Ο Σόιμπλε ξανά υποψήφιος στα 75 του
Μια Καγκελάριος που αναζητεί τη θέση της στην Ιστορία. Ένας διεκδικητής που κυνηγά την ανατροπή, ελπίζοντας περισσότερο σε θαύμα. Τρία κόμματα που δίνουν μάχη είτε για την είσοδό τους στη Βουλή είτε για την τρίτη θέση είτε ακόμη και για την συμμετοχή σε κυβερνητικό συνασπισμό. Ένα νέο κόμμα που επιδιώκει να περάσει από το περιθώριο στην κεντρική σκηνή. Μια προεκλογική ατζέντα που δεν φαίνεται να συγκινεί τους Γερμανούς κι ένας δημόσιος διάλογος που μοιάζει να σχεδιάστηκε προκειμένου να μην αλλάξει τίποτα.
Σε μια χώρα οικονομικά εύρωστη, με πλεόνασμα που μόνο για το πρώτο εξάμηνο του 2017 φτάνει τα 18,3 δισεκατομμύρια ευρώ και ανεργία μόλις στο 3,7%, είναι ίσως αναμενόμενο η οικονομία να μην κυριαρχεί στην προεκλογική μάχη. Το γεγονός όμως ότι το προσφυγικό, με περισσότερους από ένα εκατομμύριο πρόσφυγες να έχουν βρει καταφύγιο στην Γερμανία τα τελευταία δύο χρόνια και το θέμα της εσωτερικής ασφάλειας, μετά την τρομοκρατική επίθεση στην χριστουγεννιάτικη αγορά του Βερολίνου, δεν βρίσκουν θέση στη συζήτηση ενόψει των εκλογών, προκαλεί σοβαρά ερωτηματικά – και όχι μόνο στην Γερμανία. «Τα ζητήματα αυτά δεν τίθενται στην προεκλογική περίοδο, η οποία έχει αποκληθεί και ‘εκστρατεία ύπνου’», αναφέρουν χαρακτηριστικά οι Financial Times, αφήνοντας να εννοηθεί ότι οι θέσεις των δύο μεγάλων κομμάτων στο προσφυγικό δεν απέχουν σημαντικά και επομένως δεν προσφέρονται για εκλογική εκμετάλλευση. Επιπλέον, η συζήτηση για τα θέματα ενσωμάτωσης των προσφύγων δεν ευνοεί παρά την AfD, η οποία υποδαυλίζει συστηματικά τα ξενοφοβικά πάθη.
Αντιθέτως, πολύς χρόνος αφιερώνεται στο ζήτημα της κυκλοφορίας των πετρελαιοκίνητων αυτοκινήτων, στο «ηλεκτρικό» μέλλον της αυτοκίνησης και στην …τιμωρία των γερμανικών αυτοκινητοβιομηχανιών για το σκάνδαλο με τις εκπομπές καυσαερίων. Ούτε και εδώ όμως διαπιστώνονται ουσιαστικές διαφορές εκ μέρους του SPD, που προχώρησε ένα βήμα πιο πέρα προτείνοντας ακόμη και κοινοτική ποσόστωση για τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα. Ούτε όμως στην κλιμακούμενη σύγκρουση με τον Ταγίπ Ερντογάν καταφέρνουν να διαφοροποιηθούν τα δύο μεγάλα κόμματα. Ο τούρκος Πρόεδρος πέτυχε άλλωστε να ενώσει τον γερμανικό πολιτικό κόσμο απέναντί του, όταν προέτρεψε δημοσίως το 1,2 εκατομμύριο των συμπατριωτών του που ζουν και ψηφίζουν στην Γερμανία, να μην ψηφίσουν ούτε Χριστιανοδημοκράτες ούτε Σοσιαλδημοκράτες ούτε Πράσινους. Ακόμη και αν οι τόνοι της κυρίας Μέρκελ είναι σαφώς πιο ήπιοι, οι κυρώσεις που ανακοίνωσε ο σοσιαλδημοκράτης υπουργός Εξωτερικών Ζίγκμαρ Γκάμπριελ σε βάρος της Τουρκίας, φέρουν και τη δική της υπογραφή ως Καγκελαρίου.
