Μέχρι στιγμής τα ποσοστά των μικρότερων κομμάτων παραμένουν ο μεγάλος άγνωστος των εκλογών
«Μέρκελ ή Μέρκελ, η Γερμανία έχει μόνο αυτή την επιλογή;»: το θέμα που επέλεξε γνωστή πολιτική εκπομπή του γερμανικού κρατικού τηλεοπτικού δικτύου ARD την προηγούμενη Κυριακή αντιπροσωπεύει την ατμόσφαιρα που επικρατεί στη χώρα ένα μήνα πριν τις βουλευτικές εκλογές.
«Καμία επιθυμία για αλλαγή. Οι Γερμανοί τα πάνε πολύ καλά για να εκδηλωθεί μια πραγματική δυσαρέσκεια απέναντι στην κυβέρνηση» εκτιμά από την πλευρά της, σχεδόν με απογοήτευση, η συντηρητική, γερμανική εφημερίδα Die Welt.
Η Μέρκελ, που μέχρι τις 24 Σεπτεμβρίου θα έχει πραγματοποιήσει περιοδεία σε περίπου 50 πόλεις διεκδικώντας την πέμπτη της θητεία στην καγκελαρία, φαίνεται να έχει σχηματίσει την ίδια άποψη και γι’ αυτό, πιστή στη φήμη της, αποφεύγει να πάρει ρίσκα, αποφεύγει τις συγκεκριμένες υποσχέσεις και παρουσιάζεται ως αυτή που θα εγγυηθεί την παγκόσμια σταθερότητα απέναντι στις κρίσεις και τα εκλογικά σοκ που προκάλεσε το Brexit και η νίκη του Ντόναλντ Τραμπ.
Αντίθετα επαναλαμβάνει ότι παρά τα 12 χρόνια που βρίσκεται στην καγκελαρία το κίνητρό της παραμένει η νίκη της, «η νίκη των Χριστιανοδημοκρατών (CDU)».
Οι δημοσκοπήσεις την επιβεβαιώνουν. Οι Σοσιαλδημοκράτες (SPD) του Μάρτιν Σουλτς, με 22-25% στην πρόθεση ψήφου, βρίσκονται 14 με 18 μονάδες πίσω από το CDU (38-40%). Ποσοστά που μοιάζουν με αυτά του 2013.
Ωστόσο η Μέρκελ σκοπεύει «να πολεμήσω ως το τελευταίο λεπτό». Και η πρόσφατη δημοσκόπηση του ινστιτούτου Allensbach για την εφημερίδα Frankfurter Allgemeine τη δικαιώνει: το 46% των ερωτηθέντων απάντησε ότι είναι αναποφάσιστοι, αύξηση επτά μονάδων σε σχέση με την ίδια περίοδο το 2013.
Το SPD, που τώρα συμμετέχει με το CDU στον μεγάλο κυβερνητικό συνασπισμό, επιθυμεί να κερδίσει τη νίκη στο νήμα. Για να πείσει τους ψηφοφόρους βασίζεται στη μάχη κατά των κοινωνικών ανισοτήτων και στη χαρισματική προσωπικότητα του Μάρτιν Σουλτς, που χαρακτηρίζεται πιο ανθρώπινος από την καγκελάριο.
«Ο Μάρτιν Σουλτς έχει απήχηση στους ανθρώπους: μια ξεκάθαρη θέση, ξεκάθαρη γλώσσα, ξεκάθαρη πορεία», υπογραμμίζει ο πρόεδρος της κοινοβουλευτικής ομάδας του SPD Τόμας Όπερμαν.
«Έχει ξεκινήσει η άνοδος, περισσότερο από το SPD θέλει (να συγκεντρώσει ποσοστό) μεγαλύτερο από 30% και με τον Σουλτς μπορούμε να το καταφέρουμε», τόνισε.
«Αντίθετα από τα όσα λέει η Μέρκελ, εξακολουθούν να υπάρχουν εναλλακτικές», δήλωσε ο ίδιος ο Σουλτς στη διάρκεια προεκλογικής συγκέντρωσης στη Βρέμη την Τρίτη.
Πάντως οι Σοσιαλδημοκράτες αντιμετωπίζουν ένα δίλημμα: πώς μπορούν να διαφοροποιηθούν από μια καγκελάριο με την οποία συγκυβερνούν χωρίς παράλληλα να απαρνηθούν τις επιτυχίες της κυβέρνησης στον τομέα της οικονομίας;
Επιπλέον και σε άλλα αμφιλεγόμενα θέματα που ανέκυψαν στη διάρκεια της τελευταίας θητείας της Μέρκελ, το SPD δεν διαφοροποιήθηκε. Τάχθηκε υπέρ της υποδοχής περισσότερων από ένα εκατομμύριο προσφύγων από το 2015 και οι Σοσιαλδημοκράτες εμπλέκονται επίσης στο σκάνδαλο με τα παραποιημένα στοιχεία για τις εκπομπές ρύπων κάποιων πετρελαιοκίνητων αυτοκινήτων.
«Η Γερμανία πάει καλά όταν το SPD είναι στην κυβέρνηση (…), όμως η Γερμανία μπορεί να πάει ακόμη καλύτερα με έναν Σοσιαλδημοκράτη καγκελάριο», τονίζει ο Σουλτς, πρώην πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Σε αυτό το πλαίσιο οι αντίπαλοι της Γερμανίδας καγκελαρίου φαίνονται να έχουν παραδώσει τα όπλα, εκτός από τους λαϊκιστές του ακροδεξιού κόμματος Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD).
Ακόμη όμως και η επικεφαλής του κόμματος Άλις Βάιντελ έχει παραδεχθεί ότι «βάσει των προβλέψεων, των δημοσκοπήσεων για τις βουλευτικές εκλογές της 24ης Σεπτεμβρίου, η Μέρκελ θα παραμείνει» στην εξουσία.
Μέχρι στιγμής τα ποσοστά των μικρότερων κομμάτων παραμένουν ο μεγάλος άγνωστος των εκλογών και ίσως αυτό καθορίσει την τελική σύνθεση της επόμενης κυβέρνησης.
Ακόμη ένας μεγάλος συνασπισμός ή οι Φιλελεύθεροι Δημοκρατικοί (FDP) θα καταφέρουν να συμμαχήσουν με τη Μέρκελ; Οι Πράσινοι θα δελεαστούν να σχηματίσουν κυβέρνηση με το CDU; Και η διαφαινόμενη είσοδος του AfD στη Μπούντεσταγκ θα περιπλέξει τον σχηματισμό κυβέρνησης πλειοψηφίας;