Τα στοιχεία του νέου ηγέτη του Εργατικού Κόμματος που «θυμίζουν» τον Γάλλο πρόεδρο
Ο Αβί Γκαμπάι, ο νέος ηγέτης του Εργατικού Κόμματος, της αξιωματικής αντιπολίτευσης στο Ισραήλ, προέρχεται από τον κόσμο των επιχειρήσεων. Όπως και ο Γάλλος πρόεδρος, γνώρισε μια αστραπιαία άνοδο στη βάση της απόρριψης της υπάρχουσας πολιτικής τάξης, εξηγεί στη γαλλική εφημερίδα Le Figaro ο αναλυτής Στιβ-Αλεξάντρ Ζουρντέν.
«Ο Γκαμπάι είναι ο νέος Μακρόν. Η νίκη του στις προκριματικές εκλογές του Εργατικού Κόμματος είναι ένας δείκτης της αγανάκτησης των ψηφοφόρων». Ο Ναχούμ Μπαρνέα, έγκυρος αρθρογράφος της ισραηλινής κεντροδεξιάς εφημερίδας Yediot Aharonot, δεν κάνει τίποτε άλλο από το να περιγράφει τον αιφνιδιασμό που προκάλεσε η εκλογική νίκη του ανερχόμενου αστέρα της ισραηλινής πολιτικής, σημειώνει. Μέσα σε έξι μήνες ο Αβί Γκαμπάι πέρασε από την κατάσταση του σχεδόν άγνωστου στο μεγάλο κοινό σε εκείνην του υποψηφίου για τον θώκο του πρωθυπουργού.
Είναι πραγματικά ο ισραηλινός Μακρόν; αναρωτιέται ο αρθρογράφος της γαλλικής εφημερίδας. Είναι ο κόσμος των επιχειρήσεων που προώθησε τον Αβί Γκαμπάι στις ανώτερες σφαίρες της πολιτικής. Ο Γκαμπάι προσωποποιεί στο Ισραήλ την άνοδο της σεφαραδίτικης μεσαίας τάξης. Γεννημένος το 1967 σε έναν καταυλισμό που είχε κατασκευαστεί επειγόντως προκειμένου να ανταποκριθεί στη συρροή εβραίων μεταναστών που προέρχονταν από μουσουλμανικές χώρες, σπουδάζει οικονομικά στο πανεπιστήμιο της Ιερουσαλήμ προτού αρχίσει να εργάζεται στο υπουργείο Οικονομικών. Πέντε χρόνια αργότερα, τον βρίσκουμε στον ιδιωτικό τομέα: ανέρχεται στην κορυφή της μεγαλύτερης εταιρίας τηλεπικοινωνιών της χώρας (Bezek),της οποίας διορίζεται γενικός διευθυντής το 2007. Με επικεφαλής τον Γκαμπάι, η εταιρία εφαρμόζει μια επιθετική στρατηγική και οι μέτοχοι εξασφαλίζουν μεγάλα μερίσματα. Αλλά κι εκείνος, που οι συνάδελφοί του χαρακτηρίζουν ως έναν ακέραιο άνθρωπο, άμεσο και θερμό, δεν μένει πίσω: στη διάρκεια των χρόνων που έμεινε στην Bezek, κερδίζει περισσότερα από 50 εκατομμύρια σέκελ (περισσότερα από δέκα εκατομμύρια ευρώ).
Το πέρασμα από τον ιδιωτικό τομέα (φαίνεται πως) σφυρηλατεί μια μέθοδο, συνεχίζει ο Στιβ-Αλεξάντρ Ζουρντέν στη Figaro: στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας για τις προκριματικές των Εργατικών, ο Γκαμπάι διευθύνει τις ομάδες του όπως ο επικεφαλής μιας επιχείρησης· εξουσιοδοτεί, αναθέτει ευθύνες, ωθεί στην υπέρβαση, αλλά διατηρεί την τελευταία λέξη. Η αξιοποίηση των μμε του επιτρέπει να αποκτήσει όνομα στην πολιτική. Δεύτερος στην ιεραρχία ενός μικρού κεντροδεξιού κόμματος, «ανώνυμος» υπουργός Περιβάλλοντος της κυβέρνησης Νετανιάχου το 2015-2016, βροντάει την πόρτα απηυδησμένος με τους πολιτικάντικους ελιγμούς του πρωθυπουργού: μερικούς μήνες αργότερα ανακοινώνει την προσχώρησή του στους Εργατικούς με μια συνέντευξη-γροθιά στο τηλεοπτικό δίκτυο με τη μεγαλύτερη ακροαματικότητα στη χώρα. Η πληροφορία διαδίδεται γρήγορα και αναμεταδίδεται από χιλιάδες δραστήριους ακτιβιστές στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Από τότε που ξεκίνησε η διαδικασία των προκριματικών εκλογών στους Εργατικούς το 1991, ποτέ μια προσωπικότητα εκτός κόμματος δεν εξέφρασε τη φιλοδοξία να αναλάβει τα ηνία του.
