Την ετοιμότητα της ελληνοκυπριακής πλευράς για επανέναρξη των διαπραγματεύσεων επίλυσης του Κυπριακού, εντός των παραμέτρων των Ηνωμένων Εθνών και του πλαισίου του γενικού γραμματέα του Οργανισμού, θα επαναλάβει ο Πρόεδρος Νίκος Αναστασιάδης κατά την συνάντησή του με τον Αντόνιο Γκουτέρες, στις 22 Σεπτεμβρίου.
Σε δηλώσεις κατά την άφιξή του στη Νέα Υόρκη ο κ. Αναστασιάδης υπενθύμισε την αναφορά του διεθνούς οργανισμού για «τερματισμό των εγγυήσεων και των παρεμβατικών δικαιωμάτων και τον καθορισμό χρονοδιαγράμματος για απόσυρση του τουρκικού στρατού».
Κληθείς να σχολιάσει τη δήλωση του υπουργού Εξωτερικών της Ελλάδας Νίκου Κοτζιά, για την ανάγκη να διατηρηθεί το κεκτημένο του εγγράφου που κατέθεσε στο δείπνο της 6ης Ιουλίου ο γενικός γραμματέας, ο κ. Αναστασιάδης είπε ότι πρόκειται για άτυπο έγγραφο, το οποίο δεν έτυχε μακράς συζήτησης. Όλη η συζήτηση, σημείωσε, περιστράφηκε γύρω από το θέμα των εγγυήσεων και των παρεμβατικών δικαιωμάτων, προσθέτοντας ότι υπήρξε τοποθέτηση του ιδίου και του Νίκου Κοτζιά, αλλά και η ουσιαστική παρέμβαση του κυρίου Γκουτέρες για κατάργηση των επεμβατικών δικαιωμάτων.
Ο Πρόεδρος Νίκος Αναστασιάδης υπέδειξε ότι από ελληνοκυπριακής πλευράς υποβλήθηκαν γραπτώς θέσεις για τα θέματα εσωτερικής διακυβέρνησης, υπό την προϋπόθεση ότι θα γίνονταν δεκτές οι παράμετροι του γενικού γραμματέα.
Υπενθυμίζεται ότι οι παράμετροι αυτοί είναι:
1. Ασφάλεια: Αναγνωρίζεται ότι χρειάζεται ένα νέο καθεστώς ασφάλειας, όχι συνέχεια του παλαιού. Χρειάζεται τερματισμός του μονομερούς δικαιώματος της επέμβασης και του τερματισμού της Συνθήκης Εγγυήσεως. Η παρούσα κατάσταση να αντικατασταθεί από ένα στέρεο σύστημα διασφαλίσεων, όπου όλη η Κύπρος και όλοι οι Κύπριοι και των δύο κοινοτήτων θα αισθάνονται ασφαλείς, και από μια ισχυρή εφαρμογή και μηχανισμούς επιτήρησης, που θα περιλαμβάνουν τουλάχιστον ένα εξωτερικό στοιχείο (διεθνής πτυχή: ΟΗΕ, πολυμερής, φιλικές χώρες). Οι νυν εγγυήτριες δεν μπορούν να επιτηρούν τους εαυτούς τους.
2. Στρατεύματα: Θα πρέπει να υπάρξει δραστική μείωση από την 1η ημέρα σε ένα χαμηλό επίπεδο και εν συνεχεία σε αριθμούς αντίστοιχους με εκείνους της παλαιάς Συνθήκης Συμμαχίας (με το χρονοδιάγραμμα για να φτάσουν στα επίπεδα του 1960 και ο καθορισμός του μηχανισμού για επιτήρηση χρειάζεται να συμφωνηθεί). Σ' ό,τι αφορά τη ρήτρα λήξης ισχύος έναντι της ρήτρας επανεξέτασης, αυτό είναι κάτι που χρειάζεται να συζητηθεί στο ανώτατο επίπεδο. Η συζήτηση θα αφορά σε όρους εντολής, σκοπό, υποχρεώσεις κ.λπ.
3. Εδαφικό: Η τουρκοκυπριακή πλευρά χρειάζεται να διαφοροποιήσει τον χάρτη που παρουσίασε, ώστε να ανταποκρίνεται στις ανησυχίες που εκφράστηκαν από τους Ελληνοκυπρίους σε σχέση με κάποιες περιοχές. Χρειάζεται να γίνει συζήτηση για τη Μόρφου.
4. Περιουσιακό: Υπάρχουν δύο αρχές: α) για περιοχές κάτω από εδαφική αναπροσαρμογή και το υπόλοιπο καθεστώς θα πρέπει να διαμορφωθεί κατά τρόπο ώστε να προσδίδει προτεραιότητα στους εκτοπισθέντες ιδιοκτήτες αλλά όχι κατά 100%, β) για περιοχές που θα υπόκεινται σε εδαφική αναπροσαρμογή, το καθεστώς πρέπει να οικοδομηθεί κατά τρόπο ώστε θα προσδίδει προτεραιότητα στους νυν χρήστες αλλά όχι 100%. Συγκεκριμένα στοιχεία θα πρέπει να τύχουν επεξεργασίας.
5. Ισότιμη μεταχείριση: Σε σχέση με τη μόνιμη διαμονή Τούρκων υπηκόων, να υπάρχει περιορισμός που θα πρέπει να είναι ισότιμος με αυτόν για Έλληνες υπηκόους που θα αποκτούν δικαίωμα μόνιμης διαμονής. Εκτός του καθεστώτος που σχετίζεται με μαθητές, τουρίστες και εποχιακούς εργάτες. Χρειάζεται περαιτέρω συζήτηση ως προς το τι είναι ισότιμο στην αίτηση για μόνιμη διαμονή.
6. Αποτελεσματική συμμετοχή: Χρειάζεται περαιτέρω συζήτηση σ' ό,τι αφορά τη θετική ψήφο (πότε και υπό ποιες συνθήκες, ποια σώματα και τους σχετικούς μηχανισμούς επίλυσης αδιεξόδων). Οποιαδήποτε άλλα εναπομείναντα θέματα στον διαμοιρασμό εξουσιών, συμπεριλαμβανομένης της απαίτησης των Τουρκοκυπρίων για εκ περιτροπής προεδρία, θα πρέπει επίσης να συζητηθούν.
Για τις δηλώσεις του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου και του Μουσταφά Ακιντζί, ο κ. Αναστασιάδης επανέλαβε ότι ο ίδιος εκφράζει τις δικές του θέσεις και την αποφασιστικότητα να συνεχίσει τον διάλογο, μέσα στο πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών, πάντα με βάση τα ψηφίσματα του ΟΗΕ.