Την ίδια ώρα, σε μια προσπάθεια αξιοποίησης της συγκυρίας γενικευμένης δυσαρέσκειας για τον Πρόεδρο Τραμπ, ο Μάρτιν Σουλτς επιχειρεί επιστροφή σε παλιότερες σοσιαλδημοκρατικές θέσεις, όπως η απομάκρυνση των αμερικανικών πυρηνικών από το γερμανικό έδαφος ή ο περιορισμός των αμυντικών δαπανών, σε πείσμα των αμερικανικών παραινέσεων για αύξηση της συνεισφοράς της Γερμανίας στο ΝΑΤΟ.
Οι δημοσκοπήσεις ωστόσο καταγράφουν μια εντελώς διαφορετική εικόνα, σε ό,τι αφορά τα ζητήματα που θεωρούν σημαντικά οι ίδιοι οι πολίτες. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της εφημερίδας «Die Welt», στην κορυφή βρίσκεται η απαίτηση για την εξασφάλιση ίσων ευκαιριών στην παιδεία και στη δεύτερη η φροντίδα των συνταξιούχων. Ακολουθούν η αντιμετώπιση της εγκληματικότητας και της τρομοκρατίας, η κοινωνική ασφάλιση, η κλιματική αλλαγή, τα θέματα της οικογένειας, ενώ στις τελευταίες θέσεις του καταλόγου βρίσκουμε την αύξηση των αμυντικών δαπανών, την ηλεκτροκίνηση και τον περιορισμό των προσφυγικών ροών.
Η Ελλάδα απούσα από την προεκλογική περίοδο
Η ολοκλήρωση της β΄ αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος είχε ως συνέπεια την επιστροφή στην κανονικότητα και την απομάκρυνση του ελληνικού θέματος από την επικαιρότητα. Αυτό άλλωστε αποτελούσε και σταθερή επιδίωξη του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε όλο το προηγούμενο διάστημα. Είναι προφανές ότι το Βερολίνο έχει κάθε λόγο ενόψει εκλογών να διαφημίζει την «επιτυχία» της ευρωπαϊκής του πολιτικής – και στην Ελλάδα. «Είμαστε καλύτερα από ό,τι πριν από έναν χρόνο, τότε ανησυχούσα περισσότερο», δήλωσε η κυρία Μέρκελ και εξέφρασε την πεποίθηση ότι η ολοκλήρωση του ελληνικού προγράμματος θα φέρει και ανάπτυξη. Την ίδια ώρα ο κ. Σόιμπλε αφήνει να διαρρεύσουν τα σχέδιά του για μετατροπή του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας σε ευρωπαϊκό νομισματικό ταμείο, στο πρότυπο του ΔΝΤ και συζητά για το ελληνικό χρέος μόνο αν ερωτηθεί, για να τονίσει ότι ενδεχόμενη ελάφρυνση θα οδηγούσε σε χαλάρωση των μεταρρυθμίσεων.
Ένα πάντως από τα μεγαλύτερα ερωτηματικά της επόμενης μέρας των γερμανικών εκλογών θα είναι και η παραμονή ή όχι του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε στο υπουργείο Οικονομικών. Το γεγονός ότι είναι εκ νέου υποψήφιος βουλευτής στα 75 του χρόνια δείχνει ότι ο ίδιος δεν έχει σκοπό να συνταξιοδοτηθεί και, επομένως, δηλώνει «παρών» και για την θέση που κατέχει μέχρι σήμερα. Τα πάντα όμως θα εξαρτηθούν από το ποιος θα είναι ο νέος κυβερνητικός συνασπισμός. Αν π.χ. σχηματιστεί κυβέρνηση CDU/CSU-FDP, με τους Φιλελεύθερους να έχουν ταχθεί επανειλημμένα υπέρ της προσωρινής εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, η ισορροπία μπορεί να αποδειχθεί εξαιρετικά δύσκολη υπόθεση.