Ένα διαφορετικό πορτρέτο του ανθρώπου που η αποχώρησή του από το υπουργείο Οικονομικών βαφτίστηκε ήδη τέλος εποχής
Βόλφγκανγκ Σόιμπλε: 13 συνεχόμενες θητείες βουλευτή στη Μπούντενστανγκ, από το 1972 μέχρι σήμερα. Υπουργός Εσωτερικών αρμόδιος για την ένωση των δύο Γερμανιών. Πανίσχυρος υπουργός Οικονομικών στη μεγάλη κρίση της Ευρωζώνης. Για πολλούς γνώστες και insiders, ο ουσιαστικά πιο επιδραστικός ευρωπαίος πολιτικός των τελευταίων δεκαετιών. Για τους Γερμανούς, που έχουν συνηθίσει τους πολιτικούς τους διανοούμενους και ελλόγιμους σαν τον Βίλι Μπραντ και τον Χέλμουτ Σμιτ, ο Σόιμπλε θα έπρεπε να υπερέχει σαφώς από τη Μέρκελ, που είναι γνωστή στη χώρα ως η πολιτικός που δεν έχει γράψει ούτε άρθρο σε εφημερίδα - πόσο μάλλον τα 5 βιβλία, βαρυσήμαντα πολιτικά και θεωρητικά μανιφέστα που έχει συγγράψει ο άτυχος Βόλφγκανγκ. Τι έφταιξε και δεν έγινε καγκελάριος; Ποιος είναι στην πραγματικότητα ο άνθρωπος που προοριζόταν να γίνει «βασιλιάς» και κατέληξε νέος... Μέτερνιχ και σήμα κατατεθέν της συντηρητικής αυστηρότητας και σκληρής λιτότητας στην Ευρώπη;
Γεννημένος το 1942, ο Σόιμπλε κατάγεται από το Χόρνμπεργκ, μια κωμόπολη με 4.000 κατοίκους στο Μέλανα Δρυμό. Από την ανθρωπολογία της μικρής πόλης, κληρονόμησε μια διάθεση να μη μασάει τα λόγια του και την τάση να λέει τα πράγματα με το όνομά τους, ακόμα και σε μάλλον άβολες περιστάσεις. Χαρακτηριστικά, όταν ρωτήθηκε κάποτε από δημοσιογράφο πώς βλέπει την πορεία του προς την καγκελαρία ως «ένα άτομο με ειδικές ανάγκες», απάντησε: «Γιατί να το γυροφέρνουμε και να μην το λέμε όπως ακριβώς είναι, εμείς στο χωριό μου όσους είναι σε αναπηρική καρέκλα τους λέμε σακάτηδες!» - όπως γράφει ο Hans Peter Schütz στο βιβλίο του Wolfgang Schäuble: Zwei Leben.
Ο Σόιμπλε ήταν γιος φοροτεχνικού και κατόπιν υπαλλήλου της εφορίας, που αμέσως μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο έφτιαξε δικό του πολιτικό κόμμα. Είναι ο μεσαίος από τρεις αδερφούς. Σπούδασε Νομική και Οικονομικά (αλλά με έμφαση στα διοικητικά) στα Πανεπιστήμια του Φράιμπουργκ και του Αμβούργου και δούλεψε σαν εφοριακός αλλά και δικηγόρος για το δημόσιο, πετυχαίνοντας στις αντίστοιχες κρατικές εξετάσεις. Το 1971 πήρε διδακτορικό στη Νομική, με την όχι ιδιαίτερα συναρπαστική για το ευρύτερο κοινό εργασία του : «Η επαγγελματική νομική κατάσταση του ορκωτού λογιστή στις φοροτεχνικές επιχειρήσεις». Ο Σόιμπλε εργάστηκε κατόπιν ως ανώτερος διοικητικός υπάλληλος της φορολογικής υπηρεσίας του Φράιμπουργκ, αλλά άσκησε και την δικηγορία στο περιφερειακό δικαστήριο του Όφενμπουργκ, για έξι χρόνια. Πάντως, οι οικονομολόγοι που δεν τον χώνευαν, ειδικά οι αγγλοσάξωνες, συχνά έκαναν την επισήμανση ότι παρά τις εξαιρετικές σπουδές του, ο Σόιμπλε δε διδάχτηκε ποτέ σε υψηλό επίπεδο μακρο-οικονομία και ότι οι απόψεις του στα μεγάλα θέματα της σύγχρονης πολιτικής οικονομίας είναι περισσότερο ιδεολογικές και ιδιοσυγκρασιακές παρά ενδελεχείς και επεξεργασμένες.
