυπωσιακές ανακοινώσεις του, αν και «είναι συμβολικά πολύ ισχυρές και έχουν σοβαρές επιπτώσεις», «έχουν μόνο στόχο να ικανοποιήσουν τους ψηφοφόρους του», όμως «ουσιαστικά δεν μπορούν να εφαρμοστούν σε αυτή τη φάση», προσθέτει.
Η απόσυρση από τη Συμφωνία του Παρισιού θα τεθεί σε ισχύ στο τέλος της θητείας του, η πυρηνική συμφωνία με το Ιράν παραμένει σε ισχύ και η μεταφορά της αμερικανικής πρεσβείας στην Ιερουσαλήμ θα πάρει «πολλά χρόνια».
Αυτή είναι «η μέθοδος Τραμπ», εκτιμά η Μπέλιν: «μια συμβολική ρήξη που προκαλεί πάρα πολύ ισχυρές αντιδράσεις».
«Όλος ο κόσμος πήρε το μήνυμα»: «η Αμερική επέστρεψε πιο ισχυρή από ποτέ», είχε δηλώσει τη Δευτέρα ο Τραμπ παρουσιάζοντας «τη στρατηγική του για την εθνική ασφάλεια».
Η Μπάρμπαρα Σλάβιν του Atlantic Council εκτιμά ότι «ο Τραμπ μοιάζει να πιστεύει ότι η στρατιωτική και οικονομική ισχύς των ΗΠΑ αρκούν για να μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν» και υπογράμμισε ότι η Ουάσινγκτον κινδυνεύει να απομονωθεί και να χάσει την αξιοπιστία της.
Ακόμη και από την πλευρά των Ρεπουμπλικάνων οι επικρίσεις είναι πολλές: «Η τρέχουσα κυβέρνηση δεν προσφέρει παρά μικρή ανακούφιση μπροστά στο χάος ενός κόσμου όπου απουσιάζει η αμερικανική ηγεμονία», έγραψε ο Τζον ΜακΚέιν στον ιστότοπο Medium.
«Ο πρόεδρός μας θεωρεί αρετή το γεγονός ότι είναι απρόβλεπτος και προτιμά τα κακοπληροφορημένα tweets από τις συγκεκριμένες στρατηγικές», κατήγγειλε όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Πραγματικά οι σύμμαχοι των ΗΠΑ δεν μπορούν να κατανοήσουν τον τρόπο σκέψης του Τραμπ ο οποίος είναι ικανός σε μια ανάρτησή του στο Twitter να καταφέρεται εναντίον της Κίνας και στην επόμενη να την εξαίρει, να απειλεί ενώπιον της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ να «καταστρέψει εντελώς» τη Βόρεια Κορέα ή να επιπλήττει δημοσίως τον υπουργό Εξωτερικών Ρεξ Τίλερσον.
«Η αυθόρμητη νοοτροπία του προέδρου Τραμπ, η απρόβλεπτη διακυβέρνησή του και τα tweets του έχουν βάλει φωτιά σε πολλές πρωτεύουσες», παρατηρεί ο Πολ Στερς, συντάκτης μιας ετήσιας έκθεσης για τους κινδύνους συγκρούσεων που βασίζεται στις απόψεις 400 ειδικών και διπλωματών.
Σε αυτή την έκθεση του Council on Foreign Affairs η Ουάσινγκτον εμφανίζεται να κινδυνεύει με δύο ένοπλες συγκρούσεις το 2018: με το Ιράν και τη Βόρεια Κορέα.
Σε ό,τι αφορά τα δύο αυτά θέματα, εξηγεί ο Στερς, «είναι δύσκολο να καταλάβουμε» αν οι απειλές του Τραμπ «είναι απλώς λόγια ή είναι όντως αποφασισμένος να καταφύγει στη βία».
Και η αμερικανική διπλωματία δεν έχει καταγράψει καταφέρει να διαλευκάνει τις προθέσεις του Αμερικανού προέδρου.
Οι σύμμαχοι των ΗΠΑ, αν και έχουν μπερδευτεί, δεν έχουν ουσιαστικά αποσταθεροποιηθεί, εκτιμά η Μπέλιν. «Η Γαλλία αντιμετωπίζει τα πράγματα με ρεαλισμό», οι Ευρωπαίοι και οι Ασιάτες «συνηθίζουν στα tweets του Τραμπ», ενώ υπάρχουν κάποιοι στην ανατολική Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή που τον εκτιμούν.
Παράλληλα σε πολλά θέματα, από τις επικρίσεις εναντίον του ΝΑΤΟ ως την απειλή εμπορικού πολέμου με την Κίνα, «έχει αρχίσει να κυριαρχεί στην Ουάσινγκτον ένα είδος ρεαλισμού και μια τάση για συνέχεια», αναλύει η ερευνήτρια του Brookings.
Το ίδιο και με το Αφγανιστάν, από όπου ο Τραμπ ήθελε να αποσύρει τα αμερικανικά στρατεύματα, προτού παραδεχθεί ότι «οι αποφάσεις είναι εντελώς διαφορετικές όταν βρίσκεσαι στο Οβάλ Γραφείο».
Σε ό,τι αφορά την προσέγγιση με τη Μόσχα υπάρχουν εμπόδια εξαιτίας των υπονοιών για συνεργασία της προεκλογικής ομάδας του Τραμπ με τη Ρωσία.
Ουσιαστικά μόνο λίγοι εταίροι των ΗΠΑ έχασαν πραγματικά κατά τον πρώτο χρόνο διακυβέρνησης Τραμπ. Το Μεξικό, σοκαρισμένο από τα σχέδια του Αμερικανού προέδρου να χτίσει ένα τείχος στα σύνορα μεταξύ των δύο χωρών. Η Βρετανία «ήδη μόνη στον κόσμο εν μέσω του Brexit», με το Λονδίνο να έχει γίνει στόχος επικριτικών tweets.
Και τέλος η Γερμανία, «που αποσταθεροποιήθηκε βαθιά από τις αντιγερμανικές επιθέσεις εναντίον της καγκελαρίου Άγγελα Μέρκελ», σημειώνει η Μπέλιν.
Ωστόσο ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών Ζίγκμαρ Γκάμπριελ προειδοποίησε ότι «η απόσυρση των ΗΠΑ υπό τον Ντόναλντ Τραμπ, από τον ρόλο του αξιόπιστου εγγυητή της δυτικής πολυπολικότητας», θα πρέπει να ωθήσει τους Ευρωπαίους στο προσκήνιο.
Διότι το κακό έχει γίνει «και δεν θα αλλάξει ουσιαστικά στις επόμενες εκλογές».