Σημεία των καιρών, κατά τον αρθρογράφο της γαλλικής εφημερίδας. Άλλοτε οι εσωκομματικές εκλογές των Εργατικών εξορίζονταν στο περιθώριο της εθνικής επικαιρότητας. Κρίση ηγεσίας, ιδεολογική ασάφεια, απώλεια των συνδέσεών του με την κοινωνία των πολιτών: όπως τα περισσότερα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα στον κόσμο, έτσι και οι Εργατικοί διέρχονται μια υπαρξιακή κρίση. Στα δείπνα στην πόλη, είναι της μόδας να συζητείται ο θάνατος του κόμματος που ίδρυσε το κράτος του Ισραήλ. Ο πρώτος γύρος της ψηφοφορίας, στον οποίο συμμετέχουν μόνο οι ακτιβιστές του κόμματος, διεξάγεται στις 4 Ιουλίου. Παρά την αφόρητη ζέστη, το 60% των 52.000 μελών του κόμματος προσέρχονται στις κάλπες. Έκπληξη: στον τελικό θα αντιπαρατεθούν ο νεοφερμένος Γκαμπάι με τον συνδικαλιστή και πρώην υπουργό Άμυνας Αμίρ Περέτζ. Δευτέρα, 11 Ιουλίου, κεραυνός εν αιθρία: με το 52% των ψήφων ο Γκαμπάι τίθεται επικεφαλής του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Το αουτσάιντερ δεν κέρδισε λόγω του οικονομικού προγράμματός του, που δεν ήταν τόσο τολμηρό όσο του αντιπάλου του, Αμίρ Περέτζ, ούτε για την πρωτοτυπία των θέσεών του για την ισραηλινοπαλαιστινιακή διένεξη, θέμα στο οποίο δεν πρότεινε τίποτα συγκλονιστικό. Κέρδισε γι' αυτό που προσωποποιεί ή, μάλλον, για ό,τι δεν προσωποποιεί.
Μετά τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής και τη Γαλλία, είναι η σειρά των ισραηλινών πολιτικών ελίτ να κατευθυνθούν προς την έξοδο, υποστηρίζει ο Στιβ-Αλεξάντρ Ζουρντέν. Ο Γκαμπάι υπόσχεται να «θέσει τέρμα στους πολιτικούς διορισμούς» και να συγκεντρώσει «τους καλύτερους σε κάθε τομέα»∙ ορκίζεται να επαναφέρει την ανάπτυξη προκειμένου να «επιλύσει τα κοινωνικά προβλήματα», αυξάνοντας ελαφρά τις δημόσιες δαπάνες αλλά, κυρίως, καταργώντας «τις άχρηστες ρυθμίσεις και τη γραφειοκρατία». Ο σοσιαλφιλελευθερισμός του Αβί Γκαμπάι είναι εκείνος μιας γενιάς. Δέκα χρόνια μεγαλύτερος από τον γάλλο πρόεδρο, ο Γκαμπάι έκανε, όπως εκείνος, τα πρώτα του βήματα σε έναν μεταψυχροπολεμικό κόσμο, στον οποίο η θρησκεία της πολιτικής έχασε την πίστη των ανθρώπων∙ σε μια χώρα όπου ο σοσιαλισμός, ένας από τους πιο επιθετικούς στον κόσμο έως τη δεκαετία του 1950, παραχώρησε τη θέση του σε έναν συγκρατημένο φιλελευθερισμό. Πολύ νέος για να έχει ζήσει τη ζέση για τον σοσιαλισμό κατά τις δεκαετίες του 1960 και του 1970, ο αγώνας για τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν είναι γι' αυτόν. Ο πολιτικός του ορίζοντας είναι εκείνος του κέντρου∙ εκείνος που αναδύεται στη Γαλλία και στο Ισραήλ, στα τέλη της δεκαετίας του 1980 για να γεμίσει το κενό που άφησαν οι μεγάλες πολιτικές ιδεολογίες.
Για τον Εμανουέλ Μακρόν όπως και για τον Αβί Γκαμπάι, καταλήγει ο αρθρογράφος της Le Figaro, η κοινωνική μηχανή συντονίζεται στο περιθώριο και κάθε δυσλειτουργία επιλύεται ανεξάρτητα από τις άλλες, από τον ειδικό στον τομέα. Η πολιτική είναι ένα επάγγελμα όπως κάθε άλλο∙ ασκείται με μικρά βήματα, χωρίς τυμπανοκρουσίες. Ο Ραστινιάκ της ισραηλινής πολιτικής θα καταφέρει να εκτοπίσει τον Μπενιαμίν Νετανιάχου; Κάθε πράγμα στον καιρό του. Οι επόμενες βουλευτικές εκλογές προβλέπεται να διεξαχθούν στο Ισραήλ τον Νοέμβριο του 2019.
Πηγή: Le Figaro (μετάφραση: ΑΠΕ-ΜΠΕ)