Ποιά είναι όμως η προσωπική πολιτική φιλοσοφία του Σόιμπλε; Παρά τη Γερμανική ευημερία, το όραμά του έχει πολλά στοιχεία πεσιμισμού. Ο Σόιμπλε πιστεύει ότι η Δύση και ειδικά η Γερμανία, παρά τη νίκη στον Ψυχρό Πόλεμο και το οικονομικό θαύμα, οδεύει προς την παρακμή. Παραπονιέται συχνά ότι οι συμπολίτες του βιώνουν μια βαριά υπαρξιακή κούραση, δεν έχουν βρει κάτι άξιο να αντικαταστήσει την υποχώρηση των θρησκευτικών-κοινοτικών δεσμών και τη σύγχρονη κυνική απομάγευση του κόσμου. Οι Γερμανοί δεν έχουν ήρωες ή πρότυπα, έστω καλλιτέχνες ή επιστήμονες ικανούς να εμπνεύσουν τους πολλούς, να παίξουν το ρόλο μιας κάποιας αυθεντίας σεβαστής από ολόκληρη τη χώρα.«Ακόμα και οι σταρ αθλητές μας, δεν έχουν αυτή την αύρα αυτό το κύρος, ας πούμε ενός... Μάτζικ Τζόνσον», γκρίνιαζε ενίοτε ο Σόιμπλε! Και ποιά είναι η λύση; Μπορεί να μην του φαίνεται, αλλά ο απερχόμενος γερμανός υπουργός Οικονομικών προτείνει σαν διέξοδο το... ρίσκο. Όποιος δεν βάζει τον εαυτό του σε κίνδυνο, όποιος ποτέ δε ρισκάρει, είναι καταδικασμένος να καταστραφεί ακριβώς από εκείνους τους κινδύνους που φοβάται και τρέμει περισσότερο - γράφει ο Σόιμπλε.
Ο Βόλγκανγκ Σόιμπλε ως υπουργός Εσωτερικών ήταν ο αρχιτέκτονας της ένωσης με την Ανατολική Γερμανία και υπέγραψε τη Συνθήκη Ενοποίησης στις 31 Αυγούστου 1990. Σε μια ιδιαίτερα φορτισμένη συναισθηματικά ομιλία του στη Βουλή το 1991, υποστήριξε με επιτυχία τη θέση υπέρ της μετακίνησης της γερμανικής πρωτεύουσας από την Βόννη στο Βερολίνο. Ήταν πλέον ο αδιαμφισβήτητος διάδοχος του Χέλμουτ Κολ, ο με διαφορά πιο ικανός και συγκροτημένος κεντροδεξιός πολιτικός στα μάτια της συντριπτικής πλειοψηφίας των Γερμανών συντηρητικών ψηφοφόρων. Η ατυχία τον χτύπησε στις 12 Οκτωβρίου 1990, σε ηλικία 48 ετών, όταν έγινε ο στόχος δολοφονικής απόπειρας από τον ψυχικά άρρωστο Ντίτερ Κάουφμαν, ο οποίος έριξε τρεις βολές εναντίον του μετά το τέλος προεκλογικής ομιλίας την οποία είχαν παρακολουθήσει περίπου 300 άτομα στο Οπενάου. Ο Κάουφμαν τραυμάτισε σοβαρά στο νωτιαίο μυελό και το πρόσωπο τον Σόιμπλε, που παρέμεινε παράλυτος από την επίθεση. Με οδυνηρές ασκήσεις ταχείας αποκατάστασης και σκληρή αυτοπειθαρχία ο Σόιμπλε κατάφερε και επέστρεψε στη μαχόμενη πολιτική σε τρεις μήνες.
