Πολλοί Καταλανοί αυτονομιστές βλέπουν στη Σλοβενία μία αντιστοιχία ένας προς ένα με τον δικό τους σκοπό
Η χθεσινή ανακήρυξη, με σιβυλλικό τρόπο, της ανεξαρτησίας της Καταλωνίας από τον πρόεδρο της περιοχής Κάρλες Πουτζντεμόν έχει γεννήσει πολλές αμφιβολίες για τον χαρακτήρα και την τύχη της. Ωστόσο, πολλοί από τους αυτονομιστικούς κύκλους επιμένουν πως με την τακτική του αυτή ο Καταλανός πρόεδρος υπαινίσσεται και δείχνει ότι προτίθεται να ακολουθήσει την λεγόμενη «σλοβενική» οδό προς την ανεξαρτησία, σε αναφορά του μοντέλου που είχε ακολουθήσει πριν 25 χρόνια η βαλκανική τούτη χώρα –που σήμερα έχει ενταχθεί στην ΕΕ—μολονότι το πλαίσιο είναι πολύ διαφορετικό, καθώς τότε στην ατμόσφαιρα αιωρείτο η οσμή του εμφυλίου πολέμου στη Γιουγκοσλαβία.
Δεν είναι βέβαια η πρώτη φορά που γίνεται ένας παραλληλισμός ανάμεσα στη διαδικασία ανεξαρτησίας στην Καταλωνία με την τακτική που ακολούθησε η Σλοβενία. Δεν είναι ούτε καν μυστικό ότι πολλοί Καταλανοί αυτονομιστές βλέπουν στη Σλοβενία μία αντιστοιχία ένας προς ένα με τον δικό τους σκοπό, ενώ κοινό μυστικό είναι πως κάποιοι από τους πρωταγωνιστές της σλοβενικής ανεξαρτησίας έχουν στηρίξει την καταλανική ανεξαρτησία (μάλιστα ο εκπρόσωπος των διεθνών παρατηρητών στο παρόν δημοψήφισμα, την 1η Οκτωβρίου, ήταν ο πρώην ΥΠΕΞ της Σλοβενίας Ντιμίτρι Ρούπελ). Δεν είναι λίγοι που θεωρούν επίσης πως η καταλανική κυβερνητική συμμαχία του «Μαζύ για το Ναι»(Junts pel Si, που συστεγάζει το συντηρητικό PDeCat με το κεντροαριστερό ERC και συσπειρώνει και μία σειρά από άλλες κοινωνικές οργανώσεις της χώρας) έλκει την επιρροή της από την συμμαχία πολιτικών κομμάτων και κοινωνικών ομάδων Demos, η οποία πρωτοστάτησε στις αρχές του ’90 στις διαδικασίες στη Σλοβενία, κέρδισε στις τοπικές εκλογές και ανακήρυξε την ανεξαρτησία της.
Σε τι όμως συνίσταται η σλοβενική οδός προς την ανεξαρτησία; Ήταν ακριβώς η Demos εκείνη που οργάνωσε το δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία μετά την επικράτησή της στις εκλογές, που κέρδισε με το συντριπτικό 95% και με συμμετοχή 93% των ψηφοφόρων. Το δημοψήφισμα, που δεν αναγνώρισε το Βελιγράδι, είχε διοργανωθεί τον Δεκέμβριο του 1990. Η σλοβενική κυβερνώσα συμμαχία είχε επιλέξει τότε να μην εφαρμόσει άμεσα το αποτέλεσμα, αλλά να αναστείλει την ισχύ του έως ότου δημιουργηθούν πιο ευμενείς συνθήκες και πάντοτε εμφορούμενη από την ιδέα ότι θα προσέλθει σε διάλογο μαζύ της το Βελιγράδι—κάτι που ουδέποτε έγινε.
Έπρεπε να περάσει ένα εξάμηνο έως ότου οι σλοβενικές αρχές αποφάσισαν εν τέλει να κάνουν το τελικό κι αποφασιστικό βήμα, καθώς βέβαια είχαν μεταβληθεί ευνοϊκά και οι τότε συγκυρίες. Μολονότι αρχικά σύγκορμη η διεθνής κοινότητα είχε αρνηθεί να αναγνωρίσει τη Σλοβενία ως ανεξάρτητο κράτος και δεδομένου ότι μέχρι τότε είχε κλιμακωθεί η ένταση και οι στρατιωτικές κινήσεις του Βελιγραδίου εναντίον της, η Λουμπλιάνα εν τέλει εξασφάλισε τα αναγκαία διεθνή ερείσματα για να ανακηρύξει την ανεξαρτησία της. Βέβαια, εδώ θα πρέπει να σημειώσουμε πως στο διεθνές πλαίσιο, μετά την πτώση του Βερολίνου, είχε ωριμάσει η ιδέα της διάσπασης κάποιων από τα κράτη του πρώην σοσιαλιστικού μπλοκ. Μάλιστα, η Γερμανία ήταν ένας από τους βασικούς διεθνείς παράγοντες που στήριξαν ένθερμα την απόσπαση των Σλοβένων και των Κροατών από τη Γιουγκοσλαβία.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο, στις 25 Ιουνίου 1991, η Σλοβενία ανακήρυξε τελικώς την ανεξαρτησία της και μάλιστα το έπραξε απροειδοποίητα για να παραπλανήσει και να προλάβει την αντίδραση του Βελιγραδίου. Η ανακήρυξη μάλιστα έγινε ταυτόχρονα με εκείνην της Κροατίας και προκάλεσε την στρατιωτική επέμβαση του γιουγκοσλαβικού στρατού. Στην περίπτωση της Σλοβενίας ο πόλεμος διήρκεσε μόλις δέκα ημέρες και προκάλεσε την απώλεια πάνω από 100 ανθρώπων. Αντίθετα, ο πόλεμος εναντίον της Κροατίας ήταν ακόμη πιο σκληρός και κανείς δεν αρνείται πλέον πως η Κροατία χρησίμευσε ως σύνορο για τη Σλοβενία, διευκολύνοντας την κάπως πιο αναίμακτη κι εύκολη έξοδό της από τη Γιουγκοσλαβία.
Αλλά και πάλι, η Σλοβενία δεν έγινε αυτομάτως ανεξάρτητο κράτος τον Ιούνιο εκείνο, αλλά συνέπηξε ένα τρίμηνο μορατόριουμ για την αναγνώρισή της με τη διεθνή κοινότητα—η οποία ανησύχησε ιδιαίτερα με την στρατιωτική βία—έως ότου απομακρυνθεί ο γιουγκοσλαβικός στρατός. Εκείνος, καθώς ήταν ιδιαίτερα απασχολημένος στα μέτωπα της Κροατίας και της Βοσνίας, δεν είχε άλλη επιλογή. Μολονότι η Σλοβενία παρέμεινε σε μία μετέωρη κατάσταση για πολλούς μήνες, τον Δεκέμβριο του 1991 άρχισαν να καταφθάνουν οι πρώτες αναγνωρίσεις. Το 1992 ήλθε και η αναγνώρισή της από τις χώρες της ΕΕ, στην οποία έγινε πλήρες μέλος μετά 12 χρόνια.