Γιατί ο Σόιμπλε έχασε την καγκελαρία; Η απάντηση είναι διπλή: Γιατί ήταν πάρα πολύ κοντά στον Κολ αλλά και γιατί απομακρύνθηκε! Πρώτα πλήρωσε την απομάκρυνση: Όταν ο λογαριασμός για την ένωση της Γερμανίας βάρυνε στις τσέπες των Δυτικογερμανών, ο Χέλμουτ Κολ πίστεψε ότι ήρθε η ώρα του συμβιβασμού. Εργοδότες και συνδικάτα έπρεπε να καθήσουν στο ίδιο τραπέζι με κυβερνητική παρέμβαση, για να καταλήξουν σε αμοιβαίες υποχωρήσεις που θα στενοχωρούσαν και τους δύο, ώστε η χώρα να αντέξει τους κραδασμούς της παγκοσμιοποίησης. Την κατεύθυνση αυτή θα ενστερνιζόταν και θα ολοκλήρωνε αργότερα ο Σρέντερ, αλλά δεν άρεσε στο Σόιμπλε που διαφώνησε πρώτη φορά πολύ ανοικτά με το μέντορά του. Ως νεοφιλελεύθερος ιδεολόγος ο Σόιμπλε δεν ήθελε να παίξει το κράτος συντονιστικό και καθοριστικό ρόλο πάνω στην οικονομική κρίση, προτιμούσε μεγαλύτερη δόση από τις δικές του, πολύ γνωστές πλέον σε όλους μας... «μεταρρυθμίσεις». Ο Κολ δεν ξέχασε αυτή την... αποστασία και παρότι δεν μπορούσε να καθαιρέσει πλέον το Σόιμπλε από διάδοχο, καθυστέρησε μοιραία το δρόμο του προς την καγκελαρία. Όταν επιτέλους ήρθε η σειρά του, είχε πλέον ξεσπάσει για τα καλά το σκάνδαλο με την παράνομη χρηματοδότηση του κόμματος από επιχειρηματίες και ο Σόιμπλε που πιάστηκε κυριολεκτικά με την βαλίτζα στο χέρι, δεν έριξε όλες τις ευθύνες στον Κολ για να σωθεί ο ίδιος. Πιθανόν άλλωστε, να μην υπήρχε πλέον σωτηρία, καθώς ήταν πολύ στενά συνδεδεμένος με το αμαρτωλό παρελθόν και το κόμμα του ήθελε μια νέα αρχή, με ένα φρέσκο ηγέτη από τα ανατολικά. Ο ίδιος πάντως, κράτησε μια πικρία απέναντι στη Μέρκελ, αφού κάποια στιγμή θεώρησε ότι η ίδια προχώρησε και θυσίασε την υστεροφημία του Κολ, για να πάρει από τα χέρια του Σόιμπλε την ηγεσία.
Τέλος εποχής, λοιπόν; Είναι βέβαιο ότι οι απόψεις του Σόιμπλε για την ανισότητα και τη φτώχεια δεν αρέσουν στους περισσότερους προοδευτικούς ευρωπαίους πολίτες. Αντί να δώσει πειστικές απαντήσεις στα καυτά για τους πολλούς θέματα, ο φιλοσοφημένος κατά τα άλλα γερμανός πολιτικός επιμένει σε ρήσεις του τύπου: «Ο φτωχός για τη Γερμανία, μπορεί να είναι πλούσιος για την Εσθονία». Ειδικά οι Έλληνες έχουν πολλά και συχνά δίκαια παράπονα για τα αποτελέσματα της στάσης του, που έβλαψαν σοβαρά τα εισοδήματα και τις προοπτικές της χώρας. Αλλά για θέματα δημοκρατίας, ίσως και να είναι κάπως... παρεξηγημένος. Ευρωπαίοι συνάδελφοί του έχουν να λένε πώς συχνά ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε παίρνει πολύ σοβαρά την λαϊκή ετυμηγορία και θεωρεί ότι ο πολιτικός έχει... χρεωθεί, με όλη τη σημασία του όρου, μια εντολή από τους ψηφοφόρους του - εντολή που ο πολιτικός πρέπει να σέβεται πάνω από όλα. Πολλοί παροικούντες στο Βερολίνο και το Παρίσι, όπως οι Ulrich Wickert και Dominique Seux που μίλησαν για τις κρίσιμες ώρες με τους δύο πρωταγωνιστές και έγραψαν αναλυτικά για το θέμα, το βράδυ του Ελληνικού δημοψηφίσματος του 2015, συμφωνούν ότι ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ήταν ο μόνος ευρωπαίος πολιτικός που πήρε τοις μετρητοίς το αποτέλεσμα και όντως θεώρησε ότι είναι απόλυτα δεσμευτικό. Όταν ο πανευτυχής Γάλλος ομόλογός του Σαπέν τον προσγείωσε και του είπε να μην ανησυχεί καθόλου, να μην το υπολογίζει καν, γιατί πρόκειται για πετυχημένο πολιτικό ελιγμό που θα επιτρέψει να ξεφορτωθούν χωρίς κανένα πρόβλημα το αδιέξοδο, ο Σόιμπλε τον επέπληξε για τον «αμοραλισμό» του. Του είπε ότι δεν είναι πρέπον να κάνουμε πράγματα πίσω από την πλάτη όλων αυτών των ανθρώπων που μόλις ψήφισαν σε ένα δημοψήφισμα και να γελάμε μάλιστα και εις βάρος τους, και από τότε προς μεγάλη έκπληξη του Σαπέν, ο γάλλος υπουργός έπεσε στην εκτίμηση του Σόιμπλε, που ουσιαστικά του έκοψε και την καλημέρα!